αγαθοεργεω αγαθουργεω • AGAQOERGEW AGAQOURGEW • agathoergeō agathourgeō

Search: αγαθοεργειν

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
αγαθοεργεινἀγαθοεργέωαγαθοεργ(ε)·εινpres act inf

ἀγαθο·εργέω/-ουργέω (αγαθοεργ(ε)-/αγαθουργ(ε)-, -, -, -, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαγαθοεργω, αγαθουργωαγαθοεργ(ε)·ω, αγαθουργ(ε)·ωαγαθοεργουμαι, αγαθουργουμαιαγαθοεργ(ε)·ομαι, αγαθουργ(ε)·ομαι
2ndαγαθοεργεις, αγαθουργειςαγαθοεργ(ε)·εις, αγαθουργ(ε)·ειςαγαθοεργῃ, αγαθοεργει, αγαθοεργεισαι, αγαθουργῃ, αγαθουργει, αγαθουργεισαιαγαθοεργ(ε)·ῃ, αγαθοεργ(ε)·ει classical, αγαθοεργ(ε)·εσαι alt, αγαθουργ(ε)·ῃ, αγαθουργ(ε)·ει classical, αγαθουργ(ε)·εσαι alt
3rdαγαθοεργει, αγαθουργειαγαθοεργ(ε)·ει, αγαθουργ(ε)·ειαγαθοεργειται, αγαθουργειταιαγαθοεργ(ε)·εται, αγαθουργ(ε)·εται
Pl1stαγαθοεργουμεν, αγαθουργουμεναγαθοεργ(ε)·ομεν, αγαθουργ(ε)·ομεναγαθοεργουμεθα, αγαθουργουμεθααγαθοεργ(ε)·ομεθα, αγαθουργ(ε)·ομεθα
2ndαγαθοεργειτε, αγαθουργειτεαγαθοεργ(ε)·ετε, αγαθουργ(ε)·ετεαγαθοεργεισθε, αγαθουργεισθεαγαθοεργ(ε)·εσθε, αγαθουργ(ε)·εσθε
3rdαγαθοεργουσιν, αγαθοεργουσι, αγαθουργουσιν, αγαθουργουσιαγαθοεργ(ε)·ουσι(ν), αγαθουργ(ε)·ουσι(ν)αγαθοεργουνται, αγαθουργουνταιαγαθοεργ(ε)·ονται, αγαθουργ(ε)·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαγαθοεργω, αγαθουργωαγαθοεργ(ε)·ω, αγαθουργ(ε)·ωαγαθοεργωμαι, αγαθουργωμαιαγαθοεργ(ε)·ωμαι, αγαθουργ(ε)·ωμαι
2ndαγαθοεργῃς, αγαθουργῃςαγαθοεργ(ε)·ῃς, αγαθουργ(ε)·ῃςαγαθοεργῃ, αγαθουργῃαγαθοεργ(ε)·ῃ, αγαθουργ(ε)·ῃ
3rdαγαθοεργῃ, αγαθουργῃαγαθοεργ(ε)·ῃ, αγαθουργ(ε)·ῃαγαθοεργηται, αγαθουργηταιαγαθοεργ(ε)·ηται, αγαθουργ(ε)·ηται
Pl1stαγαθοεργωμεν, αγαθουργωμεναγαθοεργ(ε)·ωμεν, αγαθουργ(ε)·ωμεναγαθοεργωμεθα, αγαθουργωμεθααγαθοεργ(ε)·ωμεθα, αγαθουργ(ε)·ωμεθα
2ndαγαθοεργητε, αγαθουργητεαγαθοεργ(ε)·ητε, αγαθουργ(ε)·ητεαγαθοεργησθε, αγαθουργησθεαγαθοεργ(ε)·ησθε, αγαθουργ(ε)·ησθε
3rdαγαθοεργωσιν, αγαθοεργωσι, αγαθουργωσιν, αγαθουργωσιαγαθοεργ(ε)·ωσι(ν), αγαθουργ(ε)·ωσι(ν)αγαθοεργωνται, αγαθουργωνταιαγαθοεργ(ε)·ωνται, αγαθουργ(ε)·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαγαθοεργοιμι, αγαθουργοιμιαγαθοεργ(ε)·οιμι, αγαθουργ(ε)·οιμιαγαθοεργοιμην, αγαθουργοιμηναγαθοεργ(ε)·οιμην, αγαθουργ(ε)·οιμην
2ndαγαθοεργοις, αγαθουργοιςαγαθοεργ(ε)·οις, αγαθουργ(ε)·οιςαγαθοεργοιο, αγαθουργοιοαγαθοεργ(ε)·οιο, αγαθουργ(ε)·οιο
3rdαγαθοεργοι, αγαθουργοιαγαθοεργ(ε)·οι, αγαθουργ(ε)·οιαγαθοεργοιτο, αγαθουργοιτοαγαθοεργ(ε)·οιτο, αγαθουργ(ε)·οιτο
Pl1stαγαθοεργοιμεν, αγαθουργοιμεναγαθοεργ(ε)·οιμεν, αγαθουργ(ε)·οιμεναγαθοεργοιμεθα, αγαθουργοιμεθααγαθοεργ(ε)·οιμεθα, αγαθουργ(ε)·οιμεθα
2ndαγαθοεργοιτε, αγαθουργοιτεαγαθοεργ(ε)·οιτε, αγαθουργ(ε)·οιτεαγαθοεργοισθε, αγαθουργοισθεαγαθοεργ(ε)·οισθε, αγαθουργ(ε)·οισθε
