ποτιζω • POTIZW • potizō

Search: ποτιζε

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
ποτιζεποτίζωποτιζ·εpres act imp 2nd sg

ποτίζω (ποτιζ-, ποτι(ε)·[σ]-/ποτι·σ-, ποτι·σ-, πεποτι·κ-, -, ποτισ·θ-)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτιζωποτιζ·ωποτιζομαιποτιζ·ομαι
2ndποτιζειςποτιζ·ειςποτιζῃ, ποτιζει[GNT], ποτιζεσαιποτιζ·ῃ, ποτιζ·ει classical, ποτιζ·εσαι alt
3rdποτιζει[GNT]ποτιζ·ειποτιζεταιποτιζ·εται
Pl1stποτιζομενποτιζ·ομενποτιζομεθαποτιζ·ομεθα
2ndποτιζετεποτιζ·ετεποτιζεσθεποτιζ·εσθε
3rdποτιζουσιν, ποτιζουσιποτιζ·ουσι(ν)ποτιζονταιποτιζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτιζωποτιζ·ωποτιζωμαιποτιζ·ωμαι
2ndποτιζῃςποτιζ·ῃςποτιζῃποτιζ·ῃ
3rdποτιζῃποτιζ·ῃποτιζηταιποτιζ·ηται
Pl1stποτιζωμενποτιζ·ωμενποτιζωμεθαποτιζ·ωμεθα
2ndποτιζητεποτιζ·ητεποτιζησθεποτιζ·ησθε
3rdποτιζωσιν[LXX], ποτιζωσιποτιζ·ωσι(ν), ποτιζ·ωσι(ν)ποτιζωνταιποτιζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτιζοιμιποτιζ·οιμιποτιζοιμηνποτιζ·οιμην
2ndποτιζοιςποτιζ·οιςποτιζοιοποτιζ·οιο
3rdποτιζοιποτιζ·οιποτιζοιτοποτιζ·οιτο
Pl1stποτιζοιμενποτιζ·οιμενποτιζοιμεθαποτιζ·οιμεθα
2ndποτιζοιτεποτιζ·οιτεποτιζοισθεποτιζ·οισθε
3rdποτιζοιεν, ποτιζοισανποτιζ·οιεν, ποτιζ·οισαν altποτιζοιντοποτιζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndποτιζε[GNT][LXX]ποτιζ·εποτιζουποτιζ·ου
3rdποτιζετωποτιζ·ετωποτιζεσθωποτιζ·εσθω
Pl1st
2ndποτιζετεποτιζ·ετεποτιζεσθεποτιζ·εσθε
3rdποτιζετωσαν, ποτιζοντωνποτιζ·ετωσαν, ποτιζ·οντων classicalποτιζεσθωσαν, ποτιζεσθωνποτιζ·εσθωσαν, ποτιζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ποτιζειν[LXX]​ποτιζ·εινποτιζεσθαι​ποτιζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτιζουσαποτιζονποτιζ·ουσ·αποτιζ·ο[υ]ν[τ]
Nomποτιζων[GNT][LXX]ποτιζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accποτιζουσανποτιζονταποτιζ·ουσ·ανποτιζ·ο[υ]ντ·α
Datποτιζουσῃποτιζοντιποτιζ·ουσ·ῃποτιζ·ο[υ]ντ·ι
Genποτιζουσηςποτιζοντοςποτιζ·ουσ·ηςποτιζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocποτιζουσαιποτιζοντεςποτιζονταποτιζ·ουσ·αιποτιζ·ο[υ]ντ·εςποτιζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accποτιζουσαςποτιζονταςποτιζ·ουσ·αςποτιζ·ο[υ]ντ·ας
Datποτιζουσαιςποτιζουσι, ποτιζουσινποτιζ·ουσ·αιςποτιζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genποτιζουσωνποτιζοντωνποτιζ·ουσ·ωνποτιζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτιζομενη[LXX]ποτιζομενεποτιζ·ομεν·ηποτιζ·ομεν·ε
Nomποτιζομενοςποτιζ·ομεν·ος
Accποτιζομενηνποτιζομενονποτιζ·ομεν·ηνποτιζ·ομεν·ον
Datποτιζομενῃποτιζομενῳποτιζ·ομεν·ῃποτιζ·ομεν·ῳ
Genποτιζομενηςποτιζομενουποτιζ·ομεν·ηςποτιζ·ομεν·ου
