χρονιζω • CRONIZW XRONIZW • chronizō

Search: εχρονισεν

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
εχρονισενχρονίζωε·χρονι·σε(ν)1aor act ind 3rd sg

χρονίζω (χρονιζ-, χρονι(ε)·[σ]-/χρονι·σ-, χρονι·σ-, κεχρονι·κ-, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονιζωχρονιζ·ωχρονιζομαιχρονιζ·ομαι
2ndχρονιζειςχρονιζ·ειςχρονιζῃ[LXX], χρονιζει[GNT], χρονιζεσαιχρονιζ·ῃ, χρονιζ·ει classical, χρονιζ·εσαι alt
3rdχρονιζει[GNT]χρονιζ·ειχρονιζεταιχρονιζ·εται
Pl1stχρονιζομενχρονιζ·ομενχρονιζομεθαχρονιζ·ομεθα
2ndχρονιζετεχρονιζ·ετεχρονιζεσθεχρονιζ·εσθε
3rdχρονιζουσιν, χρονιζουσιχρονιζ·ουσι(ν)χρονιζονταιχρονιζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονιζωχρονιζ·ωχρονιζωμαιχρονιζ·ωμαι
2ndχρονιζῃςχρονιζ·ῃςχρονιζῃ[LXX]χρονιζ·ῃ
3rdχρονιζῃ[LXX]χρονιζ·ῃχρονιζηταιχρονιζ·ηται
Pl1stχρονιζωμενχρονιζ·ωμενχρονιζωμεθαχρονιζ·ωμεθα
2ndχρονιζητεχρονιζ·ητεχρονιζησθεχρονιζ·ησθε
3rdχρονιζωσιν, χρονιζωσιχρονιζ·ωσι(ν)χρονιζωνταιχρονιζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονιζοιμιχρονιζ·οιμιχρονιζοιμηνχρονιζ·οιμην
2ndχρονιζοιςχρονιζ·οιςχρονιζοιοχρονιζ·οιο
3rdχρονιζοιχρονιζ·οιχρονιζοιτοχρονιζ·οιτο
Pl1stχρονιζοιμενχρονιζ·οιμενχρονιζοιμεθαχρονιζ·οιμεθα
2ndχρονιζοιτεχρονιζ·οιτεχρονιζοισθεχρονιζ·οισθε
3rdχρονιζοιεν, χρονιζοισανχρονιζ·οιεν, χρονιζ·οισαν altχρονιζοιντοχρονιζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndχρονιζεχρονιζ·εχρονιζουχρονιζ·ου
3rdχρονιζετωχρονιζ·ετωχρονιζεσθωχρονιζ·εσθω
Pl1st
2ndχρονιζετεχρονιζ·ετεχρονιζεσθεχρονιζ·εσθε
3rdχρονιζετωσαν, χρονιζοντωνχρονιζ·ετωσαν, χρονιζ·οντων classicalχρονιζεσθωσαν, χρονιζεσθωνχρονιζ·εσθωσαν, χρονιζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
χρονιζειν[GNT]​χρονιζ·εινχρονιζεσθαι​χρονιζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocχρονιζουσαχρονιζονχρονιζ·ουσ·αχρονιζ·ο[υ]ν[τ]
Nomχρονιζωνχρονιζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accχρονιζουσανχρονιζονταχρονιζ·ουσ·ανχρονιζ·ο[υ]ντ·α
Datχρονιζουσῃχρονιζοντιχρονιζ·ουσ·ῃχρονιζ·ο[υ]ντ·ι
Genχρονιζουσηςχρονιζοντος[GNT]χρονιζ·ουσ·ηςχρονιζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocχρονιζουσαιχρονιζοντεςχρονιζονταχρονιζ·ουσ·αιχρονιζ·ο[υ]ντ·εςχρονιζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accχρονιζουσαςχρονιζονταςχρονιζ·ουσ·αςχρονιζ·ο[υ]ντ·ας
Datχρονιζουσαιςχρονιζουσι, χρονιζουσινχρονιζ·ουσ·αιςχρονιζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genχρονιζουσωνχρονιζοντωνχρονιζ·ουσ·ωνχρονιζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocχρονιζομενηχρονιζομενεχρονιζ·ομεν·ηχρονιζ·ομεν·ε
Nomχρονιζομενοςχρονιζ·ομεν·ος
Accχρονιζομενηνχρονιζομενονχρονιζ·ομεν·ηνχρονιζ·ομεν·ον
