μετατρεπω • METATREPW • metatrepō

Search: μετατρεψαι

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
μετατρεψαι; μετατρεψαι; μετατρεψαιμετατρέπωμετα·τρεπ·σαι; μετα·τρεπ·σαι; μετα·τρεπ·σαι1aor mp imp 2nd sg; 1aor act opt 3rd sg; 1aor act inf

μετα·τρέπω (μετα+τρεπ-, -, μετα+τρεψ-, -, -, μετα+τραπ·[θ]-)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετατρεπωμετα·τρεπ·ωμετατρεπομαιμετα·τρεπ·ομαι
2ndμετατρεπειςμετα·τρεπ·ειςμετατρεπῃ, μετατρεπει, μετατρεπεσαιμετα·τρεπ·ῃ, μετα·τρεπ·ει classical, μετα·τρεπ·εσαι alt
3rdμετατρεπειμετα·τρεπ·ειμετατρεπεταιμετα·τρεπ·εται
Pl1stμετατρεπομενμετα·τρεπ·ομενμετατρεπομεθαμετα·τρεπ·ομεθα
2ndμετατρεπετεμετα·τρεπ·ετεμετατρεπεσθεμετα·τρεπ·εσθε
3rdμετατρεπουσιν, μετατρεπουσιμετα·τρεπ·ουσι(ν)μετατρεπονταιμετα·τρεπ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετατρεπωμετα·τρεπ·ωμετατρεπωμαιμετα·τρεπ·ωμαι
2ndμετατρεπῃςμετα·τρεπ·ῃςμετατρεπῃμετα·τρεπ·ῃ
3rdμετατρεπῃμετα·τρεπ·ῃμετατρεπηταιμετα·τρεπ·ηται
Pl1stμετατρεπωμενμετα·τρεπ·ωμενμετατρεπωμεθαμετα·τρεπ·ωμεθα
2ndμετατρεπητεμετα·τρεπ·ητεμετατρεπησθεμετα·τρεπ·ησθε
3rdμετατρεπωσιν, μετατρεπωσιμετα·τρεπ·ωσι(ν)μετατρεπωνταιμετα·τρεπ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετατρεποιμιμετα·τρεπ·οιμιμετατρεποιμηνμετα·τρεπ·οιμην
2ndμετατρεποιςμετα·τρεπ·οιςμετατρεποιομετα·τρεπ·οιο
3rdμετατρεποιμετα·τρεπ·οιμετατρεποιτομετα·τρεπ·οιτο
Pl1stμετατρεποιμενμετα·τρεπ·οιμενμετατρεποιμεθαμετα·τρεπ·οιμεθα
2ndμετατρεποιτεμετα·τρεπ·οιτεμετατρεποισθεμετα·τρεπ·οισθε
3rdμετατρεποιεν, μετατρεποισανμετα·τρεπ·οιεν, μετα·τρεπ·οισαν altμετατρεποιντομετα·τρεπ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndμετατρεπεμετα·τρεπ·εμετατρεπουμετα·τρεπ·ου
3rdμετατρεπετωμετα·τρεπ·ετωμετατρεπεσθωμετα·τρεπ·εσθω
Pl1st
2ndμετατρεπετεμετα·τρεπ·ετεμετατρεπεσθεμετα·τρεπ·εσθε
3rdμετατρεπετωσαν, μετατρεποντωνμετα·τρεπ·ετωσαν, μετα·τρεπ·οντων classicalμετατρεπεσθωσαν, μετατρεπεσθωνμετα·τρεπ·εσθωσαν, μετα·τρεπ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
μετατρεπειν​μετα·τρεπ·ειν​μετατρεπεσθαι​μετα·τρεπ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετατρεπουσαμετατρεπονμετα·τρεπ·ουσ·αμετα·τρεπ·ο[υ]ν[τ]
Nomμετατρεπωνμετα·τρεπ·ο[υ]ν[τ]·^
Accμετατρεπουσανμετατρεπονταμετα·τρεπ·ουσ·ανμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·α
Datμετατρεπουσῃμετατρεποντιμετα·τρεπ·ουσ·ῃμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·ι
