αιρετιζω • hAIRETIZW • hairetizō

αἱρετίζω (αιρετιζ-, αιρετι(ε)·[σ]-, αιρετι·σ-, ῃρετι·κ-, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετιζωαιρετιζ·ωαιρετιζομαιαιρετιζ·ομαι
2ndαιρετιζειςαιρετιζ·ειςαιρετιζῃ, αιρετιζει[LXX], αιρετιζεσαιαιρετιζ·ῃ, αιρετιζ·ει classical, αιρετιζ·εσαι alt
3rdαιρετιζει[LXX]αιρετιζ·ειαιρετιζεταιαιρετιζ·εται
Pl1stαιρετιζομεναιρετιζ·ομεναιρετιζομεθααιρετιζ·ομεθα
2ndαιρετιζετεαιρετιζ·ετεαιρετιζεσθεαιρετιζ·εσθε
3rdαιρετιζουσιν[LXX], αιρετιζουσιαιρετιζ·ουσι(ν), αιρετιζ·ουσι(ν)αιρετιζονταιαιρετιζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετιζωαιρετιζ·ωαιρετιζωμαιαιρετιζ·ωμαι
2ndαιρετιζῃςαιρετιζ·ῃςαιρετιζῃαιρετιζ·ῃ
3rdαιρετιζῃαιρετιζ·ῃαιρετιζηταιαιρετιζ·ηται
Pl1stαιρετιζωμεναιρετιζ·ωμεναιρετιζωμεθααιρετιζ·ωμεθα
2ndαιρετιζητεαιρετιζ·ητεαιρετιζησθεαιρετιζ·ησθε
3rdαιρετιζωσιν, αιρετιζωσιαιρετιζ·ωσι(ν)αιρετιζωνταιαιρετιζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετιζοιμιαιρετιζ·οιμιαιρετιζοιμηναιρετιζ·οιμην
2ndαιρετιζοιςαιρετιζ·οιςαιρετιζοιοαιρετιζ·οιο
3rdαιρετιζοιαιρετιζ·οιαιρετιζοιτοαιρετιζ·οιτο
Pl1stαιρετιζοιμεναιρετιζ·οιμεναιρετιζοιμεθααιρετιζ·οιμεθα
2ndαιρετιζοιτεαιρετιζ·οιτεαιρετιζοισθεαιρετιζ·οισθε
3rdαιρετιζοιεν, αιρετιζοισαναιρετιζ·οιεν, αιρετιζ·οισαν altαιρετιζοιντοαιρετιζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndαιρετιζεαιρετιζ·εαιρετιζουαιρετιζ·ου
3rdαιρετιζετωαιρετιζ·ετωαιρετιζεσθωαιρετιζ·εσθω
Pl1st
2ndαιρετιζετεαιρετιζ·ετεαιρετιζεσθεαιρετιζ·εσθε
3rdαιρετιζετωσαν, αιρετιζοντωναιρετιζ·ετωσαν, αιρετιζ·οντων classicalαιρετιζεσθωσαν, αιρετιζεσθωναιρετιζ·εσθωσαν, αιρετιζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αιρετιζειν​αιρετιζ·ειν​αιρετιζεσθαι​αιρετιζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιρετιζουσααιρετιζοναιρετιζ·ουσ·ααιρετιζ·ο[υ]ν[τ]
Nomαιρετιζωναιρετιζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accαιρετιζουσαναιρετιζοντααιρετιζ·ουσ·αναιρετιζ·ο[υ]ντ·α
Datαιρετιζουσῃαιρετιζοντιαιρετιζ·ουσ·ῃαιρετιζ·ο[υ]ντ·ι
Genαιρετιζουσηςαιρετιζοντοςαιρετιζ·ουσ·ηςαιρετιζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocαιρετιζουσαιαιρετιζοντεςαιρετιζοντααιρετιζ·ουσ·αιαιρετιζ·ο[υ]ντ·εςαιρετιζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accαιρετιζουσαςαιρετιζοντας[LXX]αιρετιζ·ουσ·αςαιρετιζ·ο[υ]ντ·ας
Datαιρετιζουσαιςαιρετιζουσι, αιρετιζουσιν[LXX]αιρετιζ·ουσ·αιςαιρετιζ·ου[ντ]·σι(ν), αιρετιζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genαιρετιζουσωναιρετιζοντωναιρετιζ·ουσ·ωναιρετιζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιρετιζομενηαιρετιζομενεαιρετιζ·ομεν·ηαιρετιζ·ομεν·ε
Nomαιρετιζομενοςαιρετιζ·ομεν·ος
Accαιρετιζομενηναιρετιζομενοναιρετιζ·ομεν·ηναιρετιζ·ομεν·ον
Datαιρετιζομενῃαιρετιζομενῳαιρετιζ·ομεν·ῃαιρετιζ·ομεν·ῳ
Genαιρετιζομενηςαιρετιζομενουαιρετιζ·ομεν·ηςαιρετιζ·ομεν·ου