Datχρονιζομενῃχρονιζομενῳχρονιζ·ομεν·ῃχρονιζ·ομεν·ῳ
Genχρονιζομενηςχρονιζομενουχρονιζ·ομεν·ηςχρονιζ·ομεν·ου
PlVocχρονιζομεναιχρονιζομενοιχρονιζομεναχρονιζ·ομεν·αιχρονιζ·ομεν·οιχρονιζ·ομεν·α
Nom
Accχρονιζομεναςχρονιζομενουςχρονιζ·ομεν·αςχρονιζ·ομεν·ους
Datχρονιζομεναιςχρονιζομενοιςχρονιζ·ομεν·αιςχρονιζ·ομεν·οις
Genχρονιζομενωνχρονιζομενωνχρονιζ·ομεν·ωνχρονιζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεχρονιζονε·χρονιζ·ονεχρονιζομηνε·χρονιζ·ομην
2ndεχρονιζεςε·χρονιζ·εςεχρονιζουε·χρονιζ·ου
3rdεχρονιζεν, εχρονιζεε·χρονιζ·ε(ν)εχρονιζετοε·χρονιζ·ετο
Pl1stεχρονιζομενε·χρονιζ·ομενεχρονιζομεθαε·χρονιζ·ομεθα
2ndεχρονιζετεε·χρονιζ·ετεεχρονιζεσθεε·χρονιζ·εσθε
3rdεχρονιζον, εχρονιζοσανε·χρονιζ·ον, ε·χρονιζ·οσαν altεχρονιζοντοε·χρονιζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονιω, χρονισω[LXX]χρονι(ε)·[σ]ω, χρονι·σωχρονιουμαι, χρονισομαιχρονι(ε)·[σ]ομαι, χρονι·σομαι
2ndχρονιεις[LXX], χρονισειςχρονι(ε)·[σ]εις, χρονι·σειςχρονιῃ, χρονιει[GNT][LXX], χρονιεισαι, χρονισῃ[LXX], χρονισει[GNT], χρονισεσαιχρονι(ε)·[σ]ῃ, χρονι(ε)·[σ]ει classical, χρονι(ε)·[σ]εσαι alt, χρονι·σῃ, χρονι·σει classical, χρονι·σεσαι alt
3rdχρονιει[GNT][LXX], χρονισει[GNT]χρονι(ε)·[σ]ει, χρονι·σειχρονιειται, χρονισεταιχρονι(ε)·[σ]εται, χρονι·σεται
Pl1stχρονιουμεν, χρονισομενχρονι(ε)·[σ]ομεν, χρονι·σομενχρονιουμεθα, χρονισομεθαχρονι(ε)·[σ]ομεθα, χρονι·σομεθα
2ndχρονιειτε, χρονισετεχρονι(ε)·[σ]ετε, χρονι·σετεχρονιεισθε, χρονισεσθεχρονι(ε)·[σ]εσθε, χρονι·σεσθε
3rdχρονιουσιν, χρονιουσι, χρονισουσιν, χρονισουσιχρονι(ε)·[σ]ουσι(ν), χρονι·σουσι(ν)χρονιουνται, χρονισονταιχρονι(ε)·[σ]ονται, χρονι·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονιοιμι, χρονισοιμιχρονι(ε)·[σ]οιμι, χρονι·σοιμιχρονιοιμην, χρονισοιμηνχρονι(ε)·[σ]οιμην, χρονι·σοιμην
2ndχρονιοις, χρονισοιςχρονι(ε)·[σ]οις, χρονι·σοιςχρονιοιο, χρονισοιοχρονι(ε)·[σ]οιο, χρονι·σοιο
3rdχρονιοι, χρονισοιχρονι(ε)·[σ]οι, χρονι·σοιχρονιοιτο, χρονισοιτοχρονι(ε)·[σ]οιτο, χρονι·σοιτο
Pl1stχρονιοιμεν, χρονισοιμενχρονι(ε)·[σ]οιμεν, χρονι·σοιμενχρονιοιμεθα, χρονισοιμεθαχρονι(ε)·[σ]οιμεθα, χρονι·σοιμεθα
2ndχρονιοιτε, χρονισοιτεχρονι(ε)·[σ]οιτε, χρονι·σοιτεχρονιοισθε, χρονισοισθεχρονι(ε)·[σ]οισθε, χρονι·σοισθε
3rdχρονιοιεν, χρονισοιενχρονι(ε)·[σ]οιεν, χρονι·σοιενχρονιοιντο, χρονισοιντοχρονι(ε)·[σ]οιντο, χρονι·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
χρονιειν, χρονισειν​χρονι(ε)·[σ]ειν, χρονι·σειν​χρονιεισθαι, χρονισεσθαι​χρονι(ε)·[σ]εσθαι, χρονι·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocχρονιουσα, χρονισουσαχρονιουν, χρονισονχρονι(ε)·[σ]ουσ·α, χρονι·σουσ·αχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ], χρονι·σο[υ]ν[τ]
