Λ λ
λει-
λα- λβ- λγ- λδ- λε- λζ- λη- λθ- λι- λκ- λλ- λμ- λν- λξ- λο- λπ- λρ- λς- λτ- λυ- λφ- λχ- λψ- λω-
λεα- λεβ- λεγ- λεδ- λεε- λεζ- λεη- λεθ- λει- λεκ- λελ- λεμ- λεν- λεξ- λεο- λεπ- λερ- λες- λετ- λευ- λεφ- λεχ- λεψ- λεω-
λεια- λειβ- λειγ- λειδ- λειε- λειζ- λειη- λειθ- λειι- λεικ- λειλ- λειμ- λειν- λειξ- λειο- λειπ- λειρ- λεις- λειτ- λειυ- λειφ- λειχ- λειψ- λειω-
Annotated entries are asterisked.
λεῖος -α -ον smooth/level/plain (adj.)
* λείπω to lack (v.)
λειτουργέω to officiate (v.)
λειτουργία, -ας, ἡ job/office (n.)
λειτουργικός -ή -όν functionarial (adj.)
λειτουργός, -οῦ, ὁ public functionary (n.)