διαμενω • DIAMENW • diamenō

Search: διαμενεις

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
διαμενειςδιαμένωδια·μεν·ειςpres act ind 2nd sg

δια·μένω (δια+μεν-, -, δια+μειν·[σ]-, δια+μεμενη·κ-, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμενωδια·μεν·ωδιαμενομαιδια·μεν·ομαι
2ndδιαμενεις[GNT][LXX]δια·μεν·ειςδιαμενῃ, διαμενει[GNT][LXX], διαμενεσαιδια·μεν·ῃ, δια·μεν·ει classical, δια·μεν·εσαι alt
3rdδιαμενει[GNT][LXX]δια·μεν·ειδιαμενεταιδια·μεν·εται
Pl1stδιαμενομενδια·μεν·ομενδιαμενομεθαδια·μεν·ομεθα
2ndδιαμενετεδια·μεν·ετεδιαμενεσθεδια·μεν·εσθε
3rdδιαμενουσιν[LXX], διαμενουσιδια·μεν·ουσι(ν), δια·μεν·ουσι(ν)διαμενονταιδια·μεν·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμενωδια·μεν·ωδιαμενωμαιδια·μεν·ωμαι
2ndδιαμενῃςδια·μεν·ῃςδιαμενῃδια·μεν·ῃ
3rdδιαμενῃδια·μεν·ῃδιαμενηταιδια·μεν·ηται
Pl1stδιαμενωμενδια·μεν·ωμενδιαμενωμεθαδια·μεν·ωμεθα
2ndδιαμενητεδια·μεν·ητεδιαμενησθεδια·μεν·ησθε
3rdδιαμενωσιν, διαμενωσιδια·μεν·ωσι(ν)διαμενωνταιδια·μεν·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμενοιμιδια·μεν·οιμιδιαμενοιμηνδια·μεν·οιμην
2ndδιαμενοιςδια·μεν·οιςδιαμενοιοδια·μεν·οιο
3rdδιαμενοιδια·μεν·οιδιαμενοιτοδια·μεν·οιτο
Pl1stδιαμενοιμενδια·μεν·οιμενδιαμενοιμεθαδια·μεν·οιμεθα
2ndδιαμενοιτεδια·μεν·οιτεδιαμενοισθεδια·μεν·οισθε
3rdδιαμενοιεν, διαμενοισανδια·μεν·οιεν, δια·μεν·οισαν altδιαμενοιντοδια·μεν·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndδιαμενε[LXX]δια·μεν·εδιαμενουδια·μεν·ου
3rdδιαμενετωδια·μεν·ετωδιαμενεσθωδια·μεν·εσθω
Pl1st
2ndδιαμενετεδια·μεν·ετεδιαμενεσθεδια·μεν·εσθε
3rdδιαμενετωσαν, διαμενοντωνδια·μεν·ετωσαν, δια·μεν·οντων classicalδιαμενεσθωσαν, διαμενεσθωνδια·μεν·εσθωσαν, δια·μεν·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
διαμενειν[LXX]​δια·μεν·εινδιαμενεσθαι​δια·μεν·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαμενουσαδιαμενονδια·μεν·ουσ·αδια·μεν·ο[υ]ν[τ]
Nomδιαμενων[LXX]δια·μεν·ο[υ]ν[τ]·^
Accδιαμενουσανδιαμενονταδια·μεν·ουσ·ανδια·μεν·ο[υ]ντ·α
Datδιαμενουσῃδιαμενοντιδια·μεν·ουσ·ῃδια·μεν·ο[υ]ντ·ι
Genδιαμενουσηςδιαμενοντοςδια·μεν·ουσ·ηςδια·μεν·ο[υ]ντ·ος
PlVocδιαμενουσαιδιαμενοντεςδιαμενονταδια·μεν·ουσ·αιδια·μεν·ο[υ]ντ·εςδια·μεν·ο[υ]ντ·α
Nom
Accδιαμενουσαςδιαμενονταςδια·μεν·ουσ·αςδια·μεν·ο[υ]ντ·ας
Datδιαμενουσαιςδιαμενουσι, διαμενουσιν[LXX]δια·μεν·ουσ·αιςδια·μεν·ου[ντ]·σι(ν), δια·μεν·ου[ντ]·σι(ν)
Genδιαμενουσωνδιαμενοντωνδια·μεν·ουσ·ωνδια·μεν·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαμενομενηδιαμενομενεδια·μεν·ομεν·ηδια·μεν·ομεν·ε
Nomδιαμενομενοςδια·μεν·ομεν·ος
Accδιαμενομενηνδιαμενομενονδια·μεν·ομεν·ηνδια·μεν·ομεν·ον
Datδιαμενομενῃδιαμενομενῳδια·μεν·ομεν·ῃδια·μεν·ομεν·ῳ
Genδιαμενομενηςδιαμενομενουδια·μεν·ομεν·ηςδια·μεν·ομεν·ου
PlVocδιαμενομεναιδιαμενομενοιδιαμενομεναδια·μεν·ομεν·αιδια·μεν·ομεν·οιδια·μεν·ομεν·α
Nom
Accδιαμενομεναςδιαμενομενουςδια·μεν·ομεν·αςδια·μεν·ομεν·ους
Datδιαμενομεναιςδιαμενομενοιςδια·μεν·ομεν·αιςδια·μεν·ομεν·οις
Genδιαμενομενωνδιαμενομενωνδια·μεν·ομεν·ωνδια·μεν·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιεμενονδια·ε·μεν·ονδιεμενομηνδια·ε·μεν·ομην
2ndδιεμενεςδια·ε·μεν·εςδιεμενουδια·ε·μεν·ου
3rdδιεμενεν[GNT], διεμενεδια·ε·μεν·ε(ν), δια·ε·μεν·ε(ν)διεμενετοδια·ε·μεν·ετο
Pl1stδιεμενομενδια·ε·μεν·ομενδιεμενομεθαδια·ε·μεν·ομεθα
2ndδιεμενετεδια·ε·μεν·ετεδιεμενεσθεδια·ε·μεν·εσθε
3rdδιεμενον, διεμενοσανδια·ε·μεν·ον, δια·ε·μεν·οσαν altδιεμενοντοδια·ε·μεν·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιεμειναδια·ε·μειν·[σ]αδιεμειναμηνδια·ε·μειν·[σ]αμην
