μετανοεω • METANOEW • metanoeō

Search: μετανοησον

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
μετανοησον; μετανοησον; μετανοησονμετανοέωμετα·νοη·σον; μετα·νοη·σο[υ]ν[τ]; μετα·νοη·σο[υ]ν[τ]1aor act imp 2nd sg; fut act ptcp neu nom|acc|voc sg; fut act ptcp mas voc sg

μετα·νοέω (μετα+νο(ε)-, μετα+νοη·σ-, μετα+νοη·σ-, -, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοω[GNT]μετα·νο(ε)·ωμετανοουμαιμετα·νο(ε)·ομαι
2ndμετανοειςμετα·νο(ε)·ειςμετανοῃ, μετανοει[LXX], μετανοεισαιμετα·νο(ε)·ῃ, μετα·νο(ε)·ει classical, μετα·νο(ε)·εσαι alt
3rdμετανοει[LXX]μετα·νο(ε)·ειμετανοειταιμετα·νο(ε)·εται
Pl1stμετανοουμενμετα·νο(ε)·ομενμετανοουμεθαμετα·νο(ε)·ομεθα
2ndμετανοειτε[GNT]μετα·νο(ε)·ετεμετανοεισθεμετα·νο(ε)·εσθε
3rdμετανοουσιν[LXX], μετανοουσιμετα·νο(ε)·ουσι(ν), μετα·νο(ε)·ουσι(ν)μετανοουνταιμετα·νο(ε)·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοω[GNT]μετα·νο(ε)·ωμετανοωμαιμετα·νο(ε)·ωμαι
2ndμετανοῃςμετα·νο(ε)·ῃςμετανοῃμετα·νο(ε)·ῃ
3rdμετανοῃμετα·νο(ε)·ῃμετανοηταιμετα·νο(ε)·ηται
Pl1stμετανοωμενμετα·νο(ε)·ωμενμετανοωμεθαμετα·νο(ε)·ωμεθα
2ndμετανοητε[GNT]μετα·νο(ε)·ητεμετανοησθεμετα·νο(ε)·ησθε
3rdμετανοωσιν[GNT], μετανοωσιμετα·νο(ε)·ωσι(ν), μετα·νο(ε)·ωσι(ν)μετανοωνταιμετα·νο(ε)·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοοιμιμετα·νο(ε)·οιμιμετανοοιμηνμετα·νο(ε)·οιμην
2ndμετανοοιςμετα·νο(ε)·οιςμετανοοιομετα·νο(ε)·οιο
3rdμετανοοιμετα·νο(ε)·οιμετανοοιτομετα·νο(ε)·οιτο
Pl1stμετανοοιμενμετα·νο(ε)·οιμενμετανοοιμεθαμετα·νο(ε)·οιμεθα
2ndμετανοοιτεμετα·νο(ε)·οιτεμετανοοισθεμετα·νο(ε)·οισθε
3rdμετανοοιεν, μετανοοισανμετα·νο(ε)·οιεν, μετα·νο(ε)·οισαν altμετανοοιντομετα·νο(ε)·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndμετανοει[LXX]μετα·νο(ε)·εμετανοουμετα·νο(ε)·ου
3rdμετανοειτωμετα·νο(ε)·ετωμετανοεισθωμετα·νο(ε)·εσθω
Pl1st
2ndμετανοειτε[GNT]μετα·νο(ε)·ετεμετανοεισθεμετα·νο(ε)·εσθε
3rdμετανοειτωσαν, μετανοουντων[LXX]μετα·νο(ε)·ετωσαν, μετα·νο(ε)·οντων classicalμετανοεισθωσαν, μετανοεισθωνμετα·νο(ε)·εσθωσαν, μετα·νο(ε)·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
μετανοειν[GNT][LXX]​μετα·νο(ε)·εινμετανοεισθαι​μετα·νο(ε)·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετανοουσαμετανοουνμετα·νο(ε)·ουσ·αμετα·νο(ε)·ο[υ]ν[τ]
Nomμετανοων[LXX]μετα·νο(ε)·ο[υ]ν[τ]·^
Accμετανοουσανμετανοουνταμετα·νο(ε)·ουσ·ανμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·α
Datμετανοουσῃμετανοουντι[GNT]μετα·νο(ε)·ουσ·ῃμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·ι
