Ε ε
εις-
εα- εβ- εγ- εδ- εε- εζ- εη- εθ- ει- εκ- ελ- εμ- εν- εξ- εο- επ- ερ- ες- ετ- ευ- εφ- εχ- εψ- εω-
εια- ειβ- ειγ- ειδ- ειε- ειζ- ειη- ειθ- ειι- εικ- ειλ- ειμ- ειν- ειξ- ειο- ειπ- ειρ- εις- ειτ- ειυ- ειφ- ειχ- ειψ- ειω-
εισα- εισβ- εισγ- εισδ- εισε- εισζ- ειση- εισθ- εισι- εισκ- εισλ- εισμ- εισν- εισξ- εισο- εισπ- εισρ- εισς- ειστ- εισυ- εισφ- εισχ- εισψ- εισω-
Annotated entries are asterisked.
εἷς[2] μία ἕν one (adj.)
εἰσάγω to lead into (v.)
εἰσακούω to hear (v.)
εἰσδέχομαι to take in (v.)
εἰσδύνω [LXX] to go into (v.)
εἴσειμι fr. εἶμι[2] to enter (v.)
εἰσέρχομαι to enter (v.)
εἰσί (s. εἰμί[1]) to be (v.)
εἰσκαλέομαι to invite in (v.)
εἴσοδος, -ου, ἡ entry (n.)
εἰσπηδάω to leap in (v.)
εἰσπορεύομαι to enter (v.)
εἰσσπάομαι [LXX] to ??? (v.)
εἰστρέχω to run in (v.)
εἰσφέρω to bring in (v.)