Ε ε
ευτ-
εα- εβ- εγ- εδ- εε- εζ- εη- εθ- ει- εκ- ελ- εμ- εν- εξ- εο- επ- ερ- ες- ετ- ευ- εφ- εχ- εψ- εω-
ευα- ευβ- ευγ- ευδ- ευε- ευζ- ευη- ευθ- ευι- ευκ- ευλ- ευμ- ευν- ευξ- ευο- ευπ- ευρ- ευς- ευτ- ευυ- ευφ- ευχ- ευψ- ευω-
ευτα- ευτβ- ευτγ- ευτδ- ευτε- ευτζ- ευτη- ευτθ- ευτι- ευτκ- ευτλ- ευτμ- ευτν- ευτξ- ευτο- ευτπ- ευτρ- ευτς- ευττ- ευτυ- ευτφ- ευτχ- ευτψ- ευτω-
Annotated entries are asterisked.
εὐτόνως heatedly (adv.)
εὐτραπελία, -ας, ἡ jesting (n.)
Εὔτυχος, -ου, ὁ Eutychus (n.) [Person]