επιφανεστατος • EPIFANESTATOS • epiphanestatos

ἐπι·φανέσ·τατος -η -ον [LXX] (Superl. of ἐπι·φανής)

Adjective (2-1-2)

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

2-1-2 Adjective
ContractedUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεπιφανεστατηεπιφανεστατεεπιφανεστατ·ηεπιφανεστατ·ε
Nomεπιφανεστατοςεπιφανεστατ·ος
Accεπιφανεστατηνεπιφανεστατονεπιφανεστατ·ηνεπιφανεστατ·ον
Datεπιφανεστατῃεπιφανεστατῳεπιφανεστατ·ῃεπιφανεστατ·ῳ
Genεπιφανεστατηςεπιφανεστατουεπιφανεστατ·ηςεπιφανεστατ·ου
PlVocεπιφανεσταταιεπιφανεστατοι[LXX]επιφανεσταταεπιφανεστατ·αιεπιφανεστατ·οιεπιφανεστατ·α
Nom
Accεπιφανεσταταςεπιφανεστατουςεπιφανεστατ·αςεπιφανεστατ·ους
Datεπιφανεσταταιςεπιφανεστατοιςεπιφανεστατ·αιςεπιφανεστατ·οις
Genεπιφανεστατωνεπιφανεστατ·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Friday, 19-Apr-2024 12:34:56 EDT