PlVocποτιζομεναιποτιζομενοιποτιζομεναποτιζ·ομεν·αιποτιζ·ομεν·οιποτιζ·ομεν·α
Nom
Accποτιζομεναςποτιζομενουςποτιζ·ομεν·αςποτιζ·ομεν·ους
Datποτιζομεναιςποτιζομενοιςποτιζ·ομεν·αιςποτιζ·ομεν·οις
Genποτιζομενωνποτιζομενωνποτιζ·ομεν·ωνποτιζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεποτιζον[LXX]ε·ποτιζ·ονεποτιζομηνε·ποτιζ·ομην
2ndεποτιζεςε·ποτιζ·εςεποτιζουε·ποτιζ·ου
3rdεποτιζεν[GNT][LXX], εποτιζεε·ποτιζ·ε(ν), ε·ποτιζ·ε(ν)εποτιζετοε·ποτιζ·ετο
Pl1stεποτιζομενε·ποτιζ·ομενεποτιζομεθαε·ποτιζ·ομεθα
2ndεποτιζετε[LXX]ε·ποτιζ·ετεεποτιζεσθεε·ποτιζ·εσθε
3rdεποτιζον[LXX], εποτιζοσανε·ποτιζ·ον, ε·ποτιζ·οσαν altεποτιζοντοε·ποτιζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτιω[LXX], ποτισωποτι(ε)·[σ]ω, ποτι·σωποτιουμαι, ποτισομαιποτι(ε)·[σ]ομαι, ποτι·σομαι
2ndποτιεις[LXX], ποτισειςποτι(ε)·[σ]εις, ποτι·σειςποτιῃ, ποτιει[LXX], ποτιεισαι, ποτισῃ[GNT], ποτισει[LXX], ποτισεσαιποτι(ε)·[σ]ῃ, ποτι(ε)·[σ]ει classical, ποτι(ε)·[σ]εσαι alt, ποτι·σῃ, ποτι·σει classical, ποτι·σεσαι alt
3rdποτιει[LXX], ποτισει[LXX]ποτι(ε)·[σ]ει, ποτι·σειποτιειται, ποτισεταιποτι(ε)·[σ]εται, ποτι·σεται
Pl1stποτιουμεν[LXX], ποτισομενποτι(ε)·[σ]ομεν, ποτι·σομενποτιουμεθα, ποτισομεθαποτι(ε)·[σ]ομεθα, ποτι·σομεθα
2ndποτιειτε[LXX], ποτισετεποτι(ε)·[σ]ετε, ποτι·σετεποτιεισθε, ποτισεσθεποτι(ε)·[σ]εσθε, ποτι·σεσθε
3rdποτιουσιν[LXX], ποτιουσι, ποτισουσιν, ποτισουσιποτι(ε)·[σ]ουσι(ν), ποτι(ε)·[σ]ουσι(ν), ποτι·σουσι(ν)ποτιουνται, ποτισονταιποτι(ε)·[σ]ονται, ποτι·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτιοιμι, ποτισοιμιποτι(ε)·[σ]οιμι, ποτι·σοιμιποτιοιμην, ποτισοιμηνποτι(ε)·[σ]οιμην, ποτι·σοιμην
2ndποτιοις, ποτισοιςποτι(ε)·[σ]οις, ποτι·σοιςποτιοιο, ποτισοιοποτι(ε)·[σ]οιο, ποτι·σοιο
3rdποτιοι, ποτισοιποτι(ε)·[σ]οι, ποτι·σοιποτιοιτο, ποτισοιτοποτι(ε)·[σ]οιτο, ποτι·σοιτο
Pl1stποτιοιμεν, ποτισοιμενποτι(ε)·[σ]οιμεν, ποτι·σοιμενποτιοιμεθα, ποτισοιμεθαποτι(ε)·[σ]οιμεθα, ποτι·σοιμεθα
2ndποτιοιτε, ποτισοιτεποτι(ε)·[σ]οιτε, ποτι·σοιτεποτιοισθε, ποτισοισθεποτι(ε)·[σ]οισθε, ποτι·σοισθε
3rdποτιοιεν, ποτισοιενποτι(ε)·[σ]οιεν, ποτι·σοιενποτιοιντο, ποτισοιντοποτι(ε)·[σ]οιντο, ποτι·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ποτιειν, ποτισειν​ποτι(ε)·[σ]ειν, ποτι·σειν​ποτιεισθαι, ποτισεσθαι​ποτι(ε)·[σ]εσθαι, ποτι·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτιουσα, ποτισουσαποτιουν, ποτισον[LXX]ποτι(ε)·[σ]ουσ·α, ποτι·σουσ·αποτι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ], ποτι·σο[υ]ν[τ]
Nomποτιων, ποτισωνποτι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]·^, ποτι·σο[υ]ν[τ]·^