3rdαγαθοεργοιεν, αγαθοεργοισαν, αγαθουργοιεν, αγαθουργοισαναγαθοεργ(ε)·οιεν, αγαθοεργ(ε)·οισαν alt, αγαθουργ(ε)·οιεν, αγαθουργ(ε)·οισαν altαγαθοεργοιντο, αγαθουργοιντοαγαθοεργ(ε)·οιντο, αγαθουργ(ε)·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndαγαθοεργει, αγαθουργειαγαθοεργ(ε)·ε, αγαθουργ(ε)·εαγαθοεργου, αγαθουργουαγαθοεργ(ε)·ου, αγαθουργ(ε)·ου
3rdαγαθοεργειτω, αγαθουργειτωαγαθοεργ(ε)·ετω, αγαθουργ(ε)·ετωαγαθοεργεισθω, αγαθουργεισθωαγαθοεργ(ε)·εσθω, αγαθουργ(ε)·εσθω
Pl1st
2ndαγαθοεργειτε, αγαθουργειτεαγαθοεργ(ε)·ετε, αγαθουργ(ε)·ετεαγαθοεργεισθε, αγαθουργεισθεαγαθοεργ(ε)·εσθε, αγαθουργ(ε)·εσθε
3rdαγαθοεργειτωσαν, αγαθοεργουντων, αγαθουργειτωσαν, αγαθουργουντωναγαθοεργ(ε)·ετωσαν, αγαθοεργ(ε)·οντων classical, αγαθουργ(ε)·ετωσαν, αγαθουργ(ε)·οντων classicalαγαθοεργεισθωσαν, αγαθοεργεισθων, αγαθουργεισθωσαν, αγαθουργεισθωναγαθοεργ(ε)·εσθωσαν, αγαθοεργ(ε)·εσθων classical, αγαθουργ(ε)·εσθωσαν, αγαθουργ(ε)·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αγαθοεργειν[GNT], αγαθουργειν​αγαθοεργ(ε)·ειν, αγαθουργ(ε)·ειν​αγαθοεργεισθαι, αγαθουργεισθαι​αγαθοεργ(ε)·εσθαι, αγαθουργ(ε)·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαγαθοεργουσα, αγαθουργουσααγαθοεργουν, αγαθουργουναγαθοεργ(ε)·ουσ·α, αγαθουργ(ε)·ουσ·ααγαθοεργ(ε)·ο[υ]ν[τ], αγαθουργ(ε)·ο[υ]ν[τ]
Nomαγαθοεργων, αγαθουργων[GNT]αγαθοεργ(ε)·ο[υ]ν[τ]·^, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ν[τ]·^
Accαγαθοεργουσαν, αγαθουργουσαναγαθοεργουντα, αγαθουργουντααγαθοεργ(ε)·ουσ·αν, αγαθουργ(ε)·ουσ·αναγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·α, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·α
Datαγαθοεργουσῃ, αγαθουργουσῃαγαθοεργουντι, αγαθουργουντιαγαθοεργ(ε)·ουσ·ῃ, αγαθουργ(ε)·ουσ·ῃαγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·ι, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·ι
Genαγαθοεργουσης, αγαθουργουσηςαγαθοεργουντος, αγαθουργουντοςαγαθοεργ(ε)·ουσ·ης, αγαθουργ(ε)·ουσ·ηςαγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·ος, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·ος
PlVocαγαθοεργουσαι, αγαθουργουσαιαγαθοεργουντες, αγαθουργουντεςαγαθοεργουντα, αγαθουργουντααγαθοεργ(ε)·ουσ·αι, αγαθουργ(ε)·ουσ·αιαγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·ες, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·εςαγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·α, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·α
Nom
Accαγαθοεργουσας, αγαθουργουσαςαγαθοεργουντας, αγαθουργουνταςαγαθοεργ(ε)·ουσ·ας, αγαθουργ(ε)·ουσ·αςαγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·ας, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·ας