Genμετατρεπουσηςμετατρεποντοςμετα·τρεπ·ουσ·ηςμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·ος
PlVocμετατρεπουσαιμετατρεποντεςμετατρεπονταμετα·τρεπ·ουσ·αιμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·εςμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accμετατρεπουσαςμετατρεπονταςμετα·τρεπ·ουσ·αςμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·ας
Datμετατρεπουσαιςμετατρεπουσι, μετατρεπουσινμετα·τρεπ·ουσ·αιςμετα·τρεπ·ου[ντ]·σι(ν)
Genμετατρεπουσωνμετατρεποντωνμετα·τρεπ·ουσ·ωνμετα·τρεπ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετατρεπομενημετατρεπομενεμετα·τρεπ·ομεν·ημετα·τρεπ·ομεν·ε
Nomμετατρεπομενοςμετα·τρεπ·ομεν·ος
Accμετατρεπομενηνμετατρεπομενονμετα·τρεπ·ομεν·ηνμετα·τρεπ·ομεν·ον
Datμετατρεπομενῃμετατρεπομενῳμετα·τρεπ·ομεν·ῃμετα·τρεπ·ομεν·ῳ
Genμετατρεπομενηςμετατρεπομενουμετα·τρεπ·ομεν·ηςμετα·τρεπ·ομεν·ου
PlVocμετατρεπομεναιμετατρεπομενοιμετατρεπομεναμετα·τρεπ·ομεν·αιμετα·τρεπ·ομεν·οιμετα·τρεπ·ομεν·α
Nom
Accμετατρεπομεναςμετατρεπομενουςμετα·τρεπ·ομεν·αςμετα·τρεπ·ομεν·ους
Datμετατρεπομεναιςμετατρεπομενοιςμετα·τρεπ·ομεν·αιςμετα·τρεπ·ομεν·οις
Genμετατρεπομενωνμετατρεπομενωνμετα·τρεπ·ομεν·ωνμετα·τρεπ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετετρεπονμετα·ε·τρεπ·ονμετετρεπομηνμετα·ε·τρεπ·ομην
2ndμετετρεπεςμετα·ε·τρεπ·εςμετετρεπουμετα·ε·τρεπ·ου
3rdμετετρεπεν, μετετρεπεμετα·ε·τρεπ·ε(ν)μετετρεπετο[LXX]μετα·ε·τρεπ·ετο
Pl1stμετετρεπομενμετα·ε·τρεπ·ομενμετετρεπομεθαμετα·ε·τρεπ·ομεθα
2ndμετετρεπετεμετα·ε·τρεπ·ετεμετετρεπεσθεμετα·ε·τρεπ·εσθε
3rdμετετρεπον, μετετρεποσανμετα·ε·τρεπ·ον, μετα·ε·τρεπ·οσαν altμετετρεποντομετα·ε·τρεπ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετετρεψαμετα·ε·τρεπ·σαμετετρεψαμηνμετα·ε·τρεπ·σαμην
2ndμετετρεψαςμετα·ε·τρεπ·σαςμετετρεψωμετα·ε·τρεπ·σω
3rdμετετρεψεν[LXX], μετετρεψεμετα·ε·τρεπ·σε(ν), μετα·ε·τρεπ·σε(ν)μετετρεψατομετα·ε·τρεπ·σατο
Pl1stμετετρεψαμενμετα·ε·τρεπ·σαμενμετετρεψαμεθαμετα·ε·τρεπ·σαμεθα
2ndμετετρεψατεμετα·ε·τρεπ·σατεμετετρεψασθεμετα·ε·τρεπ·σασθε
3rdμετετρεψανμετα·ε·τρεπ·σανμετετρεψαντομετα·ε·τρεπ·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετατρεψωμετα·τρεπ·σωμετατρεψωμαιμετα·τρεπ·σωμαι
2ndμετατρεψῃςμετα·τρεπ·σῃςμετατρεψῃμετα·τρεπ·σῃ
3rdμετατρεψῃμετα·τρεπ·σῃμετατρεψηταιμετα·τρεπ·σηται
Pl1stμετατρεψωμενμετα·τρεπ·σωμενμετατρεψωμεθαμετα·τρεπ·σωμεθα
2ndμετατρεψητεμετα·τρεπ·σητεμετατρεψησθεμετα·τρεπ·σησθε
