εξουσιαζω • EXOUSIAZW ECOUSIAZW • exousiazō

Search: εξουσιαζοντων

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
εξουσιαζοντων; εξουσιαζοντων; εξουσιαζοντωνἐξουσιάζωεξ·ουσιαζ·οντων; εξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·ων; εξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·ωνpres act imp 3rd pl classical; pres act ptcp mas gen pl; pres act ptcp neu gen pl

ἐξ·ουσιάζω (εξ+ουσιαζ-, εξ+ουσια·σ-, εξ+ουσια·σ-, -, -, εξ+ουσιασ·θ-)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιαζωεξ·ουσιαζ·ωεξουσιαζομαιεξ·ουσιαζ·ομαι
2ndεξουσιαζειςεξ·ουσιαζ·ειςεξουσιαζῃ[LXX], εξουσιαζει[GNT], εξουσιαζεσαιεξ·ουσιαζ·ῃ, εξ·ουσιαζ·ει classical, εξ·ουσιαζ·εσαι alt
3rdεξουσιαζει[GNT]εξ·ουσιαζ·ειεξουσιαζεται[LXX]εξ·ουσιαζ·εται
Pl1stεξουσιαζομενεξ·ουσιαζ·ομενεξουσιαζομεθαεξ·ουσιαζ·ομεθα
2ndεξουσιαζετεεξ·ουσιαζ·ετεεξουσιαζεσθεεξ·ουσιαζ·εσθε
3rdεξουσιαζουσιν[LXX], εξουσιαζουσιεξ·ουσιαζ·ουσι(ν), εξ·ουσιαζ·ουσι(ν)εξουσιαζονται[LXX]εξ·ουσιαζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιαζωεξ·ουσιαζ·ωεξουσιαζωμαιεξ·ουσιαζ·ωμαι
2ndεξουσιαζῃςεξ·ουσιαζ·ῃςεξουσιαζῃ[LXX]εξ·ουσιαζ·ῃ
3rdεξουσιαζῃ[LXX]εξ·ουσιαζ·ῃεξουσιαζηταιεξ·ουσιαζ·ηται
Pl1stεξουσιαζωμενεξ·ουσιαζ·ωμενεξουσιαζωμεθαεξ·ουσιαζ·ωμεθα
2ndεξουσιαζητεεξ·ουσιαζ·ητεεξουσιαζησθεεξ·ουσιαζ·ησθε
3rdεξουσιαζωσιν, εξουσιαζωσιεξ·ουσιαζ·ωσι(ν)εξουσιαζωνταιεξ·ουσιαζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιαζοιμιεξ·ουσιαζ·οιμιεξουσιαζοιμηνεξ·ουσιαζ·οιμην
2ndεξουσιαζοιςεξ·ουσιαζ·οιςεξουσιαζοιοεξ·ουσιαζ·οιο
3rdεξουσιαζοιεξ·ουσιαζ·οιεξουσιαζοιτοεξ·ουσιαζ·οιτο
Pl1stεξουσιαζοιμενεξ·ουσιαζ·οιμενεξουσιαζοιμεθαεξ·ουσιαζ·οιμεθα
2ndεξουσιαζοιτεεξ·ουσιαζ·οιτεεξουσιαζοισθεεξ·ουσιαζ·οισθε
3rdεξουσιαζοιεν, εξουσιαζοισανεξ·ουσιαζ·οιεν, εξ·ουσιαζ·οισαν altεξουσιαζοιντοεξ·ουσιαζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndεξουσιαζεεξ·ουσιαζ·εεξουσιαζουεξ·ουσιαζ·ου
3rdεξουσιαζετωεξ·ουσιαζ·ετωεξουσιαζεσθωεξ·ουσιαζ·εσθω
Pl1st
2ndεξουσιαζετεεξ·ουσιαζ·ετεεξουσιαζεσθεεξ·ουσιαζ·εσθε
3rdεξουσιαζετωσαν, εξουσιαζοντων[LXX]εξ·ουσιαζ·ετωσαν, εξ·ουσιαζ·οντων classicalεξουσιαζεσθωσαν, εξουσιαζεσθωνεξ·ουσιαζ·εσθωσαν, εξ·ουσιαζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
εξουσιαζειν​εξ·ουσιαζ·ειν​εξουσιαζεσθαι​εξ·ουσιαζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιαζουσαεξουσιαζονεξ·ουσιαζ·ουσ·αεξ·ουσιαζ·ο[υ]ν[τ]