Accποτιουσαν, ποτισουσανποτιουντα, ποτισονταποτι(ε)·[σ]ουσ·αν, ποτι·σουσ·ανποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α, ποτι·σο[υ]ντ·α
Datποτιουσῃ, ποτισουσῃποτιουντι, ποτισοντιποτι(ε)·[σ]ουσ·ῃ, ποτι·σουσ·ῃποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ι, ποτι·σο[υ]ντ·ι
Genποτιουσης, ποτισουσηςποτιουντος, ποτισοντοςποτι(ε)·[σ]ουσ·ης, ποτι·σουσ·ηςποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ος, ποτι·σο[υ]ντ·ος
PlVocποτιουσαι, ποτισουσαιποτιουντες, ποτισοντεςποτιουντα, ποτισονταποτι(ε)·[σ]ουσ·αι, ποτι·σουσ·αιποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ες, ποτι·σο[υ]ντ·εςποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α, ποτι·σο[υ]ντ·α
Nom
Accποτιουσας, ποτισουσαςποτιουντας, ποτισονταςποτι(ε)·[σ]ουσ·ας, ποτι·σουσ·αςποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ας, ποτι·σο[υ]ντ·ας
Datποτιουσαις, ποτισουσαιςποτιουσι, ποτιουσιν[LXX], ποτισουσι, ποτισουσινποτι(ε)·[σ]ουσ·αις, ποτι·σουσ·αιςποτι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν), ποτι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν), ποτι·σου[ντ]·σι(ν)
Genποτιουσων, ποτισουσωνποτιουντων, ποτισοντωνποτι(ε)·[σ]ουσ·ων, ποτι·σουσ·ωνποτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ων, ποτι·σο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτιουμενη, ποτισομενηποτιουμενε, ποτισομενεποτι(ε)·[σ]ομεν·η, ποτι·σομεν·ηποτι(ε)·[σ]ομεν·ε, ποτι·σομεν·ε
Nomποτιουμενος, ποτισομενοςποτι(ε)·[σ]ομεν·ος, ποτι·σομεν·ος
Accποτιουμενην, ποτισομενηνποτιουμενον, ποτισομενονποτι(ε)·[σ]ομεν·ην, ποτι·σομεν·ηνποτι(ε)·[σ]ομεν·ον, ποτι·σομεν·ον
Datποτιουμενῃ, ποτισομενῃποτιουμενῳ, ποτισομενῳποτι(ε)·[σ]ομεν·ῃ, ποτι·σομεν·ῃποτι(ε)·[σ]ομεν·ῳ, ποτι·σομεν·ῳ
Genποτιουμενης, ποτισομενηςποτιουμενου, ποτισομενουποτι(ε)·[σ]ομεν·ης, ποτι·σομεν·ηςποτι(ε)·[σ]ομεν·ου, ποτι·σομεν·ου
PlVocποτιουμεναι, ποτισομεναιποτιουμενοι, ποτισομενοιποτιουμενα, ποτισομεναποτι(ε)·[σ]ομεν·αι, ποτι·σομεν·αιποτι(ε)·[σ]ομεν·οι, ποτι·σομεν·οιποτι(ε)·[σ]ομεν·α, ποτι·σομεν·α
Nom
Accποτιουμενας, ποτισομεναςποτιουμενους, ποτισομενουςποτι(ε)·[σ]ομεν·ας, ποτι·σομεν·αςποτι(ε)·[σ]ομεν·ους, ποτι·σομεν·ους
Datποτιουμεναις, ποτισομεναιςποτιουμενοις, ποτισομενοιςποτι(ε)·[σ]ομεν·αις, ποτι·σομεν·αιςποτι(ε)·[σ]ομεν·οις, ποτι·σομεν·οις
Genποτιουμενων, ποτισομενωνποτιουμενων, ποτισομενωνποτι(ε)·[σ]ομεν·ων, ποτι·σομεν·ωνποτι(ε)·[σ]ομεν·ων, ποτι·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεποτισα[GNT][LXX]ε·ποτι·σαεποτισαμηνε·ποτι·σαμην
2ndεποτισας[LXX]ε·ποτι·σαςεποτισωε·ποτι·σω
3rdεποτισεν[GNT][LXX], εποτισεε·ποτι·σε(ν), ε·ποτι·σε(ν)εποτισατοε·ποτι·σατο
Pl1stεποτισαμεν[GNT]ε·ποτι·σαμενεποτισαμεθαε·ποτι·σαμεθα
