ριζοω • hRIZOW • rhizoō

Search: ερριζωσα

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
ερριζωσαῥιζόωε·ριζω·σα1aor act ind 1st sg

ῥιζόω (ριζ(ο)-, -, ριζω·σ-, ερριζω·κ-, ερριζω-, ριζω·θ-)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stριζωριζ(ο)·ωριζουμαιριζ(ο)·ομαι
2ndριζοιςριζ(ο)·ειςριζοι, ριζουσαιριζ(ο)·ῃ, ριζ(ο)·ει classical, ριζ(ο)·εσαι alt
3rdριζοιριζ(ο)·ειριζουταιριζ(ο)·εται
Pl1stριζουμενριζ(ο)·ομενριζουμεθαριζ(ο)·ομεθα
2ndριζουτεριζ(ο)·ετεριζουσθεριζ(ο)·εσθε
3rdριζουσιν, ριζουσιριζ(ο)·ουσι(ν)ριζουνταιριζ(ο)·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stριζωριζ(ο)·ωριζωμαιριζ(ο)·ωμαι
2ndριζοιςριζ(ο)·ῃςριζοιριζ(ο)·ῃ
3rdριζοιριζ(ο)·ῃριζωταιριζ(ο)·ηται
Pl1stριζωμενριζ(ο)·ωμενριζωμεθαριζ(ο)·ωμεθα
2ndριζωτεριζ(ο)·ητεριζωσθεριζ(ο)·ησθε
3rdριζωσιν, ριζωσιριζ(ο)·ωσι(ν)ριζωνταιριζ(ο)·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stριζοιμιριζ(ο)·οιμιριζοιμηνριζ(ο)·οιμην
2ndριζοιςριζ(ο)·οιςριζοιοριζ(ο)·οιο
3rdριζοιριζ(ο)·οιριζοιτοριζ(ο)·οιτο
Pl1stριζοιμενριζ(ο)·οιμενριζοιμεθαριζ(ο)·οιμεθα
2ndριζοιτεριζ(ο)·οιτεριζοισθεριζ(ο)·οισθε
3rdριζοιεν, ριζοισανριζ(ο)·οιεν, ριζ(ο)·οισαν altριζοιντοριζ(ο)·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndριζουριζ(ο)·εριζουριζ(ο)·ου
3rdριζουτωριζ(ο)·ετωριζουσθωριζ(ο)·εσθω
Pl1st
2ndριζουτεριζ(ο)·ετεριζουσθεριζ(ο)·εσθε
3rdριζουτωσαν, ριζουντωνριζ(ο)·ετωσαν, ριζ(ο)·οντων classicalριζουσθωσαν, ριζουσθωνριζ(ο)·εσθωσαν, ριζ(ο)·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ριζουν​ριζ(ο)·ειν​ριζουσθαι​ριζ(ο)·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocριζουσαριζουνριζ(ο)·ουσ·αριζ(ο)·ο[υ]ν[τ]
Nomριζων[GNT][LXX]ριζ(ο)·ο[υ]ν[τ]·^
Accριζουσανριζουνταριζ(ο)·ουσ·ανριζ(ο)·ο[υ]ντ·α
Datριζουσῃριζουντιριζ(ο)·ουσ·ῃριζ(ο)·ο[υ]ντ·ι
Genριζουσηςριζουντοςριζ(ο)·ουσ·ηςριζ(ο)·ο[υ]ντ·ος
PlVocριζουσαιριζουντεςριζουνταριζ(ο)·ουσ·αιριζ(ο)·ο[υ]ντ·εςριζ(ο)·ο[υ]ντ·α
Nom
Accριζουσαςριζουνταςριζ(ο)·ουσ·αςριζ(ο)·ο[υ]ντ·ας
Datριζουσαιςριζουσι, ριζουσινριζ(ο)·ουσ·αιςριζ(ο)·ου[ντ]·σι(ν)
Genριζουσωνριζουντωνριζ(ο)·ουσ·ωνριζ(ο)·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocριζουμενηριζουμενεριζ(ο)·ομεν·ηριζ(ο)·ομεν·ε
Nomριζουμενοςριζ(ο)·ομεν·ος
Accριζουμενηνριζουμενονριζ(ο)·ομεν·ηνριζ(ο)·ομεν·ον
Datριζουμενῃριζουμενῳριζ(ο)·ομεν·ῃριζ(ο)·ομεν·ῳ
Genριζουμενηςριζουμενουριζ(ο)·ομεν·ηςριζ(ο)·ομεν·ου
PlVocριζουμεναιριζουμενοιριζουμεναριζ(ο)·ομεν·αιριζ(ο)·ομεν·οιριζ(ο)·ομεν·α
Nom
Accριζουμεναςριζουμενουςριζ(ο)·ομεν·αςριζ(ο)·ομεν·ους
Datριζουμεναιςριζουμενοιςριζ(ο)·ομεν·αιςριζ(ο)·ομεν·οις
Genριζουμενωνριζουμενωνριζ(ο)·ομεν·ωνριζ(ο)·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεριζουνε·ριζ(ο)·ονεριζουμηνε·ριζ(ο)·ομην
2ndεριζουςε·ριζ(ο)·εςεριζουε·ριζ(ο)·ου
3rdεριζουε·ριζ(ο)·εεριζουτοε·ριζ(ο)·ετο
Pl1stεριζουμενε·ριζ(ο)·ομενεριζουμεθαε·ριζ(ο)·ομεθα
2ndεριζουτεε·ριζ(ο)·ετεεριζουσθεε·ριζ(ο)·εσθε