3rdμετατρεψωσιν, μετατρεψωσιμετα·τρεπ·σωσι(ν)μετατρεψωνταιμετα·τρεπ·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετατρεψαιμιμετα·τρεπ·σαιμιμετατρεψαιμηνμετα·τρεπ·σαιμην
2ndμετατρεψαις, μετατρεψειαςμετα·τρεπ·σαις, μετα·τρεπ·σειας classicalμετατρεψαιομετα·τρεπ·σαιο
3rdμετατρεψαι[LXX], μετατρεψειεμετα·τρεπ·σαι, μετα·τρεπ·σειε classicalμετατρεψαιτομετα·τρεπ·σαιτο
Pl1stμετατρεψαιμενμετα·τρεπ·σαιμενμετατρεψαιμεθαμετα·τρεπ·σαιμεθα
2ndμετατρεψαιτεμετα·τρεπ·σαιτεμετατρεψαισθεμετα·τρεπ·σαισθε
3rdμετατρεψαιεν, μετατρεψαισαν, μετατρεψειαν, μετατρεψειενμετα·τρεπ·σαιεν, μετα·τρεπ·σαισαν alt, μετα·τρεπ·σειαν classical, μετα·τρεπ·σειεν classicalμετατρεψαιντομετα·τρεπ·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndμετατρεψονμετα·τρεπ·σονμετατρεψαι[LXX]μετα·τρεπ·σαι
3rdμετατρεψατωμετα·τρεπ·σατωμετατρεψασθωμετα·τρεπ·σασθω
Pl1st
2ndμετατρεψατεμετα·τρεπ·σατεμετατρεψασθεμετα·τρεπ·σασθε
3rdμετατρεψατωσαν, μετατρεψαντωνμετα·τρεπ·σατωσαν, μετα·τρεπ·σαντων classicalμετατρεψασθωσαν, μετατρεψασθωνμετα·τρεπ·σασθωσαν, μετα·τρεπ·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
μετατρεψαι[LXX]​μετα·τρεπ·σαιμετατρεψασθαι​μετα·τρεπ·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετατρεψασαμετατρεψαςμετατρεψανμετα·τρεπ·σασ·αμετα·τρεπ·σα[ντ]·ςμετα·τρεπ·σαν[τ]
Nom
Accμετατρεψασανμετατρεψανταμετα·τρεπ·σασ·ανμετα·τρεπ·σαντ·α
Datμετατρεψασῃμετατρεψαντιμετα·τρεπ·σασ·ῃμετα·τρεπ·σαντ·ι
Genμετατρεψασηςμετατρεψαντοςμετα·τρεπ·σασ·ηςμετα·τρεπ·σαντ·ος
PlVocμετατρεψασαιμετατρεψαντεςμετατρεψανταμετα·τρεπ·σασ·αιμετα·τρεπ·σαντ·εςμετα·τρεπ·σαντ·α
Nom
Accμετατρεψασαςμετατρεψανταςμετα·τρεπ·σασ·αςμετα·τρεπ·σαντ·ας
Datμετατρεψασαιςμετατρεψασι, μετατρεψασινμετα·τρεπ·σασ·αιςμετα·τρεπ·σα[ντ]·σι(ν)
Genμετατρεψασωνμετατρεψαντωνμετα·τρεπ·σασ·ωνμετα·τρεπ·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετατρεψαμενημετατρεψαμενεμετα·τρεπ·σαμεν·ημετα·τρεπ·σαμεν·ε
Nomμετατρεψαμενοςμετα·τρεπ·σαμεν·ος
Accμετατρεψαμενηνμετατρεψαμενονμετα·τρεπ·σαμεν·ηνμετα·τρεπ·σαμεν·ον
Datμετατρεψαμενῃμετατρεψαμενῳμετα·τρεπ·σαμεν·ῃμετα·τρεπ·σαμεν·ῳ
Genμετατρεψαμενηςμετατρεψαμενουμετα·τρεπ·σαμεν·ηςμετα·τρεπ·σαμεν·ου
PlVocμετατρεψαμεναιμετατρεψαμενοιμετατρεψαμεναμετα·τρεπ·σαμεν·αιμετα·τρεπ·σαμεν·οιμετα·τρεπ·σαμεν·α
Nom
Accμετατρεψαμεναςμετατρεψαμενουςμετα·τρεπ·σαμεν·αςμετα·τρεπ·σαμεν·ους
Datμετατρεψαμεναιςμετατρεψαμενοιςμετα·τρεπ·σαμεν·αιςμετα·τρεπ·σαμεν·οις
Genμετατρεψαμενωνμετατρεψαμενωνμετα·τρεπ·σαμεν·ωνμετα·τρεπ·σαμεν·ων