2ndεποτισατε[GNT]ε·ποτι·σατεεποτισασθεε·ποτι·σασθε
3rdεποτισαν[LXX]ε·ποτι·σανεποτισαντοε·ποτι·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτισωποτι·σωποτισωμαιποτι·σωμαι
2ndποτισῃςποτι·σῃςποτισῃ[GNT]ποτι·σῃ
3rdποτισῃ[GNT]ποτι·σῃποτισηταιποτι·σηται
Pl1stποτισωμεν[LXX]ποτι·σωμενποτισωμεθαποτι·σωμεθα
2ndποτισητεποτι·σητεποτισησθεποτι·σησθε
3rdποτισωσιν, ποτισωσιποτι·σωσι(ν)ποτισωνταιποτι·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stποτισαιμιποτι·σαιμιποτισαιμηνποτι·σαιμην
2ndποτισαις, ποτισειαςποτι·σαις, ποτι·σειας classicalποτισαιοποτι·σαιο
3rdποτισαι[LXX], ποτισειεποτι·σαι, ποτι·σειε classicalποτισαιτοποτι·σαιτο
Pl1stποτισαιμενποτι·σαιμενποτισαιμεθαποτι·σαιμεθα
2ndποτισαιτεποτι·σαιτεποτισαισθεποτι·σαισθε
3rdποτισαιεν, ποτισαισαν, ποτισειαν, ποτισειενποτι·σαιεν, ποτι·σαισαν alt, ποτι·σειαν classical, ποτι·σειεν classicalποτισαιντοποτι·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndποτισον[LXX]ποτι·σονποτισαι[LXX]ποτι·σαι
3rdποτισατωποτι·σατωποτισασθωποτι·σασθω
Pl1st
2ndποτισατεποτι·σατεποτισασθεποτι·σασθε
3rdποτισατωσαν, ποτισαντωνποτι·σατωσαν, ποτι·σαντων classicalποτισασθωσαν, ποτισασθωνποτι·σασθωσαν, ποτι·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ποτισαι[LXX]​ποτι·σαιποτισασθαι​ποτι·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτισασαποτισας[LXX]ποτισανποτι·σασ·αποτι·σα[ντ]·ςποτι·σαν[τ]
Nom
Accποτισασανποτισανταποτι·σασ·ανποτι·σαντ·α
Datποτισασῃποτισαντιποτι·σασ·ῃποτι·σαντ·ι
Genποτισασηςποτισαντοςποτι·σασ·ηςποτι·σαντ·ος
PlVocποτισασαιποτισαντες[LXX]ποτισανταποτι·σασ·αιποτι·σαντ·εςποτι·σαντ·α
Nom
Accποτισασαςποτισανταςποτι·σασ·αςποτι·σαντ·ας
Datποτισασαιςποτισασι, ποτισασινποτι·σασ·αιςποτι·σα[ντ]·σι(ν)
Genποτισασωνποτισαντωνποτι·σασ·ωνποτι·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτισαμενηποτισαμενεποτι·σαμεν·ηποτι·σαμεν·ε
Nomποτισαμενοςποτι·σαμεν·ος
Accποτισαμενηνποτισαμενονποτι·σαμεν·ηνποτι·σαμεν·ον
Datποτισαμενῃποτισαμενῳποτι·σαμεν·ῃποτι·σαμεν·ῳ
Genποτισαμενηςποτισαμενουποτι·σαμεν·ηςποτι·σαμεν·ου
PlVocποτισαμεναιποτισαμενοιποτισαμεναποτι·σαμεν·αιποτι·σαμεν·οιποτι·σαμεν·α
Nom
Accποτισαμεναςποτισαμενουςποτι·σαμεν·αςποτι·σαμεν·ους
Datποτισαμεναιςποτισαμενοιςποτι·σαμεν·αιςποτι·σαμεν·οις
Genποτισαμενωνποτισαμενωνποτι·σαμεν·ωνποτι·σαμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stπεποτικαπεποτι·κα
2ndπεποτικας, πεποτικεςπεποτι·κας, πεποτι·κες alt
3rdπεποτικεν[GNT][LXX], πεποτικεπεποτι·κε(ν), πεποτι·κε(ν)
Pl1stπεποτικαμενπεποτι·καμεν
2ndπεποτικατεπεποτι·κατε
3rdπεποτικασιν, πεποτικασι, πεποτικανπεποτι·κασι(ν), πεποτι·καν alt

