ορθριζω • ORQRIZW • orthrizō

Search: ωρθρισεν

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
ωρθρισενὀρθρίζωε·ορθρι·σε(ν)1aor act ind 3rd sg

ὀρθρίζω (ορθριζ-, ορθρι(ε)·[σ]-/ορθρι·σ-, ορθρι·σ-, -, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθριζω[LXX]ορθριζ·ωορθριζομαιορθριζ·ομαι
2ndορθριζειςορθριζ·ειςορθριζῃ, ορθριζει[LXX], ορθριζεσαιορθριζ·ῃ, ορθριζ·ει classical, ορθριζ·εσαι alt
3rdορθριζει[LXX]ορθριζ·ειορθριζεταιορθριζ·εται
Pl1stορθριζομενορθριζ·ομενορθριζομεθαορθριζ·ομεθα
2ndορθριζετεορθριζ·ετεορθριζεσθεορθριζ·εσθε
3rdορθριζουσιν[LXX], ορθριζουσιορθριζ·ουσι(ν), ορθριζ·ουσι(ν)ορθριζονταιορθριζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθριζω[LXX]ορθριζ·ωορθριζωμαιορθριζ·ωμαι
2ndορθριζῃςορθριζ·ῃςορθριζῃορθριζ·ῃ
3rdορθριζῃορθριζ·ῃορθριζηταιορθριζ·ηται
Pl1stορθριζωμενορθριζ·ωμενορθριζωμεθαορθριζ·ωμεθα
2ndορθριζητεορθριζ·ητεορθριζησθεορθριζ·ησθε
3rdορθριζωσιν, ορθριζωσιορθριζ·ωσι(ν)ορθριζωνταιορθριζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθριζοιμιορθριζ·οιμιορθριζοιμηνορθριζ·οιμην
2ndορθριζοιςορθριζ·οιςορθριζοιοορθριζ·οιο
3rdορθριζοιορθριζ·οιορθριζοιτοορθριζ·οιτο
Pl1stορθριζοιμενορθριζ·οιμενορθριζοιμεθαορθριζ·οιμεθα
2ndορθριζοιτεορθριζ·οιτεορθριζοισθεορθριζ·οισθε
3rdορθριζοιεν, ορθριζοισανορθριζ·οιεν, ορθριζ·οισαν altορθριζοιντοορθριζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndορθριζε[LXX]ορθριζ·εορθριζουορθριζ·ου
3rdορθριζετωορθριζ·ετωορθριζεσθωορθριζ·εσθω
Pl1st
2ndορθριζετεορθριζ·ετεορθριζεσθεορθριζ·εσθε
3rdορθριζετωσαν, ορθριζοντωνορθριζ·ετωσαν, ορθριζ·οντων classicalορθριζεσθωσαν, ορθριζεσθωνορθριζ·εσθωσαν, ορθριζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ορθριζειν[LXX]​ορθριζ·εινορθριζεσθαι​ορθριζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocορθριζουσαορθριζονορθριζ·ουσ·αορθριζ·ο[υ]ν[τ]
Nomορθριζων[LXX]ορθριζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accορθριζουσανορθριζονταορθριζ·ουσ·ανορθριζ·ο[υ]ντ·α
Datορθριζουσῃορθριζοντιορθριζ·ουσ·ῃορθριζ·ο[υ]ντ·ι
Genορθριζουσηςορθριζοντοςορθριζ·ουσ·ηςορθριζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocορθριζουσαιορθριζοντες[LXX]ορθριζονταορθριζ·ουσ·αιορθριζ·ο[υ]ντ·εςορθριζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accορθριζουσαςορθριζονταςορθριζ·ουσ·αςορθριζ·ο[υ]ντ·ας
Datορθριζουσαιςορθριζουσι, ορθριζουσιν[LXX]ορθριζ·ουσ·αιςορθριζ·ου[ντ]·σι(ν), ορθριζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genορθριζουσωνορθριζοντωνορθριζ·ουσ·ωνορθριζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocορθριζομενηορθριζομενεορθριζ·ομεν·ηορθριζ·ομεν·ε
Nomορθριζομενοςορθριζ·ομεν·ος
Accορθριζομενηνορθριζομενονορθριζ·ομεν·ηνορθριζ·ομεν·ον
