Ε ε
εξη-
εα- εβ- εγ- εδ- εε- εζ- εη- εθ- ει- εκ- ελ- εμ- εν- εξ- εο- επ- ερ- ες- ετ- ευ- εφ- εχ- εψ- εω-
εξα- εξβ- εξγ- εξδ- εξε- εξζ- εξη- εξθ- εξι- εξκ- εξλ- εξμ- εξν- εξξ- εξο- εξπ- εξρ- εξς- εξτ- εξυ- εξφ- εξχ- εξψ- εξω-
εξηα- εξηβ- εξηγ- εξηδ- εξηε- εξηζ- εξηη- εξηθ- εξηι- εξηκ- εξηλ- εξημ- εξην- εξηξ- εξηο- εξηπ- εξηρ- εξης- εξητ- εξηυ- εξηφ- εξηχ- εξηψ- εξηω-
Annotated entries are asterisked.
ἑξήκοντα sixty (adj.)
ἐξηλιάζω [LXX] to hang in the sun (v.)
ἑξῆς next (adv.)
ἐξηχέω to echo out (v.)