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stπεποτικωπεποτι·κω
2ndπεποτικῃςπεποτι·κῃς
3rdπεποτικῃπεποτι·κῃ
Pl1stπεποτικωμενπεποτι·κωμεν
2ndπεποτικητεπεποτι·κητε
3rdπεποτικωσιν, πεποτικωσιπεποτι·κωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stπεποτικοιμι, πεποτικοιηνπεποτι·κοιμι, πεποτι·κοιην classical
2ndπεποτικοις, πεποτικοιηςπεποτι·κοις, πεποτι·κοιης classical
3rdπεποτικοι, πεποτικοιηπεποτι·κοι, πεποτι·κοιη classical
Pl1stπεποτικοιμενπεποτι·κοιμεν
2ndπεποτικοιτεπεποτι·κοιτε
3rdπεποτικοιενπεποτι·κοιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndπεποτικεπεποτι·κε
3rdπεποτικετωπεποτι·κετω
Pl1st
2ndπεποτικετεπεποτι·κετε
3rdπεποτικετωσανπεποτι·κετωσαν

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
πεποτικεναι​πεποτι·κεναι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocπεποτικυιαπεποτικοςπεποτι·κυι·απεποτι·κο[τ]·ς
Nomπεποτικωςπεποτι·κο[τ]·^ς
Accπεποτικυιανπεποτικοταπεποτι·κυι·ανπεποτι·κοτ·α
Datπεποτικυιᾳπεποτικοτιπεποτι·κυι·ᾳπεποτι·κοτ·ι
Genπεποτικυιαςπεποτικοτοςπεποτι·κυι·αςπεποτι·κοτ·ος
PlVocπεποτικυιαιπεποτικοτεςπεποτικοταπεποτι·κυι·αιπεποτι·κοτ·εςπεποτι·κοτ·α
Nom
Accπεποτικυιαςπεποτικοταςπεποτι·κυι·αςπεποτι·κοτ·ας
Datπεποτικυιαιςπεποτικοσι, πεποτικοσινπεποτι·κυι·αιςπεποτι·κο[τ]·σι(ν)
Genπεποτικυιωνπεποτικοτωνπεποτι·κυι·ωνπεποτι·κοτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεπεποτικειν, επεποτικηε·πεποτι·κειν, ε·πεποτι·κη classical
2ndεπεποτικεις, επεποτικηςε·πεποτι·κεις, ε·πεποτι·κης classical
3rdεπεποτικειε·πεποτι·κει
Pl1stεπεποτικειμεν, επεποτικεμενε·πεποτι·κειμεν, ε·πεποτι·κεμεν classical
2ndεπεποτικειτε, επεποτικετεε·πεποτι·κειτε, ε·πεποτι·κετε classical
3rdεπεποτικεισαν, επεποτικεσανε·πεποτι·κεισαν, ε·πεποτι·κεσαν classical