6th Principal Part (θη-Aorist and θη-Future) [hide]

θη-Aorist Indicative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stμετετραπηνμετα·ε·τραπ·[θ]ην
2ndμετετραπηςμετα·ε·τραπ·[θ]ης
3rdμετετραπη[LXX]μετα·ε·τραπ·[θ]η
Pl1stμετετραπημενμετα·ε·τραπ·[θ]ημεν
2ndμετετραπητεμετα·ε·τραπ·[θ]ητε
3rdμετετραπησανμετα·ε·τραπ·[θ]ησαν

θη-Future Indicative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stμετατραπησομαιμετα·τραπ·[θ]ησομαι
2ndμετατραπησῃ, μετατραπησειμετα·τραπ·[θ]ησῃ, μετα·τραπ·[θ]ησει classical
3rdμετατραπησεταιμετα·τραπ·[θ]ησεται
Pl1stμετατραπησομεθαμετα·τραπ·[θ]ησομεθα
2ndμετατραπησεσθεμετα·τραπ·[θ]ησεσθε
3rdμετατραπησονταιμετα·τραπ·[θ]ησονται

θη-Aorist Subjunctive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stμετατραπωμετα·τραπ·[θ]ω
2ndμετατραπῃςμετα·τραπ·[θ]ῃς
3rdμετατραπῃμετα·τραπ·[θ]ῃ
Pl1stμετατραπωμενμετα·τραπ·[θ]ωμεν
2ndμετατραπητεμετα·τραπ·[θ]ητε
3rdμετατραπωσιν, μετατραπωσιμετα·τραπ·[θ]ωσι(ν)

θη-Aorist Optative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stμετατραπειηνμετα·τραπ·[θ]ειην
2ndμετατραπειηςμετα·τραπ·[θ]ειης
3rdμετατραπειημετα·τραπ·[θ]ειη
Pl1stμετατραπειημεν, μετατραπειμενμετα·τραπ·[θ]ειημεν, μετα·τραπ·[θ]ειμεν classical
2ndμετατραπειητε, μετατραπειτεμετα·τραπ·[θ]ειητε, μετα·τραπ·[θ]ειτε classical
3rdμετατραπειησαν, μετατραπειενμετα·τραπ·[θ]ειησαν, μετα·τραπ·[θ]ειεν classical

θη-Future Optative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stμετατραπησοιμηνμετα·τραπ·[θ]ησοιμην
2ndμετατραπησοιομετα·τραπ·[θ]ησοιο
3rdμετατραπησοιτομετα·τραπ·[θ]ησοιτο
Pl1stμετατραπησοιμεθαμετα·τραπ·[θ]ησοιμεθα
2ndμετατραπησοισθεμετα·τραπ·[θ]ησοισθε
3rdμετατραπησοιντομετα·τραπ·[θ]ησοιντο

θη-Aorist Imperative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1st
2ndμετατραπηθιμετα·τραπ·[θ]ητι
3rdμετατραπητω[GNT]μετα·τραπ·[θ]ητω
Pl1st
2ndμετατραπητεμετα·τραπ·[θ]ητε
3rdμετατραπητωσαν, μετατραπεντωνμετα·τραπ·[θ]ητωσαν, μετα·τραπ·[θ]εντων classical

θη-Aorist Infinitive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
μετατραπηναι​μετα·τραπ·[θ]ηναι​

θη-Future Infinitive [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
μετατραπησεσθαι​μετα·τραπ·[θ]ησεσθαι​

θη-Aorist Participle [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετατραπεισαμετατραπειςμετατραπενμετα·τραπ·[θ]εισ·αμετα·τραπ·[θ]ει[ντ]·ςμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ν[τ]
Nom
Accμετατραπεισανμετατραπενταμετα·τραπ·[θ]εισ·ανμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·α
Datμετατραπεισῃμετατραπεντιμετα·τραπ·[θ]εισ·ῃμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·ι
Genμετατραπεισηςμετατραπεντοςμετα·τραπ·[θ]εισ·ηςμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·ος
PlVocμετατραπεισαιμετατραπεντεςμετατραπενταμετα·τραπ·[θ]εισ·αιμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·εςμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·α
Nom
Accμετατραπεισαςμετατραπενταςμετα·τραπ·[θ]εισ·αςμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·ας
Datμετατραπεισαιςμετατραπεισι, μετατραπεισινμετα·τραπ·[θ]εισ·αιςμετα·τραπ·[θ]ει[ντ]·σι(ν)
Genμετατραπεισωνμετατραπεντωνμετα·τραπ·[θ]εισ·ωνμετα·τραπ·[θ]ε[ι]ντ·ων

θη-Future Participle [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετατραπησομενημετατραπησομενεμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ημετα·τραπ·[θ]ησομεν·ε
Nomμετατραπησομενοςμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ος
Accμετατραπησομενηνμετατραπησομενονμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ηνμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ον
Datμετατραπησομενῃμετατραπησομενῳμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ῃμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ῳ
Genμετατραπησομενηςμετατραπησομενουμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ηςμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ου
PlVocμετατραπησομεναιμετατραπησομενοιμετατραπησομεναμετα·τραπ·[θ]ησομεν·αιμετα·τραπ·[θ]ησομεν·οιμετα·τραπ·[θ]ησομεν·α
Nom
Accμετατραπησομεναςμετατραπησομενουςμετα·τραπ·[θ]ησομεν·αςμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ους
Datμετατραπησομεναιςμετατραπησομενοιςμετα·τραπ·[θ]ησομεν·αιςμετα·τραπ·[θ]ησομεν·οις
Genμετατραπησομενωνμετατραπησομενωνμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ωνμετα·τραπ·[θ]ησομεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 11:35:48 EDT