2ndδιεμειναςδια·ε·μειν·[σ]αςδιεμεινωδια·ε·μειν·[σ]ω
3rdδιεμεινεν[LXX], διεμεινεδια·ε·μειν·[σ]ε(ν), δια·ε·μειν·[σ]ε(ν)διεμεινατοδια·ε·μειν·[σ]ατο
Pl1stδιεμειναμενδια·ε·μειν·[σ]αμενδιεμειναμεθαδια·ε·μειν·[σ]αμεθα
2ndδιεμεινατεδια·ε·μειν·[σ]ατεδιεμεινασθεδια·ε·μειν·[σ]ασθε
3rdδιεμεινανδια·ε·μειν·[σ]ανδιεμειναντοδια·ε·μειν·[σ]αντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμεινωδια·μειν·[σ]ωδιαμεινωμαιδια·μειν·[σ]ωμαι
2ndδιαμεινῃςδια·μειν·[σ]ῃςδιαμεινῃ[GNT][LXX]δια·μειν·[σ]ῃ
3rdδιαμεινῃ[GNT][LXX]δια·μειν·[σ]ῃδιαμεινηταιδια·μειν·[σ]ηται
Pl1stδιαμεινωμενδια·μειν·[σ]ωμενδιαμεινωμεθαδια·μειν·[σ]ωμεθα
2ndδιαμεινητεδια·μειν·[σ]ητεδιαμεινησθεδια·μειν·[σ]ησθε
3rdδιαμεινωσιν, διαμεινωσιδια·μειν·[σ]ωσι(ν)διαμεινωνταιδια·μειν·[σ]ωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμειναιμιδια·μειν·[σ]αιμιδιαμειναιμηνδια·μειν·[σ]αιμην
2ndδιαμειναις, διαμεινειαςδια·μειν·[σ]αις, δια·μειν·[σ]ειας classicalδιαμειναιοδια·μειν·[σ]αιο
3rdδιαμειναι, διαμεινειεδια·μειν·[σ]αι, δια·μειν·[σ]ειε classicalδιαμειναιτοδια·μειν·[σ]αιτο
Pl1stδιαμειναιμενδια·μειν·[σ]αιμενδιαμειναιμεθαδια·μειν·[σ]αιμεθα
2ndδιαμειναιτεδια·μειν·[σ]αιτεδιαμειναισθεδια·μειν·[σ]αισθε
3rdδιαμειναιεν, διαμειναισαν, διαμεινειαν, διαμεινειενδια·μειν·[σ]αιεν, δια·μειν·[σ]αισαν alt, δια·μειν·[σ]ειαν classical, δια·μειν·[σ]ειεν classicalδιαμειναιντοδια·μειν·[σ]αιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndδιαμεινονδια·μειν·[σ]ονδιαμειναιδια·μειν·[σ]αι
3rdδιαμεινατωδια·μειν·[σ]ατωδιαμεινασθωδια·μειν·[σ]ασθω
Pl1st
2ndδιαμεινατεδια·μειν·[σ]ατεδιαμεινασθεδια·μειν·[σ]ασθε
3rdδιαμεινατωσαν, διαμειναντωνδια·μειν·[σ]ατωσαν, δια·μειν·[σ]αντων classicalδιαμεινασθωσαν, διαμεινασθωνδια·μειν·[σ]ασθωσαν, δια·μειν·[σ]ασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
διαμειναι​δια·μειν·[σ]αι​διαμεινασθαι​δια·μειν·[σ]ασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαμεινασαδιαμειναςδιαμεινανδια·μειν·[σ]ασ·αδια·μειν·[σ]α[ντ]·ςδια·μειν·[σ]αν[τ]
Nom
Accδιαμεινασανδιαμεινανταδια·μειν·[σ]ασ·ανδια·μειν·[σ]αντ·α
Datδιαμεινασῃδιαμειναντιδια·μειν·[σ]ασ·ῃδια·μειν·[σ]αντ·ι
Genδιαμεινασηςδιαμειναντοςδια·μειν·[σ]ασ·ηςδια·μειν·[σ]αντ·ος
PlVocδιαμεινασαιδιαμειναντεςδιαμεινανταδια·μειν·[σ]ασ·αιδια·μειν·[σ]αντ·εςδια·μειν·[σ]αντ·α
Nom
Accδιαμεινασαςδιαμεινανταςδια·μειν·[σ]ασ·αςδια·μειν·[σ]αντ·ας
Datδιαμεινασαιςδιαμεινασι, διαμεινασινδια·μειν·[σ]ασ·αιςδια·μειν·[σ]α[ντ]·σι(ν)
Genδιαμεινασωνδιαμειναντωνδια·μειν·[σ]ασ·ωνδια·μειν·[σ]αντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαμειναμενηδιαμειναμενεδια·μειν·[σ]αμεν·ηδια·μειν·[σ]αμεν·ε
Nomδιαμειναμενοςδια·μειν·[σ]αμεν·ος
Accδιαμειναμενηνδιαμειναμενονδια·μειν·[σ]αμεν·ηνδια·μειν·[σ]αμεν·ον
Datδιαμειναμενῃδιαμειναμενῳδια·μειν·[σ]αμεν·ῃδια·μειν·[σ]αμεν·ῳ
Genδιαμειναμενηςδιαμειναμενουδια·μειν·[σ]αμεν·ηςδια·μειν·[σ]αμεν·ου
PlVocδιαμειναμεναιδιαμειναμενοιδιαμειναμεναδια·μειν·[σ]αμεν·αιδια·μειν·[σ]αμεν·οιδια·μειν·[σ]αμεν·α
Nom
Accδιαμειναμεναςδιαμειναμενουςδια·μειν·[σ]αμεν·αςδια·μειν·[σ]αμεν·ους
Datδιαμειναμεναιςδιαμειναμενοιςδια·μειν·[σ]αμεν·αιςδια·μειν·[σ]αμεν·οις
Genδιαμειναμενωνδιαμειναμενωνδια·μειν·[σ]αμεν·ωνδια·μειν·[σ]αμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμεμενηκαδια·μεμενη·κα
2ndδιαμεμενηκας, διαμεμενηκεςδια·μεμενη·κας, δια·μεμενη·κες alt
3rdδιαμεμενηκεν, διαμεμενηκεδια·μεμενη·κε(ν)
Pl1stδιαμεμενηκαμενδια·μεμενη·καμεν
2ndδιαμεμενηκατεδια·μεμενη·κατε
3rdδιαμεμενηκασιν, διαμεμενηκασι, διαμεμενηκανδια·μεμενη·κασι(ν), δια·μεμενη·καν alt