3rdεριζουν, εριζουσανε·ριζ(ο)·ον, ε·ριζ(ο)·οσαν altεριζουντοε·ριζ(ο)·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωσα[LXX]ε·ριζω·σαερριζωσαμηνε·ριζω·σαμην
2ndερριζωσαςε·ριζω·σαςερριζωσωε·ριζω·σω
3rdερριζωσεν, ερριζωσεε·ριζω·σε(ν)ερριζωσατοε·ριζω·σατο
Pl1stερριζωσαμενε·ριζω·σαμενερριζωσαμεθαε·ριζω·σαμεθα
2ndερριζωσατεε·ριζω·σατεερριζωσασθεε·ριζω·σασθε
3rdερριζωσανε·ριζω·σανερριζωσαντοε·ριζω·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stριζωσωριζω·σωριζωσωμαιριζω·σωμαι
2ndριζωσῃςριζω·σῃςριζωσῃριζω·σῃ
3rdριζωσῃριζω·σῃριζωσηταιριζω·σηται
Pl1stριζωσωμενριζω·σωμενριζωσωμεθαριζω·σωμεθα
2ndριζωσητεριζω·σητεριζωσησθεριζω·σησθε
3rdριζωσωσιν, ριζωσωσιριζω·σωσι(ν)ριζωσωνταιριζω·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stριζωσαιμιριζω·σαιμιριζωσαιμηνριζω·σαιμην
2ndριζωσαις, ριζωσειαςριζω·σαις, ριζω·σειας classicalριζωσαιοριζω·σαιο
3rdριζωσαι, ριζωσειεριζω·σαι, ριζω·σειε classicalριζωσαιτοριζω·σαιτο
Pl1stριζωσαιμενριζω·σαιμενριζωσαιμεθαριζω·σαιμεθα
2ndριζωσαιτεριζω·σαιτεριζωσαισθεριζω·σαισθε
3rdριζωσαιεν, ριζωσαισαν, ριζωσειαν, ριζωσειενριζω·σαιεν, ριζω·σαισαν alt, ριζω·σειαν classical, ριζω·σειεν classicalριζωσαιντοριζω·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndριζωσονριζω·σονριζωσαιριζω·σαι
3rdριζωσατωριζω·σατωριζωσασθωριζω·σασθω
Pl1st
2ndριζωσατεριζω·σατεριζωσασθεριζω·σασθε
3rdριζωσατωσαν, ριζωσαντωνριζω·σατωσαν, ριζω·σαντων classicalριζωσασθωσαν, ριζωσασθωνριζω·σασθωσαν, ριζω·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ριζωσαι​ριζω·σαι​ριζωσασθαι​ριζω·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocριζωσασαριζωσαςριζωσανριζω·σασ·αριζω·σα[ντ]·ςριζω·σαν[τ]
Nom
Accριζωσασανριζωσανταριζω·σασ·ανριζω·σαντ·α
Datριζωσασῃριζωσαντιριζω·σασ·ῃριζω·σαντ·ι
Genριζωσασηςριζωσαντοςριζω·σασ·ηςριζω·σαντ·ος
PlVocριζωσασαιριζωσαντεςριζωσανταριζω·σασ·αιριζω·σαντ·εςριζω·σαντ·α
Nom
Accριζωσασαςριζωσανταςριζω·σασ·αςριζω·σαντ·ας
Datριζωσασαιςριζωσασι, ριζωσασινριζω·σασ·αιςριζω·σα[ντ]·σι(ν)
Genριζωσασωνριζωσαντωνριζω·σασ·ωνριζω·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocριζωσαμενηριζωσαμενεριζω·σαμεν·ηριζω·σαμεν·ε
Nomριζωσαμενοςριζω·σαμεν·ος
Accριζωσαμενηνριζωσαμενονριζω·σαμεν·ηνριζω·σαμεν·ον
Datριζωσαμενῃριζωσαμενῳριζω·σαμεν·ῃριζω·σαμεν·ῳ
Genριζωσαμενηςριζωσαμενουριζω·σαμεν·ηςριζω·σαμεν·ου
PlVocριζωσαμεναιριζωσαμενοιριζωσαμεναριζω·σαμεν·αιριζω·σαμεν·οιριζω·σαμεν·α
Nom
Accριζωσαμεναςριζωσαμενουςριζω·σαμεν·αςριζω·σαμεν·ους
Datριζωσαμεναιςριζωσαμενοιςριζω·σαμεν·αιςριζω·σαμεν·οις
Genριζωσαμενωνριζωσαμενωνριζω·σαμεν·ωνριζω·σαμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωκαερριζω·καερριζωμαιερριζω·μαι
2ndερριζωκας, ερριζωκεςερριζω·κας, ερριζω·κες altερριζωσαιερριζω·σαι
3rdερριζωκεν[LXX], ερριζωκεερριζω·κε(ν), ερριζω·κε(ν)ερριζωταιερριζω·ται
Pl1stερριζωκαμενερριζω·καμενερριζωμεθαερριζω·μεθα
2ndερριζωκατεερριζω·κατεερριζωσθεερριζω·σθε
3rdερριζωκασιν, ερριζωκασι, ερριζωκανερριζω·κασι(ν), ερριζω·καν altερριζωνταιερριζω·νται