Genμετανοουσηςμετανοουντοςμετα·νο(ε)·ουσ·ηςμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·ος
PlVocμετανοουσαιμετανοουντες[LXX]μετανοουνταμετα·νο(ε)·ουσ·αιμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·εςμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·α
Nom
Accμετανοουσαςμετανοουνταςμετα·νο(ε)·ουσ·αςμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·ας
Datμετανοουσαιςμετανοουσι, μετανοουσιν[LXX]μετα·νο(ε)·ουσ·αιςμετα·νο(ε)·ου[ντ]·σι(ν), μετα·νο(ε)·ου[ντ]·σι(ν)
Genμετανοουσωνμετανοουντων[LXX]μετα·νο(ε)·ουσ·ωνμετα·νο(ε)·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετανοουμενημετανοουμενεμετα·νο(ε)·ομεν·ημετα·νο(ε)·ομεν·ε
Nomμετανοουμενοςμετα·νο(ε)·ομεν·ος
Accμετανοουμενηνμετανοουμενονμετα·νο(ε)·ομεν·ηνμετα·νο(ε)·ομεν·ον
Datμετανοουμενῃμετανοουμενῳμετα·νο(ε)·ομεν·ῃμετα·νο(ε)·ομεν·ῳ
Genμετανοουμενηςμετανοουμενουμετα·νο(ε)·ομεν·ηςμετα·νο(ε)·ομεν·ου
PlVocμετανοουμεναιμετανοουμενοιμετανοουμεναμετα·νο(ε)·ομεν·αιμετα·νο(ε)·ομεν·οιμετα·νο(ε)·ομεν·α
Nom
Accμετανοουμεναςμετανοουμενουςμετα·νο(ε)·ομεν·αςμετα·νο(ε)·ομεν·ους
Datμετανοουμεναιςμετανοουμενοιςμετα·νο(ε)·ομεν·αιςμετα·νο(ε)·ομεν·οις
Genμετανοουμενωνμετανοουμενωνμετα·νο(ε)·ομεν·ωνμετα·νο(ε)·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετενοουνμετα·ε·νο(ε)·ονμετενοουμηνμετα·ε·νο(ε)·ομην
2ndμετενοειςμετα·ε·νο(ε)·εςμετενοουμετα·ε·νο(ε)·ου
3rdμετενοειμετα·ε·νο(ε)·εμετενοειτομετα·ε·νο(ε)·ετο
Pl1stμετενοουμενμετα·ε·νο(ε)·ομενμετενοουμεθαμετα·ε·νο(ε)·ομεθα
2ndμετενοειτεμετα·ε·νο(ε)·ετεμετενοεισθεμετα·ε·νο(ε)·εσθε
3rdμετενοουν, μετενοουσανμετα·ε·νο(ε)·ον, μετα·ε·νο(ε)·οσαν altμετενοουντομετα·ε·νο(ε)·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοησω[LXX]μετα·νοη·σωμετανοησομαιμετα·νοη·σομαι
2ndμετανοησειςμετα·νοη·σειςμετανοησῃ[GNT], μετανοησει[LXX], μετανοησεσαιμετα·νοη·σῃ, μετα·νοη·σει classical, μετα·νοη·σεσαι alt
3rdμετανοησει[LXX]μετα·νοη·σειμετανοησεταιμετα·νοη·σεται
Pl1stμετανοησομενμετα·νοη·σομενμετανοησομεθαμετα·νοη·σομεθα
2ndμετανοησετεμετα·νοη·σετεμετανοησεσθεμετα·νοη·σεσθε
3rdμετανοησουσιν[GNT], μετανοησουσιμετα·νοη·σουσι(ν), μετα·νοη·σουσι(ν)μετανοησονταιμετα·νοη·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοησοιμιμετα·νοη·σοιμιμετανοησοιμηνμετα·νοη·σοιμην
2ndμετανοησοιςμετα·νοη·σοιςμετανοησοιομετα·νοη·σοιο
3rdμετανοησοιμετα·νοη·σοιμετανοησοιτομετα·νοη·σοιτο
Pl1stμετανοησοιμενμετα·νοη·σοιμενμετανοησοιμεθαμετα·νοη·σοιμεθα