Nomχρονιων, χρονισωνχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]·^, χρονι·σο[υ]ν[τ]·^
Accχρονιουσαν, χρονισουσανχρονιουντα, χρονισονταχρονι(ε)·[σ]ουσ·αν, χρονι·σουσ·ανχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α, χρονι·σο[υ]ντ·α
Datχρονιουσῃ, χρονισουσῃχρονιουντι, χρονισοντιχρονι(ε)·[σ]ουσ·ῃ, χρονι·σουσ·ῃχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ι, χρονι·σο[υ]ντ·ι
Genχρονιουσης, χρονισουσηςχρονιουντος, χρονισοντοςχρονι(ε)·[σ]ουσ·ης, χρονι·σουσ·ηςχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ος, χρονι·σο[υ]ντ·ος
PlVocχρονιουσαι, χρονισουσαιχρονιουντες, χρονισοντεςχρονιουντα, χρονισονταχρονι(ε)·[σ]ουσ·αι, χρονι·σουσ·αιχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ες, χρονι·σο[υ]ντ·εςχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α, χρονι·σο[υ]ντ·α
Nom
Accχρονιουσας, χρονισουσαςχρονιουντας, χρονισονταςχρονι(ε)·[σ]ουσ·ας, χρονι·σουσ·αςχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ας, χρονι·σο[υ]ντ·ας
Datχρονιουσαις, χρονισουσαιςχρονιουσι, χρονιουσιν, χρονισουσι, χρονισουσινχρονι(ε)·[σ]ουσ·αις, χρονι·σουσ·αιςχρονι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν), χρονι·σου[ντ]·σι(ν)
Genχρονιουσων, χρονισουσωνχρονιουντων, χρονισοντωνχρονι(ε)·[σ]ουσ·ων, χρονι·σουσ·ωνχρονι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ων, χρονι·σο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocχρονιουμενη, χρονισομενηχρονιουμενε, χρονισομενεχρονι(ε)·[σ]ομεν·η, χρονι·σομεν·ηχρονι(ε)·[σ]ομεν·ε, χρονι·σομεν·ε
Nomχρονιουμενος, χρονισομενοςχρονι(ε)·[σ]ομεν·ος, χρονι·σομεν·ος
Accχρονιουμενην, χρονισομενηνχρονιουμενον, χρονισομενονχρονι(ε)·[σ]ομεν·ην, χρονι·σομεν·ηνχρονι(ε)·[σ]ομεν·ον, χρονι·σομεν·ον
Datχρονιουμενῃ, χρονισομενῃχρονιουμενῳ, χρονισομενῳχρονι(ε)·[σ]ομεν·ῃ, χρονι·σομεν·ῃχρονι(ε)·[σ]ομεν·ῳ, χρονι·σομεν·ῳ
Genχρονιουμενης, χρονισομενηςχρονιουμενου, χρονισομενουχρονι(ε)·[σ]ομεν·ης, χρονι·σομεν·ηςχρονι(ε)·[σ]ομεν·ου, χρονι·σομεν·ου
PlVocχρονιουμεναι, χρονισομεναιχρονιουμενοι, χρονισομενοιχρονιουμενα, χρονισομεναχρονι(ε)·[σ]ομεν·αι, χρονι·σομεν·αιχρονι(ε)·[σ]ομεν·οι, χρονι·σομεν·οιχρονι(ε)·[σ]ομεν·α, χρονι·σομεν·α
Nom
Accχρονιουμενας, χρονισομεναςχρονιουμενους, χρονισομενουςχρονι(ε)·[σ]ομεν·ας, χρονι·σομεν·αςχρονι(ε)·[σ]ομεν·ους, χρονι·σομεν·ους
Datχρονιουμεναις, χρονισομεναιςχρονιουμενοις, χρονισομενοιςχρονι(ε)·[σ]ομεν·αις, χρονι·σομεν·αιςχρονι(ε)·[σ]ομεν·οις, χρονι·σομεν·οις
Genχρονιουμενων, χρονισομενωνχρονιουμενων, χρονισομενωνχρονι(ε)·[σ]ομεν·ων, χρονι·σομεν·ωνχρονι(ε)·[σ]ομεν·ων, χρονι·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεχρονισα[LXX]ε·χρονι·σαεχρονισαμηνε·χρονι·σαμην