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωσομαιερριζω·σομαι
2ndερριζωσῃ, ερριζωσειερριζω·σῃ, ερριζω·σει classical
3rdερριζωσεταιερριζω·σεται
Pl1stερριζωσομεθαερριζω·σομεθα
2ndερριζωσεσθεερριζω·σεσθε
3rdερριζωσονταιερριζω·σονται

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωκωερριζω·κω
2ndερριζωκῃςερριζω·κῃς
3rdερριζωκῃερριζω·κῃ
Pl1stερριζωκωμενερριζω·κωμεν
2ndερριζωκητεερριζω·κητε
3rdερριζωκωσιν, ερριζωκωσιερριζω·κωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωκοιμι, ερριζωκοιηνερριζω·κοιμι, ερριζω·κοιην classical
2ndερριζωκοις, ερριζωκοιηςερριζω·κοις, ερριζω·κοιης classical
3rdερριζωκοι, ερριζωκοιηερριζω·κοι, ερριζω·κοιη classical
Pl1stερριζωκοιμενερριζω·κοιμεν
2ndερριζωκοιτεερριζω·κοιτε
3rdερριζωκοιενερριζω·κοιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωσοιμηνερριζω·σοιμην
2ndερριζωσοιοερριζω·σοιο
3rdερριζωσοιτοερριζω·σοιτο
Pl1stερριζωσοιμεθαερριζω·σοιμεθα
2ndερριζωσοισθεερριζω·σοισθε
3rdερριζωσοιντοερριζω·σοιντο