PlVocαιρετιζομεναιαιρετιζομενοιαιρετιζομενααιρετιζ·ομεν·αιαιρετιζ·ομεν·οιαιρετιζ·ομεν·α
Nom
Accαιρετιζομεναςαιρετιζομενουςαιρετιζ·ομεν·αςαιρετιζ·ομεν·ους
Datαιρετιζομεναιςαιρετιζομενοιςαιρετιζ·ομεν·αιςαιρετιζ·ομεν·οις
Genαιρετιζομενωναιρετιζομενωναιρετιζ·ομεν·ωναιρετιζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃρετιζονε·αιρετιζ·ονῃρετιζομηνε·αιρετιζ·ομην
2ndῃρετιζεςε·αιρετιζ·εςῃρετιζουε·αιρετιζ·ου
3rdῃρετιζεν, ῃρετιζεε·αιρετιζ·ε(ν)ῃρετιζετοε·αιρετιζ·ετο
Pl1stῃρετιζομενε·αιρετιζ·ομενῃρετιζομεθαε·αιρετιζ·ομεθα
2ndῃρετιζετεε·αιρετιζ·ετεῃρετιζεσθεε·αιρετιζ·εσθε
3rdῃρετιζον, ῃρετιζοσανε·αιρετιζ·ον, ε·αιρετιζ·οσαν altῃρετιζοντοε·αιρετιζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετιω[LXX]αιρετι(ε)·[σ]ωαιρετιουμαιαιρετι(ε)·[σ]ομαι
2ndαιρετιειςαιρετι(ε)·[σ]ειςαιρετιῃ, αιρετιει[LXX], αιρετιεισαιαιρετι(ε)·[σ]ῃ, αιρετι(ε)·[σ]ει classical, αιρετι(ε)·[σ]εσαι alt
3rdαιρετιει[LXX]αιρετι(ε)·[σ]ειαιρετιειταιαιρετι(ε)·[σ]εται
Pl1stαιρετιουμεναιρετι(ε)·[σ]ομεναιρετιουμεθααιρετι(ε)·[σ]ομεθα
2ndαιρετιειτεαιρετι(ε)·[σ]ετεαιρετιεισθεαιρετι(ε)·[σ]εσθε
3rdαιρετιουσιν, αιρετιουσιαιρετι(ε)·[σ]ουσι(ν)αιρετιουνταιαιρετι(ε)·[σ]ονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετιοιμιαιρετι(ε)·[σ]οιμιαιρετιοιμηναιρετι(ε)·[σ]οιμην
2ndαιρετιοιςαιρετι(ε)·[σ]οιςαιρετιοιοαιρετι(ε)·[σ]οιο
3rdαιρετιοιαιρετι(ε)·[σ]οιαιρετιοιτοαιρετι(ε)·[σ]οιτο
Pl1stαιρετιοιμεναιρετι(ε)·[σ]οιμεναιρετιοιμεθααιρετι(ε)·[σ]οιμεθα
2ndαιρετιοιτεαιρετι(ε)·[σ]οιτεαιρετιοισθεαιρετι(ε)·[σ]οισθε
3rdαιρετιοιεναιρετι(ε)·[σ]οιεναιρετιοιντοαιρετι(ε)·[σ]οιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αιρετιειν​αιρετι(ε)·[σ]ειν​αιρετιεισθαι​αιρετι(ε)·[σ]εσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιρετιουσααιρετιουναιρετι(ε)·[σ]ουσ·ααιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]
Nomαιρετιωναιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]·^
Accαιρετιουσαναιρετιουντααιρετι(ε)·[σ]ουσ·αναιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α
Datαιρετιουσῃαιρετιουντιαιρετι(ε)·[σ]ουσ·ῃαιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ι
Genαιρετιουσηςαιρετιουντοςαιρετι(ε)·[σ]ουσ·ηςαιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ος
PlVocαιρετιουσαιαιρετιουντεςαιρετιουντααιρετι(ε)·[σ]ουσ·αιαιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·εςαιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α
Nom
Accαιρετιουσαςαιρετιουνταςαιρετι(ε)·[σ]ουσ·αςαιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ας
Datαιρετιουσαιςαιρετιουσι, αιρετιουσιναιρετι(ε)·[σ]ουσ·αιςαιρετι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν)
Genαιρετιουσωναιρετιουντωναιρετι(ε)·[σ]ουσ·ωναιρετι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιρετιουμενηαιρετιουμενεαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ηαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ε
Nomαιρετιουμενοςαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ος
Accαιρετιουμενηναιρετιουμενοναιρετι(ε)·[σ]ομεν·ηναιρετι(ε)·[σ]ομεν·ον
Datαιρετιουμενῃαιρετιουμενῳαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ῃαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ῳ
Genαιρετιουμενηςαιρετιουμενουαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ηςαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ου
PlVocαιρετιουμεναιαιρετιουμενοιαιρετιουμενααιρετι(ε)·[σ]ομεν·αιαιρετι(ε)·[σ]ομεν·οιαιρετι(ε)·[σ]ομεν·α
Nom
Accαιρετιουμεναςαιρετιουμενουςαιρετι(ε)·[σ]ομεν·αςαιρετι(ε)·[σ]ομεν·ους
Datαιρετιουμεναιςαιρετιουμενοιςαιρετι(ε)·[σ]ομεν·αιςαιρετι(ε)·[σ]ομεν·οις
Genαιρετιουμενωναιρετιουμενωναιρετι(ε)·[σ]ομεν·ωναιρετι(ε)·[σ]ομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃρετισα[GNT][LXX]ε·αιρετι·σαῃρετισαμην[LXX]ε·αιρετι·σαμην
2ndῃρετισαςε·αιρετι·σαςῃρετισω[LXX]ε·αιρετι·σω
3rdῃρετισεν[LXX], ῃρετισεε·αιρετι·σε(ν), ε·αιρετι·σε(ν)ῃρετισατο[LXX]ε·αιρετι·σατο
Pl1stῃρετισαμενε·αιρετι·σαμενῃρετισαμεθα[LXX]ε·αιρετι·σαμεθα
2ndῃρετισατεε·αιρετι·σατεῃρετισασθεε·αιρετι·σασθε
3rdῃρετισαν[LXX]ε·αιρετι·σανῃρετισαντο[LXX]ε·αιρετι·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετισωαιρετι·σωαιρετισωμαιαιρετι·σωμαι
2ndαιρετισῃςαιρετι·σῃςαιρετισῃαιρετι·σῃ
3rdαιρετισῃαιρετι·σῃαιρετισηταιαιρετι·σηται
Pl1stαιρετισωμεναιρετι·σωμεναιρετισωμεθααιρετι·σωμεθα
2ndαιρετισητεαιρετι·σητεαιρετισησθεαιρετι·σησθε
3rdαιρετισωσιν, αιρετισωσιαιρετι·σωσι(ν)αιρετισωνταιαιρετι·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιρετισαιμιαιρετι·σαιμιαιρετισαιμηναιρετι·σαιμην
2ndαιρετισαις, αιρετισειαςαιρετι·σαις, αιρετι·σειας classicalαιρετισαιοαιρετι·σαιο
3rdαιρετισαι, αιρετισειεαιρετι·σαι, αιρετι·σειε classicalαιρετισαιτοαιρετι·σαιτο
Pl1stαιρετισαιμεναιρετι·σαιμεναιρετισαιμεθααιρετι·σαιμεθα
2ndαιρετισαιτεαιρετι·σαιτεαιρετισαισθεαιρετι·σαισθε
3rdαιρετισαιεν, αιρετισαισαν, αιρετισειαν, αιρετισειεναιρετι·σαιεν, αιρετι·σαισαν alt, αιρετι·σειαν classical, αιρετι·σειεν classicalαιρετισαιντοαιρετι·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndαιρετισοναιρετι·σοναιρετισαιαιρετι·σαι
3rdαιρετισατωαιρετι·σατωαιρετισασθωαιρετι·σασθω
Pl1st
2ndαιρετισατεαιρετι·σατεαιρετισασθεαιρετι·σασθε
3rdαιρετισατωσαν, αιρετισαντωναιρετι·σατωσαν, αιρετι·σαντων classicalαιρετισασθωσαν, αιρετισασθωναιρετι·σασθωσαν, αιρετι·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αιρετισαι​αιρετι·σαι​αιρετισασθαι​αιρετι·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιρετισασααιρετισαςαιρετισαναιρετι·σασ·ααιρετι·σα[ντ]·ςαιρετι·σαν[τ]
Nom
Accαιρετισασαναιρετισαντααιρετι·σασ·αναιρετι·σαντ·α
Datαιρετισασῃαιρετισαντιαιρετι·σασ·ῃαιρετι·σαντ·ι
Genαιρετισασηςαιρετισαντοςαιρετι·σασ·ηςαιρετι·σαντ·ος
