Ζ ζ
ζε-
ζα- ζβ- ζγ- ζδ- ζε- ζζ- ζη- ζθ- ζι- ζκ- ζλ- ζμ- ζν- ζξ- ζο- ζπ- ζρ- ζς- ζτ- ζυ- ζφ- ζχ- ζψ- ζω-
ζεα- ζεβ- ζεγ- ζεδ- ζεε- ζεζ- ζεη- ζεθ- ζει- ζεκ- ζελ- ζεμ- ζεν- ζεξ- ζεο- ζεπ- ζερ- ζες- ζετ- ζευ- ζεφ- ζεχ- ζεψ- ζεω-
Annotated entries are asterisked.
Ζεβεδαῖος, -ου, ὁ
Zebedee (n.) [Person]
ζεστός -ή -όν hot (adj.)
ζεῦγος, -ους, τό yoke/pair (n.)
ζευκτηρία, -ας, ἡ band (n.)
Ζεύς, Διός, ὁ Zeus (n.) [Person]
ζέω to boil (v.)
ζεστός -ή -όν hot (adj.)
ζεῦγος, -ους, τό yoke/pair (n.)
ζευκτηρία, -ας, ἡ band (n.)
Ζεύς, Διός, ὁ Zeus (n.) [Person]
ζέω to boil (v.)