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndερριζωκεερριζω·κεερριζωσοερριζω·σο
3rdερριζωκετωερριζω·κετωερριζωσθωερριζω·σθω
Pl1st
2ndερριζωκετεερριζω·κετεερριζωσθεερριζω·σθε
3rdερριζωκετωσανερριζω·κετωσανερριζωσθωσαν, ερριζωσθωνερριζω·σθωσαν, ερριζω·σθων classical

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ερριζωκεναι​ερριζω·κεναι​ερριζωσθαι​ερριζω·σθαι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ερριζωσεσθαι​ερριζω·σεσθαι​

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocερριζωκυιαερριζωκοςερριζω·κυι·αερριζω·κο[τ]·ς
Nomερριζωκωςερριζω·κο[τ]·^ς
Accερριζωκυιανερριζωκοταερριζω·κυι·ανερριζω·κοτ·α
Datερριζωκυιᾳερριζωκοτιερριζω·κυι·ᾳερριζω·κοτ·ι
Genερριζωκυιαςερριζωκοτοςερριζω·κυι·αςερριζω·κοτ·ος
PlVocερριζωκυιαιερριζωκοτεςερριζωκοταερριζω·κυι·αιερριζω·κοτ·εςερριζω·κοτ·α
Nom
Accερριζωκυιαςερριζωκοταςερριζω·κυι·αςερριζω·κοτ·ας
Datερριζωκυιαιςερριζωκοσι, ερριζωκοσινερριζω·κυι·αιςερριζω·κο[τ]·σι(ν)
Genερριζωκυιωνερριζωκοτωνερριζω·κυι·ωνερριζω·κοτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocερριζωμενη[LXX]ερριζωμενεερριζω·μεν·ηερριζω·μεν·ε
Nomερριζωμενοςερριζω·μεν·ος
Accερριζωμενηνερριζωμενονερριζω·μεν·ηνερριζω·μεν·ον
Datερριζωμενῃερριζωμενῳερριζω·μεν·ῃερριζω·μεν·ῳ
Genερριζωμενηςερριζωμενουερριζω·μεν·ηςερριζω·μεν·ου
PlVocερριζωμεναιερριζωμενοι[GNT]ερριζωμεναερριζω·μεν·αιερριζω·μεν·οιερριζω·μεν·α
Nom
Accερριζωμεναςερριζωμενουςερριζω·μεν·αςερριζω·μεν·ους
Datερριζωμεναιςερριζωμενοιςερριζω·μεν·αιςερριζω·μεν·οις
Genερριζωμενωνερριζωμενωνερριζω·μεν·ωνερριζω·μεν·ων

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stερριζωκειν, ερριζωκηε·ερριζω·κειν, ε·ερριζω·κη classicalερριζωμηνε·ερριζω·μην
2ndερριζωκεις, ερριζωκηςε·ερριζω·κεις, ε·ερριζω·κης classicalερριζωσοε·ερριζω·σο
3rdερριζωκειε·ερριζω·κειερριζωτοε·ερριζω·το
Pl1stερριζωκειμεν, ερριζωκεμενε·ερριζω·κειμεν, ε·ερριζω·κεμεν classicalερριζωμεθαε·ερριζω·μεθα
2ndερριζωκειτε, ερριζωκετεε·ερριζω·κειτε, ε·ερριζω·κετε classicalερριζωσθεε·ερριζω·σθε
3rdερριζωκεισαν, ερριζωκεσανε·ερριζω·κεισαν, ε·ερριζω·κεσαν classicalερριζωντοε·ερριζω·ντο

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

6th Principal Part (θη-Aorist and θη-Future) [hide]

θη-Aorist Indicative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stερριζωθηνε·ριζω·θην
2ndερριζωθηςε·ριζω·θης
3rdερριζωθηε·ριζω·θη
Pl1stερριζωθημενε·ριζω·θημεν
2ndερριζωθητεε·ριζω·θητε
3rdερριζωθησαν[LXX]ε·ριζω·θησαν