Nomεξουσιαζων[LXX]εξ·ουσιαζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accεξουσιαζουσανεξουσιαζονταεξ·ουσιαζ·ουσ·ανεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·α
Datεξουσιαζουσῃεξουσιαζοντιεξ·ουσιαζ·ουσ·ῃεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·ι
Genεξουσιαζουσηςεξουσιαζοντος[LXX]εξ·ουσιαζ·ουσ·ηςεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocεξουσιαζουσαιεξουσιαζοντες[GNT]εξουσιαζονταεξ·ουσιαζ·ουσ·αιεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·εςεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accεξουσιαζουσαςεξουσιαζοντας[LXX]εξ·ουσιαζ·ουσ·αςεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·ας
Datεξουσιαζουσαιςεξουσιαζουσι, εξουσιαζουσιν[LXX]εξ·ουσιαζ·ουσ·αιςεξ·ουσιαζ·ου[ντ]·σι(ν), εξ·ουσιαζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genεξουσιαζουσωνεξουσιαζοντων[LXX]εξ·ουσιαζ·ουσ·ωνεξ·ουσιαζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιαζομενηεξουσιαζομενεεξ·ουσιαζ·ομεν·ηεξ·ουσιαζ·ομεν·ε
Nomεξουσιαζομενοςεξ·ουσιαζ·ομεν·ος
Accεξουσιαζομενηνεξουσιαζομενονεξ·ουσιαζ·ομεν·ηνεξ·ουσιαζ·ομεν·ον
Datεξουσιαζομενῃεξουσιαζομενῳεξ·ουσιαζ·ομεν·ῃεξ·ουσιαζ·ομεν·ῳ
Genεξουσιαζομενηςεξουσιαζομενουεξ·ουσιαζ·ομεν·ηςεξ·ουσιαζ·ομεν·ου
PlVocεξουσιαζομεναιεξουσιαζομενοιεξουσιαζομεναεξ·ουσιαζ·ομεν·αιεξ·ουσιαζ·ομεν·οιεξ·ουσιαζ·ομεν·α
Nom
Accεξουσιαζομεναςεξουσιαζομενουςεξ·ουσιαζ·ομεν·αςεξ·ουσιαζ·ομεν·ους
Datεξουσιαζομεναιςεξουσιαζομενοιςεξ·ουσιαζ·ομεν·αιςεξ·ουσιαζ·ομεν·οις
Genεξουσιαζομενωνεξουσιαζομενωνεξ·ουσιαζ·ομεν·ωνεξ·ουσιαζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιαζονεξ·ε·ουσιαζ·ονεξουσιαζομηνεξ·ε·ουσιαζ·ομην
2ndεξουσιαζεςεξ·ε·ουσιαζ·εςεξουσιαζουεξ·ε·ουσιαζ·ου
3rdεξουσιαζεν, εξουσιαζεεξ·ε·ουσιαζ·ε(ν)εξουσιαζετοεξ·ε·ουσιαζ·ετο
Pl1stεξουσιαζομενεξ·ε·ουσιαζ·ομενεξουσιαζομεθαεξ·ε·ουσιαζ·ομεθα
2ndεξουσιαζετεεξ·ε·ουσιαζ·ετεεξουσιαζεσθεεξ·ε·ουσιαζ·εσθε
3rdεξουσιαζον, εξουσιαζοσανεξ·ε·ουσιαζ·ον, εξ·ε·ουσιαζ·οσαν altεξουσιαζοντοεξ·ε·ουσιαζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασωεξ·ουσια·σωεξουσιασομαιεξ·ουσια·σομαι
2ndεξουσιασεις[LXX]εξ·ουσια·σειςεξουσιασῃ, εξουσιασει[LXX], εξουσιασεσαιεξ·ουσια·σῃ, εξ·ουσια·σει classical, εξ·ουσια·σεσαι alt
3rdεξουσιασει[LXX]εξ·ουσια·σειεξουσιασεταιεξ·ουσια·σεται