2ndεχρονισαςε·χρονι·σαςεχρονισωε·χρονι·σω
3rdεχρονισεν[LXX], εχρονισεε·χρονι·σε(ν), ε·χρονι·σε(ν)εχρονισατοε·χρονι·σατο
Pl1stεχρονισαμενε·χρονι·σαμενεχρονισαμεθαε·χρονι·σαμεθα
2ndεχρονισατεε·χρονι·σατεεχρονισασθεε·χρονι·σασθε
3rdεχρονισαν[LXX]ε·χρονι·σανεχρονισαντοε·χρονι·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονισω[LXX]χρονι·σωχρονισωμαιχρονι·σωμαι
2ndχρονισῃς[LXX]χρονι·σῃςχρονισῃ[LXX]χρονι·σῃ
3rdχρονισῃ[LXX]χρονι·σῃχρονισηταιχρονι·σηται
Pl1stχρονισωμενχρονι·σωμενχρονισωμεθαχρονι·σωμεθα
2ndχρονισητε[LXX]χρονι·σητεχρονισησθεχρονι·σησθε
3rdχρονισωσιν, χρονισωσιχρονι·σωσι(ν)χρονισωνταιχρονι·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stχρονισαιμιχρονι·σαιμιχρονισαιμηνχρονι·σαιμην
2ndχρονισαις, χρονισειαςχρονι·σαις, χρονι·σειας classicalχρονισαιοχρονι·σαιο
3rdχρονισαι, χρονισειεχρονι·σαι, χρονι·σειε classicalχρονισαιτοχρονι·σαιτο
Pl1stχρονισαιμενχρονι·σαιμενχρονισαιμεθαχρονι·σαιμεθα
2ndχρονισαιτεχρονι·σαιτεχρονισαισθεχρονι·σαισθε
3rdχρονισαιεν, χρονισαισαν, χρονισειαν, χρονισειενχρονι·σαιεν, χρονι·σαισαν alt, χρονι·σειαν classical, χρονι·σειεν classicalχρονισαιντοχρονι·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndχρονισονχρονι·σονχρονισαιχρονι·σαι
3rdχρονισατωχρονι·σατωχρονισασθωχρονι·σασθω
Pl1st
2ndχρονισατεχρονι·σατεχρονισασθεχρονι·σασθε
3rdχρονισατωσαν, χρονισαντωνχρονι·σατωσαν, χρονι·σαντων classicalχρονισασθωσαν, χρονισασθωνχρονι·σασθωσαν, χρονι·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
χρονισαι​χρονι·σαι​χρονισασθαι​χρονι·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocχρονισασαχρονισαςχρονισανχρονι·σασ·αχρονι·σα[ντ]·ςχρονι·σαν[τ]
Nom
Accχρονισασανχρονισανταχρονι·σασ·ανχρονι·σαντ·α
Datχρονισασῃχρονισαντιχρονι·σασ·ῃχρονι·σαντ·ι
Genχρονισασηςχρονισαντοςχρονι·σασ·ηςχρονι·σαντ·ος
PlVocχρονισασαιχρονισαντεςχρονισανταχρονι·σασ·αιχρονι·σαντ·εςχρονι·σαντ·α
Nom
Accχρονισασαςχρονισανταςχρονι·σασ·αςχρονι·σαντ·ας
Datχρονισασαιςχρονισασι, χρονισασινχρονι·σασ·αιςχρονι·σα[ντ]·σι(ν)
Genχρονισασωνχρονισαντωνχρονι·σασ·ωνχρονι·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocχρονισαμενηχρονισαμενεχρονι·σαμεν·ηχρονι·σαμεν·ε
Nomχρονισαμενοςχρονι·σαμεν·ος
Accχρονισαμενηνχρονισαμενονχρονι·σαμεν·ηνχρονι·σαμεν·ον
Datχρονισαμενῃχρονισαμενῳχρονι·σαμεν·ῃχρονι·σαμεν·ῳ
Genχρονισαμενηςχρονισαμενουχρονι·σαμεν·ηςχρονι·σαμεν·ου
PlVocχρονισαμεναιχρονισαμενοιχρονισαμεναχρονι·σαμεν·αιχρονι·σαμεν·οιχρονι·σαμεν·α
Nom
Accχρονισαμεναςχρονισαμενουςχρονι·σαμεν·αςχρονι·σαμεν·ους
Datχρονισαμεναιςχρονισαμενοιςχρονι·σαμεν·αιςχρονι·σαμεν·οις
Genχρονισαμενωνχρονισαμενωνχρονι·σαμεν·ωνχρονι·σαμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκεχρονικακεχρονι·κα