Datορθριζομενῃορθριζομενῳορθριζ·ομεν·ῃορθριζ·ομεν·ῳ
Genορθριζομενηςορθριζομενουορθριζ·ομεν·ηςορθριζ·ομεν·ου
PlVocορθριζομεναιορθριζομενοιορθριζομεναορθριζ·ομεν·αιορθριζ·ομεν·οιορθριζ·ομεν·α
Nom
Accορθριζομεναςορθριζομενουςορθριζ·ομεν·αςορθριζ·ομεν·ους
Datορθριζομεναιςορθριζομενοιςορθριζ·ομεν·αιςορθριζ·ομεν·οις
Genορθριζομενωνορθριζομενωνορθριζ·ομεν·ωνορθριζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stωρθριζον[LXX]ε·ορθριζ·ονωρθριζομηνε·ορθριζ·ομην
2ndωρθριζεςε·ορθριζ·εςωρθριζουε·ορθριζ·ου
3rdωρθριζεν[GNT], ωρθριζεε·ορθριζ·ε(ν), ε·ορθριζ·ε(ν)ωρθριζετοε·ορθριζ·ετο
Pl1stωρθριζομενε·ορθριζ·ομενωρθριζομεθαε·ορθριζ·ομεθα
2ndωρθριζετεε·ορθριζ·ετεωρθριζεσθεε·ορθριζ·εσθε
3rdωρθριζον[LXX], ωρθριζοσανε·ορθριζ·ον, ε·ορθριζ·οσαν altωρθριζοντοε·ορθριζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθριω, ορθρισωορθρι(ε)·[σ]ω, ορθρι·σωορθριουμαι, ορθρισομαιορθρι(ε)·[σ]ομαι, ορθρι·σομαι
2ndορθριεις[LXX], ορθρισεις[LXX]ορθρι(ε)·[σ]εις, ορθρι·σειςορθριῃ, ορθριει, ορθριεισαι, ορθρισῃ, ορθρισει, ορθρισεσαιορθρι(ε)·[σ]ῃ, ορθρι(ε)·[σ]ει classical, ορθρι(ε)·[σ]εσαι alt, ορθρι·σῃ, ορθρι·σει classical, ορθρι·σεσαι alt
3rdορθριει, ορθρισειορθρι(ε)·[σ]ει, ορθρι·σειορθριειται, ορθρισεταιορθρι(ε)·[σ]εται, ορθρι·σεται
Pl1stορθριουμεν, ορθρισομενορθρι(ε)·[σ]ομεν, ορθρι·σομενορθριουμεθα, ορθρισομεθαορθρι(ε)·[σ]ομεθα, ορθρι·σομεθα
2ndορθριειτε[LXX], ορθρισετεορθρι(ε)·[σ]ετε, ορθρι·σετεορθριεισθε, ορθρισεσθεορθρι(ε)·[σ]εσθε, ορθρι·σεσθε
3rdορθριουσιν, ορθριουσι[LXX], ορθρισουσιν, ορθρισουσιορθρι(ε)·[σ]ουσι(ν), ορθρι(ε)·[σ]ουσι(ν), ορθρι·σουσι(ν)ορθριουνται, ορθρισονταιορθρι(ε)·[σ]ονται, ορθρι·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθριοιμι, ορθρισοιμιορθρι(ε)·[σ]οιμι, ορθρι·σοιμιορθριοιμην, ορθρισοιμηνορθρι(ε)·[σ]οιμην, ορθρι·σοιμην
2ndορθριοις, ορθρισοιςορθρι(ε)·[σ]οις, ορθρι·σοιςορθριοιο, ορθρισοιοορθρι(ε)·[σ]οιο, ορθρι·σοιο
3rdορθριοι, ορθρισοιορθρι(ε)·[σ]οι, ορθρι·σοιορθριοιτο, ορθρισοιτοορθρι(ε)·[σ]οιτο, ορθρι·σοιτο
Pl1stορθριοιμεν, ορθρισοιμενορθρι(ε)·[σ]οιμεν, ορθρι·σοιμενορθριοιμεθα, ορθρισοιμεθαορθρι(ε)·[σ]οιμεθα, ορθρι·σοιμεθα
2ndορθριοιτε, ορθρισοιτεορθρι(ε)·[σ]οιτε, ορθρι·σοιτεορθριοισθε, ορθρισοισθεορθρι(ε)·[σ]οισθε, ορθρι·σοισθε
3rdορθριοιεν, ορθρισοιενορθρι(ε)·[σ]οιεν, ορθρι·σοιενορθριοιντο, ορθρισοιντοορθρι(ε)·[σ]οιντο, ορθρι·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ορθριειν, ορθρισειν​ορθρι(ε)·[σ]ειν, ορθρι·σειν​ορθριεισθαι, ορθρισεσθαι​ορθρι(ε)·[σ]εσθαι, ορθρι·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocορθριουσα, ορθρισουσαορθριουν, ορθρισον[LXX]ορθρι(ε)·[σ]ουσ·α, ορθρι·σουσ·αορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ], ορθρι·σο[υ]ν[τ]