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμεμενηκωδια·μεμενη·κω
2ndδιαμεμενηκῃςδια·μεμενη·κῃς
3rdδιαμεμενηκῃδια·μεμενη·κῃ
Pl1stδιαμεμενηκωμενδια·μεμενη·κωμεν
2ndδιαμεμενηκητεδια·μεμενη·κητε
3rdδιαμεμενηκωσιν, διαμεμενηκωσιδια·μεμενη·κωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμεμενηκοιμι, διαμεμενηκοιηνδια·μεμενη·κοιμι, δια·μεμενη·κοιην classical
2ndδιαμεμενηκοις, διαμεμενηκοιηςδια·μεμενη·κοις, δια·μεμενη·κοιης classical
3rdδιαμεμενηκοι, διαμεμενηκοιηδια·μεμενη·κοι, δια·μεμενη·κοιη classical
Pl1stδιαμεμενηκοιμενδια·μεμενη·κοιμεν
2ndδιαμεμενηκοιτεδια·μεμενη·κοιτε
3rdδιαμεμενηκοιενδια·μεμενη·κοιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndδιαμεμενηκεδια·μεμενη·κε
3rdδιαμεμενηκετωδια·μεμενη·κετω
Pl1st
2ndδιαμεμενηκετεδια·μεμενη·κετε
3rdδιαμεμενηκετωσανδια·μεμενη·κετωσαν

