Α α
ανθρ-
αα- αβ- αγ- αδ- αε- αζ- αη- αθ- αι- ακ- αλ- αμ- αν- αξ- αο- απ- αρ- ας- ατ- αυ- αφ- αχ- αψ- αω-
ανα- ανβ- ανγ- ανδ- ανε- ανζ- ανη- ανθ- ανι- ανκ- ανλ- ανμ- ανν- ανξ- ανο- ανπ- ανρ- ανς- αντ- ανυ- ανφ- ανχ- ανψ- ανω-
ανθα- ανθβ- ανθγ- ανθδ- ανθε- ανθζ- ανθη- ανθθ- ανθι- ανθκ- ανθλ- ανθμ- ανθν- ανθξ- ανθο- ανθπ- ανθρ- ανθς- ανθτ- ανθυ- ανθφ- ανθχ- ανθψ- ανθω-
Annotated entries are asterisked.
ἄνθραξ, -ακος, ὁ charcoal (n.)
ἀνθρωπάρεσκος -ον people-pleasing (adj.)
ἀνθρώπινος -η -ον human (adj.)
ἀνθρωποκτόνος, -ου, ὁ murderer (n.)
ἄνθρωπος, -ου, ὁ person (n.)