PlVocαιρετισασαιαιρετισαντεςαιρετισαντααιρετι·σασ·αιαιρετι·σαντ·εςαιρετι·σαντ·α
Nom
Accαιρετισασαςαιρετισανταςαιρετι·σασ·αςαιρετι·σαντ·ας
Datαιρετισασαιςαιρετισασι, αιρετισασιναιρετι·σασ·αιςαιρετι·σα[ντ]·σι(ν)
Genαιρετισασωναιρετισαντωναιρετι·σασ·ωναιρετι·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιρετισαμενηαιρετισαμενεαιρετι·σαμεν·ηαιρετι·σαμεν·ε
Nomαιρετισαμενοςαιρετι·σαμεν·ος
Accαιρετισαμενηναιρετισαμενοναιρετι·σαμεν·ηναιρετι·σαμεν·ον
Datαιρετισαμενῃαιρετισαμενῳαιρετι·σαμεν·ῃαιρετι·σαμεν·ῳ
Genαιρετισαμενηςαιρετισαμενουαιρετι·σαμεν·ηςαιρετι·σαμεν·ου
PlVocαιρετισαμεναιαιρετισαμενοιαιρετισαμενααιρετι·σαμεν·αιαιρετι·σαμεν·οιαιρετι·σαμεν·α
Nom
Accαιρετισαμεναςαιρετισαμενουςαιρετι·σαμεν·αςαιρετι·σαμεν·ους
Datαιρετισαμεναιςαιρετισαμενοιςαιρετι·σαμεν·αιςαιρετι·σαμεν·οις
Genαιρετισαμενωναιρετισαμενωναιρετι·σαμεν·ωναιρετι·σαμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃρετικα[LXX]ῃρετι·κα
2ndῃρετικας, ῃρετικεςῃρετι·κας, ῃρετι·κες alt
3rdῃρετικεν[LXX], ῃρετικεῃρετι·κε(ν), ῃρετι·κε(ν)
Pl1stῃρετικαμενῃρετι·καμεν
2ndῃρετικατεῃρετι·κατε
3rdῃρετικασιν, ῃρετικασι, ῃρετικανῃρετι·κασι(ν), ῃρετι·καν alt

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃρετικωῃρετι·κω
2ndῃρετικῃςῃρετι·κῃς
3rdῃρετικῃῃρετι·κῃ
Pl1stῃρετικωμενῃρετι·κωμεν
2ndῃρετικητεῃρετι·κητε
3rdῃρετικωσιν, ῃρετικωσιῃρετι·κωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃρετικοιμι, ῃρετικοιηνῃρετι·κοιμι, ῃρετι·κοιην classical
2ndῃρετικοις, ῃρετικοιηςῃρετι·κοις, ῃρετι·κοιης classical
3rdῃρετικοι, ῃρετικοιηῃρετι·κοι, ῃρετι·κοιη classical
Pl1stῃρετικοιμενῃρετι·κοιμεν
2ndῃρετικοιτεῃρετι·κοιτε
3rdῃρετικοιενῃρετι·κοιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndῃρετικεῃρετι·κε
3rdῃρετικετωῃρετι·κετω
Pl1st
2ndῃρετικετεῃρετι·κετε
3rdῃρετικετωσανῃρετι·κετωσαν

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ῃρετικεναι​ῃρετι·κεναι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocῃρετικυιαῃρετικοςῃρετι·κυι·αῃρετι·κο[τ]·ς
Nomῃρετικωςῃρετι·κο[τ]·^ς
Accῃρετικυιανῃρετικοταῃρετι·κυι·ανῃρετι·κοτ·α
Datῃρετικυιᾳῃρετικοτιῃρετι·κυι·ᾳῃρετι·κοτ·ι
Genῃρετικυιαςῃρετικοτοςῃρετι·κυι·αςῃρετι·κοτ·ος
PlVocῃρετικυιαιῃρετικοτεςῃρετικοταῃρετι·κυι·αιῃρετι·κοτ·εςῃρετι·κοτ·α
Nom
Accῃρετικυιαςῃρετικοταςῃρετι·κυι·αςῃρετι·κοτ·ας
Datῃρετικυιαιςῃρετικοσι, ῃρετικοσινῃρετι·κυι·αιςῃρετι·κο[τ]·σι(ν)
Genῃρετικυιωνῃρετικοτωνῃρετι·κυι·ωνῃρετι·κοτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃρετικειν, ῃρετικηε·ῃρετι·κειν, ε·ῃρετι·κη classical
2ndῃρετικεις, ῃρετικηςε·ῃρετι·κεις, ε·ῃρετι·κης classical
3rdῃρετικειε·ῃρετι·κει
Pl1stῃρετικειμεν, ῃρετικεμενε·ῃρετι·κειμεν, ε·ῃρετι·κεμεν classical
2ndῃρετικειτε, ῃρετικετεε·ῃρετι·κειτε, ε·ῃρετι·κετε classical
3rdῃρετικεισαν, ῃρετικεσανε·ῃρετι·κεισαν, ε·ῃρετι·κεσαν classical

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 05:15:17 EDT