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
διαμεμενηκεναι​δια·μεμενη·κεναι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαμεμενηκυιαδιαμεμενηκοςδια·μεμενη·κυι·αδια·μεμενη·κο[τ]·ς
Nomδιαμεμενηκωςδια·μεμενη·κο[τ]·^ς
Accδιαμεμενηκυιανδιαμεμενηκοταδια·μεμενη·κυι·ανδια·μεμενη·κοτ·α
Datδιαμεμενηκυιᾳδιαμεμενηκοτιδια·μεμενη·κυι·ᾳδια·μεμενη·κοτ·ι
Genδιαμεμενηκυιαςδιαμεμενηκοτοςδια·μεμενη·κυι·αςδια·μεμενη·κοτ·ος
PlVocδιαμεμενηκυιαιδιαμεμενηκοτες[GNT]διαμεμενηκοταδια·μεμενη·κυι·αιδια·μεμενη·κοτ·εςδια·μεμενη·κοτ·α
Nom
Accδιαμεμενηκυιαςδιαμεμενηκοταςδια·μεμενη·κυι·αςδια·μεμενη·κοτ·ας
Datδιαμεμενηκυιαιςδιαμεμενηκοσι, διαμεμενηκοσινδια·μεμενη·κυι·αιςδια·μεμενη·κο[τ]·σι(ν)
Genδιαμεμενηκυιωνδιαμεμενηκοτωνδια·μεμενη·κυι·ωνδια·μεμενη·κοτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιεμεμενηκειν, διεμεμενηκηδια·ε·μεμενη·κειν, δια·ε·μεμενη·κη classical
2ndδιεμεμενηκεις, διεμεμενηκηςδια·ε·μεμενη·κεις, δια·ε·μεμενη·κης classical
3rdδιεμεμενηκειδια·ε·μεμενη·κει
Pl1stδιεμεμενηκειμεν, διεμεμενηκεμενδια·ε·μεμενη·κειμεν, δια·ε·μεμενη·κεμεν classical
2ndδιεμεμενηκειτε, διεμεμενηκετεδια·ε·μεμενη·κειτε, δια·ε·μεμενη·κετε classical
3rdδιεμεμενηκεισαν, διεμεμενηκεσανδια·ε·μεμενη·κεισαν, δια·ε·μεμενη·κεσαν classical

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαμεμενηκειν, διαμεμενηκηδια·[ε]·μεμενη·κειν, δια·[ε]·μεμενη·κη classical
2ndδιαμεμενηκεις, διαμεμενηκηςδια·[ε]·μεμενη·κεις, δια·[ε]·μεμενη·κης classical
3rdδιαμεμενηκειδια·[ε]·μεμενη·κει
Pl1stδιαμεμενηκειμεν, διαμεμενηκεμενδια·[ε]·μεμενη·κειμεν, δια·[ε]·μεμενη·κεμεν classical
2ndδιαμεμενηκειτε, διαμεμενηκετεδια·[ε]·μεμενη·κειτε, δια·[ε]·μεμενη·κετε classical
3rdδιαμεμενηκεισαν, διαμεμενηκεσανδια·[ε]·μεμενη·κεισαν, δια·[ε]·μεμενη·κεσαν classical

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 18-Apr-2024 21:52:28 EDT