Pl1stεξουσιασομενεξ·ουσια·σομενεξουσιασομεθαεξ·ουσια·σομεθα
2ndεξουσιασετεεξ·ουσια·σετεεξουσιασεσθεεξ·ουσια·σεσθε
3rdεξουσιασουσιν, εξουσιασουσιεξ·ουσια·σουσι(ν)εξουσιασονταιεξ·ουσια·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασοιμιεξ·ουσια·σοιμιεξουσιασοιμηνεξ·ουσια·σοιμην
2ndεξουσιασοιςεξ·ουσια·σοιςεξουσιασοιοεξ·ουσια·σοιο
3rdεξουσιασοιεξ·ουσια·σοιεξουσιασοιτοεξ·ουσια·σοιτο
Pl1stεξουσιασοιμενεξ·ουσια·σοιμενεξουσιασοιμεθαεξ·ουσια·σοιμεθα
2ndεξουσιασοιτεεξ·ουσια·σοιτεεξουσιασοισθεεξ·ουσια·σοισθε
3rdεξουσιασοιενεξ·ουσια·σοιενεξουσιασοιντοεξ·ουσια·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
εξουσιασειν​εξ·ουσια·σειν​εξουσιασεσθαι​εξ·ουσια·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιασουσαεξουσιασονεξ·ουσια·σουσ·αεξ·ουσια·σο[υ]ν[τ]
Nomεξουσιασωνεξ·ουσια·σο[υ]ν[τ]·^
Accεξουσιασουσανεξουσιασονταεξ·ουσια·σουσ·ανεξ·ουσια·σο[υ]ντ·α
Datεξουσιασουσῃεξουσιασοντιεξ·ουσια·σουσ·ῃεξ·ουσια·σο[υ]ντ·ι
Genεξουσιασουσηςεξουσιασοντοςεξ·ουσια·σουσ·ηςεξ·ουσια·σο[υ]ντ·ος
PlVocεξουσιασουσαιεξουσιασοντεςεξουσιασονταεξ·ουσια·σουσ·αιεξ·ουσια·σο[υ]ντ·εςεξ·ουσια·σο[υ]ντ·α
Nom
Accεξουσιασουσαςεξουσιασονταςεξ·ουσια·σουσ·αςεξ·ουσια·σο[υ]ντ·ας
Datεξουσιασουσαιςεξουσιασουσι, εξουσιασουσινεξ·ουσια·σουσ·αιςεξ·ουσια·σου[ντ]·σι(ν)
Genεξουσιασουσωνεξουσιασοντωνεξ·ουσια·σουσ·ωνεξ·ουσια·σο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιασομενηεξουσιασομενεεξ·ουσια·σομεν·ηεξ·ουσια·σομεν·ε
Nomεξουσιασομενοςεξ·ουσια·σομεν·ος
Accεξουσιασομενηνεξουσιασομενονεξ·ουσια·σομεν·ηνεξ·ουσια·σομεν·ον
Datεξουσιασομενῃεξουσιασομενῳεξ·ουσια·σομεν·ῃεξ·ουσια·σομεν·ῳ
Genεξουσιασομενηςεξουσιασομενουεξ·ουσια·σομεν·ηςεξ·ουσια·σομεν·ου
PlVocεξουσιασομεναιεξουσιασομενοιεξουσιασομεναεξ·ουσια·σομεν·αιεξ·ουσια·σομεν·οιεξ·ουσια·σομεν·α
Nom
Accεξουσιασομεναςεξουσιασομενουςεξ·ουσια·σομεν·αςεξ·ουσια·σομεν·ους
Datεξουσιασομεναιςεξουσιασομενοιςεξ·ουσια·σομεν·αιςεξ·ουσια·σομεν·οις
Genεξουσιασομενωνεξουσιασομενωνεξ·ουσια·σομεν·ωνεξ·ουσια·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασαεξ·ε·ουσια·σαεξουσιασαμηνεξ·ε·ουσια·σαμην
2ndεξουσιασαςεξ·ε·ουσια·σαςεξουσιασωεξ·ε·ουσια·σω
3rdεξουσιασεν[LXX], εξουσιασεεξ·ε·ουσια·σε(ν), εξ·ε·ουσια·σε(ν)εξουσιασατο[LXX]εξ·ε·ουσια·σατο
Pl1stεξουσιασαμενεξ·ε·ουσια·σαμενεξουσιασαμεθαεξ·ε·ουσια·σαμεθα