Datαγαθοεργουσαις, αγαθουργουσαιςαγαθοεργουσι, αγαθοεργουσιν, αγαθουργουσι, αγαθουργουσιναγαθοεργ(ε)·ουσ·αις, αγαθουργ(ε)·ουσ·αιςαγαθοεργ(ε)·ου[ντ]·σι(ν), αγαθουργ(ε)·ου[ντ]·σι(ν)
Genαγαθοεργουσων, αγαθουργουσωναγαθοεργουντων, αγαθουργουντωναγαθοεργ(ε)·ουσ·ων, αγαθουργ(ε)·ουσ·ωναγαθοεργ(ε)·ο[υ]ντ·ων, αγαθουργ(ε)·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαγαθοεργουμενη, αγαθουργουμενηαγαθοεργουμενε, αγαθουργουμενεαγαθοεργ(ε)·ομεν·η, αγαθουργ(ε)·ομεν·ηαγαθοεργ(ε)·ομεν·ε, αγαθουργ(ε)·ομεν·ε
Nomαγαθοεργουμενος, αγαθουργουμενοςαγαθοεργ(ε)·ομεν·ος, αγαθουργ(ε)·ομεν·ος
Accαγαθοεργουμενην, αγαθουργουμενηναγαθοεργουμενον, αγαθουργουμενοναγαθοεργ(ε)·ομεν·ην, αγαθουργ(ε)·ομεν·ηναγαθοεργ(ε)·ομεν·ον, αγαθουργ(ε)·ομεν·ον
Datαγαθοεργουμενῃ, αγαθουργουμενῃαγαθοεργουμενῳ, αγαθουργουμενῳαγαθοεργ(ε)·ομεν·ῃ, αγαθουργ(ε)·ομεν·ῃαγαθοεργ(ε)·ομεν·ῳ, αγαθουργ(ε)·ομεν·ῳ
Genαγαθοεργουμενης, αγαθουργουμενηςαγαθοεργουμενου, αγαθουργουμενουαγαθοεργ(ε)·ομεν·ης, αγαθουργ(ε)·ομεν·ηςαγαθοεργ(ε)·ομεν·ου, αγαθουργ(ε)·ομεν·ου
PlVocαγαθοεργουμεναι, αγαθουργουμεναιαγαθοεργουμενοι, αγαθουργουμενοιαγαθοεργουμενα, αγαθουργουμενααγαθοεργ(ε)·ομεν·αι, αγαθουργ(ε)·ομεν·αιαγαθοεργ(ε)·ομεν·οι, αγαθουργ(ε)·ομεν·οιαγαθοεργ(ε)·ομεν·α, αγαθουργ(ε)·ομεν·α
Nom
Accαγαθοεργουμενας, αγαθουργουμεναςαγαθοεργουμενους, αγαθουργουμενουςαγαθοεργ(ε)·ομεν·ας, αγαθουργ(ε)·ομεν·αςαγαθοεργ(ε)·ομεν·ους, αγαθουργ(ε)·ομεν·ους
Datαγαθοεργουμεναις, αγαθουργουμεναιςαγαθοεργουμενοις, αγαθουργουμενοιςαγαθοεργ(ε)·ομεν·αις, αγαθουργ(ε)·ομεν·αιςαγαθοεργ(ε)·ομεν·οις, αγαθουργ(ε)·ομεν·οις
Genαγαθοεργουμενων, αγαθουργουμενωναγαθοεργουμενων, αγαθουργουμενωναγαθοεργ(ε)·ομεν·ων, αγαθουργ(ε)·ομεν·ωναγαθοεργ(ε)·ομεν·ων, αγαθουργ(ε)·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stηγαθοεργουν, ηγαθουργουνε·αγαθοεργ(ε)·ον, ε·αγαθουργ(ε)·ονηγαθοεργουμην, ηγαθουργουμηνε·αγαθοεργ(ε)·ομην, ε·αγαθουργ(ε)·ομην
2ndηγαθοεργεις, ηγαθουργειςε·αγαθοεργ(ε)·ες, ε·αγαθουργ(ε)·εςηγαθοεργου, ηγαθουργουε·αγαθοεργ(ε)·ου, ε·αγαθουργ(ε)·ου
3rdηγαθοεργει, ηγαθουργειε·αγαθοεργ(ε)·ε, ε·αγαθουργ(ε)·εηγαθοεργειτο, ηγαθουργειτοε·αγαθοεργ(ε)·ετο, ε·αγαθουργ(ε)·ετο
Pl1stηγαθοεργουμεν, ηγαθουργουμενε·αγαθοεργ(ε)·ομεν, ε·αγαθουργ(ε)·ομενηγαθοεργουμεθα, ηγαθουργουμεθαε·αγαθοεργ(ε)·ομεθα, ε·αγαθουργ(ε)·ομεθα
2ndηγαθοεργειτε, ηγαθουργειτεε·αγαθοεργ(ε)·ετε, ε·αγαθουργ(ε)·ετεηγαθοεργεισθε, ηγαθουργεισθεε·αγαθοεργ(ε)·εσθε, ε·αγαθουργ(ε)·εσθε
3rdηγαθοεργουν, ηγαθοεργουσαν, ηγαθουργουν, ηγαθουργουσανε·αγαθοεργ(ε)·ον, ε·αγαθοεργ(ε)·οσαν alt, ε·αγαθουργ(ε)·ον, ε·αγαθουργ(ε)·οσαν altηγαθοεργουντο, ηγαθουργουντοε·αγαθοεργ(ε)·οντο, ε·αγαθουργ(ε)·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Friday, 29-Mar-2024 02:18:42 EDT