Nomορθριων, ορθρισωνορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]·^, ορθρι·σο[υ]ν[τ]·^
Accορθριουσαν, ορθρισουσανορθριουντα, ορθρισονταορθρι(ε)·[σ]ουσ·αν, ορθρι·σουσ·ανορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α, ορθρι·σο[υ]ντ·α
Datορθριουσῃ, ορθρισουσῃορθριουντι, ορθρισοντιορθρι(ε)·[σ]ουσ·ῃ, ορθρι·σουσ·ῃορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ι, ορθρι·σο[υ]ντ·ι
Genορθριουσης, ορθρισουσηςορθριουντος, ορθρισοντοςορθρι(ε)·[σ]ουσ·ης, ορθρι·σουσ·ηςορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ος, ορθρι·σο[υ]ντ·ος
PlVocορθριουσαι, ορθρισουσαιορθριουντες, ορθρισοντεςορθριουντα, ορθρισονταορθρι(ε)·[σ]ουσ·αι, ορθρι·σουσ·αιορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ες, ορθρι·σο[υ]ντ·εςορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α, ορθρι·σο[υ]ντ·α
Nom
Accορθριουσας, ορθρισουσαςορθριουντας, ορθρισονταςορθρι(ε)·[σ]ουσ·ας, ορθρι·σουσ·αςορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ας, ορθρι·σο[υ]ντ·ας
Datορθριουσαις, ορθρισουσαιςορθριουσι[LXX], ορθριουσιν, ορθρισουσι, ορθρισουσινορθρι(ε)·[σ]ουσ·αις, ορθρι·σουσ·αιςορθρι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν), ορθρι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν), ορθρι·σου[ντ]·σι(ν)
Genορθριουσων, ορθρισουσωνορθριουντων, ορθρισοντωνορθρι(ε)·[σ]ουσ·ων, ορθρι·σουσ·ωνορθρι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ων, ορθρι·σο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocορθριουμενη, ορθρισομενηορθριουμενε, ορθρισομενεορθρι(ε)·[σ]ομεν·η, ορθρι·σομεν·ηορθρι(ε)·[σ]ομεν·ε, ορθρι·σομεν·ε
Nomορθριουμενος, ορθρισομενοςορθρι(ε)·[σ]ομεν·ος, ορθρι·σομεν·ος
Accορθριουμενην, ορθρισομενηνορθριουμενον, ορθρισομενονορθρι(ε)·[σ]ομεν·ην, ορθρι·σομεν·ηνορθρι(ε)·[σ]ομεν·ον, ορθρι·σομεν·ον
Datορθριουμενῃ, ορθρισομενῃορθριουμενῳ, ορθρισομενῳορθρι(ε)·[σ]ομεν·ῃ, ορθρι·σομεν·ῃορθρι(ε)·[σ]ομεν·ῳ, ορθρι·σομεν·ῳ
Genορθριουμενης, ορθρισομενηςορθριουμενου, ορθρισομενουορθρι(ε)·[σ]ομεν·ης, ορθρι·σομεν·ηςορθρι(ε)·[σ]ομεν·ου, ορθρι·σομεν·ου
PlVocορθριουμεναι, ορθρισομεναιορθριουμενοι, ορθρισομενοιορθριουμενα, ορθρισομεναορθρι(ε)·[σ]ομεν·αι, ορθρι·σομεν·αιορθρι(ε)·[σ]ομεν·οι, ορθρι·σομεν·οιορθρι(ε)·[σ]ομεν·α, ορθρι·σομεν·α
Nom
Accορθριουμενας, ορθρισομεναςορθριουμενους, ορθρισομενουςορθρι(ε)·[σ]ομεν·ας, ορθρι·σομεν·αςορθρι(ε)·[σ]ομεν·ους, ορθρι·σομεν·ους
Datορθριουμεναις, ορθρισομεναιςορθριουμενοις, ορθρισομενοιςορθρι(ε)·[σ]ομεν·αις, ορθρι·σομεν·αιςορθρι(ε)·[σ]ομεν·οις, ορθρι·σομεν·οις
Genορθριουμενων, ορθρισομενωνορθριουμενων, ορθρισομενωνορθρι(ε)·[σ]ομεν·ων, ορθρι·σομεν·ωνορθρι(ε)·[σ]ομεν·ων, ορθρι·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stωρθρισαε·ορθρι·σαωρθρισαμηνε·ορθρι·σαμην