2ndμετανοησοιτεμετα·νοη·σοιτεμετανοησοισθεμετα·νοη·σοισθε
3rdμετανοησοιενμετα·νοη·σοιενμετανοησοιντομετα·νοη·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
μετανοησειν​μετα·νοη·σειν​μετανοησεσθαι​μετα·νοη·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετανοησουσαμετανοησον[GNT][LXX]μετα·νοη·σουσ·αμετα·νοη·σο[υ]ν[τ]
Nomμετανοησωνμετα·νοη·σο[υ]ν[τ]·^
Accμετανοησουσανμετανοησονταμετα·νοη·σουσ·ανμετα·νοη·σο[υ]ντ·α
Datμετανοησουσῃμετανοησοντιμετα·νοη·σουσ·ῃμετα·νοη·σο[υ]ντ·ι
Genμετανοησουσηςμετανοησοντοςμετα·νοη·σουσ·ηςμετα·νοη·σο[υ]ντ·ος
PlVocμετανοησουσαιμετανοησοντεςμετανοησονταμετα·νοη·σουσ·αιμετα·νοη·σο[υ]ντ·εςμετα·νοη·σο[υ]ντ·α
Nom
Accμετανοησουσαςμετανοησονταςμετα·νοη·σουσ·αςμετα·νοη·σο[υ]ντ·ας
Datμετανοησουσαιςμετανοησουσι, μετανοησουσιν[GNT]μετα·νοη·σουσ·αιςμετα·νοη·σου[ντ]·σι(ν), μετα·νοη·σου[ντ]·σι(ν)
Genμετανοησουσωνμετανοησοντωνμετα·νοη·σουσ·ωνμετα·νοη·σο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετανοησομενημετανοησομενεμετα·νοη·σομεν·ημετα·νοη·σομεν·ε
Nomμετανοησομενοςμετα·νοη·σομεν·ος
Accμετανοησομενηνμετανοησομενονμετα·νοη·σομεν·ηνμετα·νοη·σομεν·ον
Datμετανοησομενῃμετανοησομενῳμετα·νοη·σομεν·ῃμετα·νοη·σομεν·ῳ
Genμετανοησομενηςμετανοησομενουμετα·νοη·σομεν·ηςμετα·νοη·σομεν·ου
PlVocμετανοησομεναιμετανοησομενοιμετανοησομεναμετα·νοη·σομεν·αιμετα·νοη·σομεν·οιμετα·νοη·σομεν·α
Nom
Accμετανοησομεναςμετανοησομενουςμετα·νοη·σομεν·αςμετα·νοη·σομεν·ους
Datμετανοησομεναιςμετανοησομενοιςμετα·νοη·σομεν·αιςμετα·νοη·σομεν·οις
Genμετανοησομενωνμετανοησομενωνμετα·νοη·σομεν·ωνμετα·νοη·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετενοησα[LXX]μετα·ε·νοη·σαμετενοησαμηνμετα·ε·νοη·σαμην
2ndμετενοησαςμετα·ε·νοη·σαςμετενοησωμετα·ε·νοη·σω
3rdμετενοησεν[LXX], μετενοησεμετα·ε·νοη·σε(ν), μετα·ε·νοη·σε(ν)μετενοησατομετα·ε·νοη·σατο
Pl1stμετενοησαμενμετα·ε·νοη·σαμενμετενοησαμεθαμετα·ε·νοη·σαμεθα
2ndμετενοησατεμετα·ε·νοη·σατεμετενοησασθεμετα·ε·νοη·σασθε
3rdμετενοησαν[GNT]μετα·ε·νοη·σανμετενοησαντομετα·ε·νοη·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοησω[LXX]μετα·νοη·σωμετανοησωμαιμετα·νοη·σωμαι
2ndμετανοησῃς[GNT]μετα·νοη·σῃςμετανοησῃ[GNT]μετα·νοη·σῃ
3rdμετανοησῃ[GNT]μετα·νοη·σῃμετανοησηταιμετα·νοη·σηται
Pl1stμετανοησωμενμετα·νοη·σωμενμετανοησωμεθαμετα·νοη·σωμεθα
2ndμετανοησητεμετα·νοη·σητεμετανοησησθεμετα·νοη·σησθε
3rdμετανοησωσιν[GNT], μετανοησωσιμετα·νοη·σωσι(ν), μετα·νοη·σωσι(ν)μετανοησωνταιμετα·νοη·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stμετανοησαιμιμετα·νοη·σαιμιμετανοησαιμηνμετα·νοη·σαιμην
