Π π
ποτ-
πα- πβ- πγ- πδ- πε- πζ- πη- πθ- πι- πκ- πλ- πμ- πν- πξ- πο- ππ- πρ- πς- πτ- πυ- πφ- πχ- πψ- πω-
ποα- ποβ- πογ- ποδ- ποε- ποζ- ποη- ποθ- ποι- ποκ- πολ- πομ- πον- ποξ- ποο- ποπ- πορ- πος- ποτ- που- ποφ- ποχ- ποψ- ποω-
ποτα- ποτβ- ποτγ- ποτδ- ποτε- ποτζ- ποτη- ποτθ- ποτι- ποτκ- ποτλ- ποτμ- ποτν- ποτξ- ποτο- ποτπ- ποτρ- ποτς- ποττ- ποτυ- ποτφ- ποτχ- ποτψ- ποτω-
Annotated entries are asterisked.
ποταμοφόρητος -ον washed away (adj.)
ποταπός -ή -όν what kind (pron.) [Pronoun]
πότε[1] when? (adv.)
ποτέ[2] once/when
πότερος -α -ον whether (pron.) [Pronoun]
ποτήριον, -ου, τό cup (n.)
ποτίζω to water/give to drink (v.)
Ποτίολοι, -ων, οἱ Puteoli (n.) [Place]
ποτόν, -οῦ, τό [EXTRA] drinking-party (n.)
πότος, -ου, ὁ drinking party (n.)