2ndωρθρισαςε·ορθρι·σαςωρθρισωε·ορθρι·σω
3rdωρθρισεν[LXX], ωρθρισε[LXX]ε·ορθρι·σε(ν)ωρθρισατοε·ορθρι·σατο
Pl1stωρθρισαμενε·ορθρι·σαμενωρθρισαμεθαε·ορθρι·σαμεθα
2ndωρθρισατεε·ορθρι·σατεωρθρισασθεε·ορθρι·σασθε
3rdωρθρισαν[LXX]ε·ορθρι·σανωρθρισαντοε·ορθρι·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθρισωορθρι·σωορθρισωμαιορθρι·σωμαι
2ndορθρισῃςορθρι·σῃςορθρισῃορθρι·σῃ
3rdορθρισῃορθρι·σῃορθρισηταιορθρι·σηται
Pl1stορθρισωμεν[LXX]ορθρι·σωμενορθρισωμεθαορθρι·σωμεθα
2ndορθρισητεορθρι·σητεορθρισησθεορθρι·σησθε
3rdορθρισωσιν, ορθρισωσιορθρι·σωσι(ν)ορθρισωνταιορθρι·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stορθρισαιμιορθρι·σαιμιορθρισαιμηνορθρι·σαιμην
2ndορθρισαις, ορθρισειαςορθρι·σαις, ορθρι·σειας classicalορθρισαιοορθρι·σαιο
3rdορθρισαι[LXX], ορθρισειεορθρι·σαι, ορθρι·σειε classicalορθρισαιτοορθρι·σαιτο
Pl1stορθρισαιμενορθρι·σαιμενορθρισαιμεθαορθρι·σαιμεθα
2ndορθρισαιτεορθρι·σαιτεορθρισαισθεορθρι·σαισθε
3rdορθρισαιεν, ορθρισαισαν, ορθρισειαν, ορθρισειενορθρι·σαιεν, ορθρι·σαισαν alt, ορθρι·σειαν classical, ορθρι·σειεν classicalορθρισαιντοορθρι·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndορθρισον[LXX]ορθρι·σονορθρισαι[LXX]ορθρι·σαι
3rdορθρισατωορθρι·σατωορθρισασθωορθρι·σασθω
Pl1st
2ndορθρισατε[LXX]ορθρι·σατεορθρισασθεορθρι·σασθε
3rdορθρισατωσαν, ορθρισαντωνορθρι·σατωσαν, ορθρι·σαντων classicalορθρισασθωσαν, ορθρισασθωνορθρι·σασθωσαν, ορθρι·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ορθρισαι[LXX]​ορθρι·σαιορθρισασθαι​ορθρι·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocορθρισασαορθρισας[LXX]ορθρισανορθρι·σασ·αορθρι·σα[ντ]·ςορθρι·σαν[τ]
Nom
Accορθρισασανορθρισανταορθρι·σασ·ανορθρι·σαντ·α
Datορθρισασῃορθρισαντιορθρι·σασ·ῃορθρι·σαντ·ι
Genορθρισασηςορθρισαντοςορθρι·σασ·ηςορθρι·σαντ·ος
PlVocορθρισασαιορθρισαντες[LXX]ορθρισανταορθρι·σασ·αιορθρι·σαντ·εςορθρι·σαντ·α
Nom
Accορθρισασαςορθρισανταςορθρι·σασ·αςορθρι·σαντ·ας
Datορθρισασαιςορθρισασι, ορθρισασινορθρι·σασ·αιςορθρι·σα[ντ]·σι(ν)
Genορθρισασωνορθρισαντωνορθρι·σασ·ωνορθρι·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocορθρισαμενηορθρισαμενεορθρι·σαμεν·ηορθρι·σαμεν·ε
Nomορθρισαμενοςορθρι·σαμεν·ος
Accορθρισαμενηνορθρισαμενονορθρι·σαμεν·ηνορθρι·σαμεν·ον
Datορθρισαμενῃορθρισαμενῳορθρι·σαμεν·ῃορθρι·σαμεν·ῳ
Genορθρισαμενηςορθρισαμενουορθρι·σαμεν·ηςορθρι·σαμεν·ου
PlVocορθρισαμεναιορθρισαμενοιορθρισαμεναορθρι·σαμεν·αιορθρι·σαμεν·οιορθρι·σαμεν·α
Nom
Accορθρισαμεναςορθρισαμενουςορθρι·σαμεν·αςορθρι·σαμεν·ους
Datορθρισαμεναιςορθρισαμενοιςορθρι·σαμεν·αιςορθρι·σαμεν·οις
Genορθρισαμενωνορθρισαμενωνορθρι·σαμεν·ωνορθρι·σαμεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Monday, 18-Mar-2024 23:00:40 EDT