ανεξεραυνητος ανεξερευνητος • ANEXERAUNHTOS ANEXEREUNHTOS ANECERAUNHTOS ANECEREUNHTOS • anexeraunētos anexereunētos

ἀν·εξ·εραύνητος v.l. -ερεύνητος -ον

Adjective (2-2-2)

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

2-2-2 Adjective
ContractedUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocανεξεραυνητεανεξεραυνητ·ε
Nomανεξεραυνητοςανεξεραυνητ·ος
Accανεξεραυνητονανεξεραυνητ·ον
Datανεξεραυνητῳανεξεραυνητ·ῳ
Genανεξεραυνητουανεξεραυνητ·ου
PlVocανεξεραυνητοιανεξεραυνητα[GNT]ανεξεραυνητ·οιανεξεραυνητ·α
Nom
Accανεξεραυνητουςανεξεραυνητ·ους
Datανεξεραυνητοιςανεξεραυνητ·οις
Genανεξεραυνητωνανεξεραυνητ·ων
2-2-2 Adjective
ContractedUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocανεξερευνητεανεξερευνητ·ε
Nomανεξερευνητοςανεξερευνητ·ος
Accανεξερευνητονανεξερευνητ·ον
Datανεξερευνητῳανεξερευνητ·ῳ
Genανεξερευνητουανεξερευνητ·ου
PlVocανεξερευνητοιανεξερευνητα[GNT]ανεξερευνητ·οιανεξερευνητ·α
Nom
Accανεξερευνητουςανεξερευνητ·ους
Datανεξερευνητοιςανεξερευνητ·οις
Genανεξερευνητωνανεξερευνητ·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Friday, 19-Apr-2024 18:12:35 EDT