Β β
βαθ-
βα- ββ- βγ- βδ- βε- βζ- βη- βθ- βι- βκ- βλ- βμ- βν- βξ- βο- βπ- βρ- βς- βτ- βυ- βφ- βχ- βψ- βω-
βαα- βαβ- βαγ- βαδ- βαε- βαζ- βαη- βαθ- βαι- βακ- βαλ- βαμ- βαν- βαξ- βαο- βαπ- βαρ- βας- βατ- βαυ- βαφ- βαχ- βαψ- βαω-
βαθα- βαθβ- βαθγ- βαθδ- βαθε- βαθζ- βαθη- βαθθ- βαθι- βαθκ- βαθλ- βαθμ- βαθν- βαθξ- βαθο- βαθπ- βαθρ- βαθς- βαθτ- βαθυ- βαθφ- βαθχ- βαθψ- βαθω-
Annotated entries are asterisked.
βαθμός, -οῦ, ὁ a step (n.)
βάθος, -ους, τό depth (n.)
βαθύνω to deepen (v.)
βαθύς -εῖα -ύ deep (adj.)
βαθύτερος -α -ον [LXX] deeper (adj.)