Π π
πρε-
πα- πβ- πγ- πδ- πε- πζ- πη- πθ- πι- πκ- πλ- πμ- πν- πξ- πο- ππ- πρ- πς- πτ- πυ- πφ- πχ- πψ- πω-
πρα- πρβ- πργ- πρδ- πρε- πρζ- πρη- πρθ- πρι- πρκ- πρλ- πρμ- πρν- πρξ- προ- πρπ- πρρ- πρς- πρτ- πρυ- πρφ- πρχ- πρψ- πρω-
πρεα- πρεβ- πρεγ- πρεδ- πρεε- πρεζ- πρεη- πρεθ- πρει- πρεκ- πρελ- πρεμ- πρεν- πρεξ- πρεο- πρεπ- πρερ- πρες- πρετ- πρευ- πρεφ- πρεχ- πρεψ- πρεω-
Annotated entries are asterisked.
πρεσβεία, -ας, ἡ seniority/delegation (n.)
πρεσβεύω to to be an elder (v.)
πρεσβυτέριον, -ου, τό elders (n.)
πρεσβύτερος -α -ον elder (adj.)
πρεσβύτης, -ου, ὁ old/aged man (n.)
πρεσβῦτις, -ιδος, ἡ old/aged woman (n.)