θη-Future Indicative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stριζωθησομαιριζω·θησομαι
2ndριζωθησῃ, ριζωθησειριζω·θησῃ, ριζω·θησει classical
3rdριζωθησεταιριζω·θησεται
Pl1stριζωθησομεθαριζω·θησομεθα
2ndριζωθησεσθεριζω·θησεσθε
3rdριζωθησονταιριζω·θησονται

θη-Aorist Subjunctive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stριζωθωριζω·θω
2ndριζωθῃςριζω·θῃς
3rdριζωθῃ[LXX]ριζω·θῃ
Pl1stριζωθωμενριζω·θωμεν
2ndριζωθητεριζω·θητε
3rdριζωθωσιν, ριζωθωσιριζω·θωσι(ν)

θη-Aorist Optative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stριζωθειηνριζω·θειην
2ndριζωθειηςριζω·θειης
3rdριζωθειηριζω·θειη
Pl1stριζωθειημεν, ριζωθειμενριζω·θειημεν, ριζω·θειμεν classical
2ndριζωθειητε, ριζωθειτεριζω·θειητε, ριζω·θειτε classical
3rdριζωθειησαν, ριζωθειενριζω·θειησαν, ριζω·θειεν classical

θη-Future Optative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stριζωθησοιμηνριζω·θησοιμην
2ndριζωθησοιοριζω·θησοιο
3rdριζωθησοιτοριζω·θησοιτο
Pl1stριζωθησοιμεθαριζω·θησοιμεθα
2ndριζωθησοισθεριζω·θησοισθε
3rdριζωθησοιντοριζω·θησοιντο

θη-Aorist Imperative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1st
2ndριζωθητιριζω·θητι
3rdριζωθητωριζω·θητω
Pl1st
2ndριζωθητεριζω·θητε
3rdριζωθητωσαν, ριζωθεντωνριζω·θητωσαν, ριζω·θεντων classical

θη-Aorist Infinitive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
ριζωθηναι​ριζω·θηναι​

θη-Future Infinitive [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
ριζωθησεσθαι​ριζω·θησεσθαι​

θη-Aorist Participle [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocριζωθεισαριζωθειςριζωθενριζω·θεισ·αριζω·θει[ντ]·ςριζω·θε[ι]ν[τ]
Nom
Accριζωθεισανριζωθενταριζω·θεισ·ανριζω·θε[ι]ντ·α
Datριζωθεισῃριζωθεντιριζω·θεισ·ῃριζω·θε[ι]ντ·ι
Genριζωθεισηςριζωθεντοςριζω·θεισ·ηςριζω·θε[ι]ντ·ος
PlVocριζωθεισαιριζωθεντεςριζωθενταριζω·θεισ·αιριζω·θε[ι]ντ·εςριζω·θε[ι]ντ·α
Nom
Accριζωθεισαςριζωθενταςριζω·θεισ·αςριζω·θε[ι]ντ·ας
Datριζωθεισαιςριζωθεισι, ριζωθεισινριζω·θεισ·αιςριζω·θει[ντ]·σι(ν)
Genριζωθεισωνριζωθεντωνριζω·θεισ·ωνριζω·θε[ι]ντ·ων

θη-Future Participle [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocριζωθησομενηριζωθησομενεριζω·θησομεν·ηριζω·θησομεν·ε
Nomριζωθησομενοςριζω·θησομεν·ος
Accριζωθησομενηνριζωθησομενονριζω·θησομεν·ηνριζω·θησομεν·ον
Datριζωθησομενῃριζωθησομενῳριζω·θησομεν·ῃριζω·θησομεν·ῳ
Genριζωθησομενηςριζωθησομενουριζω·θησομεν·ηςριζω·θησομεν·ου
PlVocριζωθησομεναιριζωθησομενοιριζωθησομεναριζω·θησομεν·αιριζω·θησομεν·οιριζω·θησομεν·α
Nom
Accριζωθησομεναςριζωθησομενουςριζω·θησομεν·αςριζω·θησομεν·ους
Datριζωθησομεναιςριζωθησομενοιςριζω·θησομεν·αιςριζω·θησομεν·οις
Genριζωθησομενωνριζωθησομενωνριζω·θησομεν·ωνριζω·θησομεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 14:07:05 EDT