Τ τ
τεκ-
τα- τβ- τγ- τδ- τε- τζ- τη- τθ- τι- τκ- τλ- τμ- τν- τξ- το- τπ- τρ- τς- ττ- τυ- τφ- τχ- τψ- τω-
τεα- τεβ- τεγ- τεδ- τεε- τεζ- τεη- τεθ- τει- τεκ- τελ- τεμ- τεν- τεξ- τεο- τεπ- τερ- τες- τετ- τευ- τεφ- τεχ- τεψ- τεω-
τεκα- τεκβ- τεκγ- τεκδ- τεκε- τεκζ- τεκη- τεκθ- τεκι- τεκκ- τεκλ- τεκμ- τεκν- τεκξ- τεκο- τεκπ- τεκρ- τεκς- τεκτ- τεκυ- τεκφ- τεκχ- τεκψ- τεκω-
Annotated entries are asterisked.
τεκνίον, -ου, τό little child (n.)
τεκνογονέω to bear children (v.)
τεκνογονία, -ας, ἡ childbearing (n.)
τέκνον, -ου, τό child (n.)
τεκνοτροφέω to rear children (v.)
τεκτονικός -ή -όν [LXX] skilled (adj.)
τέκτων, -ονος, ὁ carpenter (n.)