2ndκεχρονικας, κεχρονικεςκεχρονι·κας, κεχρονι·κες alt
3rdκεχρονικεν[LXX], κεχρονικεκεχρονι·κε(ν), κεχρονι·κε(ν)
Pl1stκεχρονικαμενκεχρονι·καμεν
2ndκεχρονικατεκεχρονι·κατε
3rdκεχρονικασιν, κεχρονικασι, κεχρονικανκεχρονι·κασι(ν), κεχρονι·καν alt

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκεχρονικωκεχρονι·κω
2ndκεχρονικῃςκεχρονι·κῃς
3rdκεχρονικῃκεχρονι·κῃ
Pl1stκεχρονικωμενκεχρονι·κωμεν
2ndκεχρονικητεκεχρονι·κητε
3rdκεχρονικωσιν, κεχρονικωσικεχρονι·κωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκεχρονικοιμι, κεχρονικοιηνκεχρονι·κοιμι, κεχρονι·κοιην classical
2ndκεχρονικοις, κεχρονικοιηςκεχρονι·κοις, κεχρονι·κοιης classical
3rdκεχρονικοι, κεχρονικοιηκεχρονι·κοι, κεχρονι·κοιη classical
Pl1stκεχρονικοιμενκεχρονι·κοιμεν
2ndκεχρονικοιτεκεχρονι·κοιτε
3rdκεχρονικοιενκεχρονι·κοιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndκεχρονικεκεχρονι·κε
3rdκεχρονικετωκεχρονι·κετω
Pl1st
2ndκεχρονικετεκεχρονι·κετε
3rdκεχρονικετωσανκεχρονι·κετωσαν

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
κεχρονικεναι​κεχρονι·κεναι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκεχρονικυιακεχρονικοςκεχρονι·κυι·ακεχρονι·κο[τ]·ς
Nomκεχρονικωςκεχρονι·κο[τ]·^ς
Accκεχρονικυιανκεχρονικοτακεχρονι·κυι·ανκεχρονι·κοτ·α
Datκεχρονικυιᾳκεχρονικοτικεχρονι·κυι·ᾳκεχρονι·κοτ·ι
Genκεχρονικυιαςκεχρονικοτοςκεχρονι·κυι·αςκεχρονι·κοτ·ος
PlVocκεχρονικυιαικεχρονικοτεςκεχρονικοτακεχρονι·κυι·αικεχρονι·κοτ·εςκεχρονι·κοτ·α
Nom
Accκεχρονικυιαςκεχρονικοταςκεχρονι·κυι·αςκεχρονι·κοτ·ας
Datκεχρονικυιαιςκεχρονικοσι, κεχρονικοσινκεχρονι·κυι·αιςκεχρονι·κο[τ]·σι(ν)
Genκεχρονικυιωνκεχρονικοτωνκεχρονι·κυι·ωνκεχρονι·κοτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεκεχρονικειν, εκεχρονικηε·κεχρονι·κειν, ε·κεχρονι·κη classical
2ndεκεχρονικεις, εκεχρονικηςε·κεχρονι·κεις, ε·κεχρονι·κης classical
3rdεκεχρονικειε·κεχρονι·κει
Pl1stεκεχρονικειμεν, εκεχρονικεμενε·κεχρονι·κειμεν, ε·κεχρονι·κεμεν classical
2ndεκεχρονικειτε, εκεχρονικετεε·κεχρονι·κειτε, ε·κεχρονι·κετε classical
3rdεκεχρονικεισαν, εκεχρονικεσανε·κεχρονι·κεισαν, ε·κεχρονι·κεσαν classical

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκεχρονικειν, κεχρονικη[ε]·κεχρονι·κειν, [ε]·κεχρονι·κη classical
2ndκεχρονικεις, κεχρονικης[ε]·κεχρονι·κεις, [ε]·κεχρονι·κης classical
3rdκεχρονικει[ε]·κεχρονι·κει
Pl1stκεχρονικειμεν, κεχρονικεμεν[ε]·κεχρονι·κειμεν, [ε]·κεχρονι·κεμεν classical
2ndκεχρονικειτε, κεχρονικετε[ε]·κεχρονι·κειτε, [ε]·κεχρονι·κετε classical
3rdκεχρονικεισαν, κεχρονικεσαν[ε]·κεχρονι·κεισαν, [ε]·κεχρονι·κεσαν classical

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 18:47:35 EDT