βεβαιοτερος • BEBAIOTEROS • bebaioteros

Search: βεβαιοτερον

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
βεβαιοτερον; βεβαιοτερονβεβαιότεροςβεβαιοτερ·ον; βεβαιοτερ·ονmas acc sg; neu nom|acc|voc sg

βεβαιό·τερος -έρα -ον (Comp. of βέβαιος)

Adjective (2-1-2)

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

2-1-2 Adjective
ContractedUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocβεβαιοτεραβεβαιοτερεβεβαιοτερ·αβεβαιοτερ·ε
Nomβεβαιοτεροςβεβαιοτερ·ος
Accβεβαιοτερανβεβαιοτερον[GNT]βεβαιοτερ·ανβεβαιοτερ·ον
Datβεβαιοτερᾳβεβαιοτερῳβεβαιοτερ·ᾳβεβαιοτερ·ῳ
Genβεβαιοτεραςβεβαιοτερουβεβαιοτερ·αςβεβαιοτερ·ου
PlVocβεβαιοτεραιβεβαιοτεροιβεβαιοτεραβεβαιοτερ·αιβεβαιοτερ·οιβεβαιοτερ·α
Nom
Accβεβαιοτεραςβεβαιοτερουςβεβαιοτερ·αςβεβαιοτερ·ους
Datβεβαιοτεραιςβεβαιοτεροιςβεβαιοτερ·αιςβεβαιοτερ·οις
Genβεβαιοτερωνβεβαιοτερ·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Tuesday, 19-Mar-2024 04:29:38 EDT