Ε ε
ευλ-
εα- εβ- εγ- εδ- εε- εζ- εη- εθ- ει- εκ- ελ- εμ- εν- εξ- εο- επ- ερ- ες- ετ- ευ- εφ- εχ- εψ- εω-
ευα- ευβ- ευγ- ευδ- ευε- ευζ- ευη- ευθ- ευι- ευκ- ευλ- ευμ- ευν- ευξ- ευο- ευπ- ευρ- ευς- ευτ- ευυ- ευφ- ευχ- ευψ- ευω-
ευλα- ευλβ- ευλγ- ευλδ- ευλε- ευλζ- ευλη- ευλθ- ευλι- ευλκ- ευλλ- ευλμ- ευλν- ευλξ- ευλο- ευλπ- ευλρ- ευλς- ευλτ- ευλυ- ευλφ- ευλχ- ευλψ- ευλω-
Annotated entries are asterisked.
εὐλαβέομαι to take-care/caution (v.)
εὐλαβής -ές prayerful (adj.)
εὐλογέω to speak well of (v.)
εὐλογητός -ή -όν blessed (adj.)
εὐλογία, -ας, ἡ praise (n.)