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stπεποτικειν, πεποτικη[ε]·πεποτι·κειν, [ε]·πεποτι·κη classical
2ndπεποτικεις, πεποτικης[ε]·πεποτι·κεις, [ε]·πεποτι·κης classical
3rdπεποτικει[ε]·πεποτι·κει
Pl1stπεποτικειμεν, πεποτικεμεν[ε]·πεποτι·κειμεν, [ε]·πεποτι·κεμεν classical
2ndπεποτικειτε, πεποτικετε[ε]·πεποτι·κειτε, [ε]·πεποτι·κετε classical
3rdπεποτικεισαν, πεποτικεσαν[ε]·πεποτι·κεισαν, [ε]·πεποτι·κεσαν classical

6th Principal Part (θη-Aorist and θη-Future) [hide]

θη-Aorist Indicative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stεποτισθηνε·ποτισ·θην
2ndεποτισθηςε·ποτισ·θης
3rdεποτισθηε·ποτισ·θη
Pl1stεποτισθημεν[GNT]ε·ποτισ·θημεν
2ndεποτισθητεε·ποτισ·θητε
3rdεποτισθησανε·ποτισ·θησαν

θη-Future Indicative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stποτισθησομαιποτισ·θησομαι
2ndποτισθησῃ, ποτισθησειποτισ·θησῃ, ποτισ·θησει classical
3rdποτισθησεται[LXX]ποτισ·θησεται
Pl1stποτισθησομεθαποτισ·θησομεθα
2ndποτισθησεσθεποτισ·θησεσθε
3rdποτισθησονταιποτισ·θησονται

θη-Aorist Subjunctive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stποτισθωποτισ·θω
2ndποτισθῃςποτισ·θῃς
3rdποτισθῃποτισ·θῃ
Pl1stποτισθωμενποτισ·θωμεν
2ndποτισθητεποτισ·θητε
3rdποτισθωσιν, ποτισθωσιποτισ·θωσι(ν)

θη-Aorist Optative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stποτισθειηνποτισ·θειην
2ndποτισθειηςποτισ·θειης
3rdποτισθειηποτισ·θειη
Pl1stποτισθειημεν, ποτισθειμενποτισ·θειημεν, ποτισ·θειμεν classical
2ndποτισθειητε, ποτισθειτεποτισ·θειητε, ποτισ·θειτε classical
3rdποτισθειησαν, ποτισθειενποτισ·θειησαν, ποτισ·θειεν classical

θη-Future Optative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stποτισθησοιμηνποτισ·θησοιμην
2ndποτισθησοιοποτισ·θησοιο
3rdποτισθησοιτοποτισ·θησοιτο
Pl1stποτισθησοιμεθαποτισ·θησοιμεθα
2ndποτισθησοισθεποτισ·θησοισθε
3rdποτισθησοιντοποτισ·θησοιντο

θη-Aorist Imperative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1st
2ndποτισθητιποτισ·θητι
3rdποτισθητωποτισ·θητω
Pl1st
2ndποτισθητεποτισ·θητε
3rdποτισθητωσαν, ποτισθεντωνποτισ·θητωσαν, ποτισ·θεντων classical

θη-Aorist Infinitive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
ποτισθηναι​ποτισ·θηναι​

θη-Future Infinitive [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
ποτισθησεσθαι​ποτισ·θησεσθαι​

θη-Aorist Participle [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτισθεισαποτισθειςποτισθενποτισ·θεισ·αποτισ·θει[ντ]·ςποτισ·θε[ι]ν[τ]
Nom
Accποτισθεισανποτισθενταποτισ·θεισ·ανποτισ·θε[ι]ντ·α
Datποτισθεισῃποτισθεντιποτισ·θεισ·ῃποτισ·θε[ι]ντ·ι
Genποτισθεισηςποτισθεντοςποτισ·θεισ·ηςποτισ·θε[ι]ντ·ος
PlVocποτισθεισαιποτισθεντεςποτισθενταποτισ·θεισ·αιποτισ·θε[ι]ντ·εςποτισ·θε[ι]ντ·α
Nom
Accποτισθεισαςποτισθενταςποτισ·θεισ·αςποτισ·θε[ι]ντ·ας
Datποτισθεισαιςποτισθεισι, ποτισθεισινποτισ·θεισ·αιςποτισ·θει[ντ]·σι(ν)
Genποτισθεισωνποτισθεντωνποτισ·θεισ·ωνποτισ·θε[ι]ντ·ων

θη-Future Participle [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocποτισθησομενηποτισθησομενεποτισ·θησομεν·ηποτισ·θησομεν·ε
Nomποτισθησομενοςποτισ·θησομεν·ος
Accποτισθησομενηνποτισθησομενονποτισ·θησομεν·ηνποτισ·θησομεν·ον
Datποτισθησομενῃποτισθησομενῳποτισ·θησομεν·ῃποτισ·θησομεν·ῳ
Genποτισθησομενηςποτισθησομενουποτισ·θησομεν·ηςποτισ·θησομεν·ου
PlVocποτισθησομεναιποτισθησομενοιποτισθησομεναποτισ·θησομεν·αιποτισ·θησομεν·οιποτισ·θησομεν·α
Nom
Accποτισθησομεναςποτισθησομενουςποτισ·θησομεν·αςποτισ·θησομεν·ους
Datποτισθησομεναιςποτισθησομενοιςποτισ·θησομεν·αιςποτισ·θησομεν·οις
Genποτισθησομενωνποτισθησομενωνποτισ·θησομεν·ωνποτισ·θησομεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Monday, 18-Mar-2024 23:29:35 EDT