2ndμετανοησαις, μετανοησειαςμετα·νοη·σαις, μετα·νοη·σειας classicalμετανοησαιομετα·νοη·σαιο
3rdμετανοησαι[GNT][LXX], μετανοησειεμετα·νοη·σαι, μετα·νοη·σειε classicalμετανοησαιτομετα·νοη·σαιτο
Pl1stμετανοησαιμενμετα·νοη·σαιμενμετανοησαιμεθαμετα·νοη·σαιμεθα
2ndμετανοησαιτεμετα·νοη·σαιτεμετανοησαισθεμετα·νοη·σαισθε
3rdμετανοησαιεν, μετανοησαισαν, μετανοησειαν, μετανοησειενμετα·νοη·σαιεν, μετα·νοη·σαισαν alt, μετα·νοη·σειαν classical, μετα·νοη·σειεν classicalμετανοησαιντομετα·νοη·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndμετανοησον[GNT][LXX]μετα·νοη·σονμετανοησαι[GNT][LXX]μετα·νοη·σαι
3rdμετανοησατωμετα·νοη·σατωμετανοησασθωμετα·νοη·σασθω
Pl1st
2ndμετανοησατε[GNT][LXX]μετα·νοη·σατεμετανοησασθεμετα·νοη·σασθε
3rdμετανοησατωσαν, μετανοησαντων[GNT]μετα·νοη·σατωσαν, μετα·νοη·σαντων classicalμετανοησασθωσαν, μετανοησασθωνμετα·νοη·σασθωσαν, μετα·νοη·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
μετανοησαι[GNT][LXX]​μετα·νοη·σαιμετανοησασθαι​μετα·νοη·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετανοησασαμετανοησαςμετανοησανμετα·νοη·σασ·αμετα·νοη·σα[ντ]·ςμετα·νοη·σαν[τ]
Nom
Accμετανοησασανμετανοησανταμετα·νοη·σασ·ανμετα·νοη·σαντ·α
Datμετανοησασῃμετανοησαντιμετα·νοη·σασ·ῃμετα·νοη·σαντ·ι
Genμετανοησασηςμετανοησαντοςμετα·νοη·σασ·ηςμετα·νοη·σαντ·ος
PlVocμετανοησασαιμετανοησαντεςμετανοησανταμετα·νοη·σασ·αιμετα·νοη·σαντ·εςμετα·νοη·σαντ·α
Nom
Accμετανοησασαςμετανοησανταςμετα·νοη·σασ·αςμετα·νοη·σαντ·ας
Datμετανοησασαιςμετανοησασι, μετανοησασινμετα·νοη·σασ·αιςμετα·νοη·σα[ντ]·σι(ν)
Genμετανοησασωνμετανοησαντων[GNT]μετα·νοη·σασ·ωνμετα·νοη·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμετανοησαμενημετανοησαμενεμετα·νοη·σαμεν·ημετα·νοη·σαμεν·ε
Nomμετανοησαμενοςμετα·νοη·σαμεν·ος
Accμετανοησαμενηνμετανοησαμενονμετα·νοη·σαμεν·ηνμετα·νοη·σαμεν·ον
Datμετανοησαμενῃμετανοησαμενῳμετα·νοη·σαμεν·ῃμετα·νοη·σαμεν·ῳ
Genμετανοησαμενηςμετανοησαμενουμετα·νοη·σαμεν·ηςμετα·νοη·σαμεν·ου
PlVocμετανοησαμεναιμετανοησαμενοιμετανοησαμεναμετα·νοη·σαμεν·αιμετα·νοη·σαμεν·οιμετα·νοη·σαμεν·α
Nom
Accμετανοησαμεναςμετανοησαμενουςμετα·νοη·σαμεν·αςμετα·νοη·σαμεν·ους
Datμετανοησαμεναιςμετανοησαμενοιςμετα·νοη·σαμεν·αιςμετα·νοη·σαμεν·οις
Genμετανοησαμενωνμετανοησαμενωνμετα·νοη·σαμεν·ωνμετα·νοη·σαμεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Tuesday, 19-Mar-2024 05:01:57 EDT