Κ κ
κρυ-
κα- κβ- κγ- κδ- κε- κζ- κη- κθ- κι- κκ- κλ- κμ- κν- κξ- κο- κπ- κρ- κς- κτ- κυ- κφ- κχ- κψ- κω-
κρα- κρβ- κργ- κρδ- κρε- κρζ- κρη- κρθ- κρι- κρκ- κρλ- κρμ- κρν- κρξ- κρο- κρπ- κρρ- κρς- κρτ- κρυ- κρφ- κρχ- κρψ- κρω-
κρυα- κρυβ- κρυγ- κρυδ- κρυε- κρυζ- κρυη- κρυθ- κρυι- κρυκ- κρυλ- κρυμ- κρυν- κρυξ- κρυο- κρυπ- κρυρ- κρυς- κρυτ- κρυυ- κρυφ- κρυχ- κρυψ- κρυω-
Annotated entries are asterisked.
κρύπτη, -ης, ἡ crypt (n.)
κρυπτός -ή -όν secret (adj.)
κρύπτω/κρύβω to hide (v.)
κρυσταλλίζω to be clear as crystal (v.)
κρύσταλλος, -ου, ὁ crystal (n.)
κρυφαῖος -αία -ον secret (adj.)
κρυφαῖως [LXX] secretly (adv.)
κρυφῇ in secret (adv.)
κρυφία, -ας, ἡ [LXX] concealment (n.)
κρύφιος -α -ον [LXX] surreptitious (adj.)
κρυφός, -ου, ὁ [LXX] secret (n.)