2ndεξουσιασατεεξ·ε·ουσια·σατεεξουσιασασθεεξ·ε·ουσια·σασθε
3rdεξουσιασανεξ·ε·ουσια·σανεξουσιασαντοεξ·ε·ουσια·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασωεξ·ουσια·σωεξουσιασωμαιεξ·ουσια·σωμαι
2ndεξουσιασῃςεξ·ουσια·σῃςεξουσιασῃεξ·ουσια·σῃ
3rdεξουσιασῃεξ·ουσια·σῃεξουσιασηταιεξ·ουσια·σηται
Pl1stεξουσιασωμενεξ·ουσια·σωμενεξουσιασωμεθαεξ·ουσια·σωμεθα
2ndεξουσιασητεεξ·ουσια·σητεεξουσιασησθεεξ·ουσια·σησθε
3rdεξουσιασωσιν, εξουσιασωσιεξ·ουσια·σωσι(ν)εξουσιασωνταιεξ·ουσια·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασαιμιεξ·ουσια·σαιμιεξουσιασαιμηνεξ·ουσια·σαιμην
2ndεξουσιασαις, εξουσιασειαςεξ·ουσια·σαις, εξ·ουσια·σειας classicalεξουσιασαιοεξ·ουσια·σαιο
3rdεξουσιασαι, εξουσιασειεεξ·ουσια·σαι, εξ·ουσια·σειε classicalεξουσιασαιτοεξ·ουσια·σαιτο
Pl1stεξουσιασαιμενεξ·ουσια·σαιμενεξουσιασαιμεθαεξ·ουσια·σαιμεθα
2ndεξουσιασαιτεεξ·ουσια·σαιτεεξουσιασαισθεεξ·ουσια·σαισθε
3rdεξουσιασαιεν, εξουσιασαισαν, εξουσιασειαν, εξουσιασειενεξ·ουσια·σαιεν, εξ·ουσια·σαισαν alt, εξ·ουσια·σειαν classical, εξ·ουσια·σειεν classicalεξουσιασαιντοεξ·ουσια·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndεξουσιασονεξ·ουσια·σονεξουσιασαιεξ·ουσια·σαι
3rdεξουσιασατωεξ·ουσια·σατωεξουσιασασθωεξ·ουσια·σασθω
Pl1st
2ndεξουσιασατεεξ·ουσια·σατεεξουσιασασθεεξ·ουσια·σασθε
3rdεξουσιασατωσαν, εξουσιασαντωνεξ·ουσια·σατωσαν, εξ·ουσια·σαντων classicalεξουσιασασθωσαν, εξουσιασασθωνεξ·ουσια·σασθωσαν, εξ·ουσια·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
εξουσιασαι​εξ·ουσια·σαι​εξουσιασασθαι​εξ·ουσια·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιασασαεξουσιασαςεξουσιασανεξ·ουσια·σασ·αεξ·ουσια·σα[ντ]·ςεξ·ουσια·σαν[τ]
Nom
Accεξουσιασασανεξουσιασανταεξ·ουσια·σασ·ανεξ·ουσια·σαντ·α
Datεξουσιασασῃεξουσιασαντιεξ·ουσια·σασ·ῃεξ·ουσια·σαντ·ι
Genεξουσιασασηςεξουσιασαντοςεξ·ουσια·σασ·ηςεξ·ουσια·σαντ·ος
PlVocεξουσιασασαιεξουσιασαντεςεξουσιασανταεξ·ουσια·σασ·αιεξ·ουσια·σαντ·εςεξ·ουσια·σαντ·α
Nom
Accεξουσιασασαςεξουσιασανταςεξ·ουσια·σασ·αςεξ·ουσια·σαντ·ας
Datεξουσιασασαιςεξουσιασασι, εξουσιασασινεξ·ουσια·σασ·αιςεξ·ουσια·σα[ντ]·σι(ν)
Genεξουσιασασωνεξουσιασαντωνεξ·ουσια·σασ·ωνεξ·ουσια·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιασαμενηεξουσιασαμενεεξ·ουσια·σαμεν·ηεξ·ουσια·σαμεν·ε
Nomεξουσιασαμενοςεξ·ουσια·σαμεν·ος
Accεξουσιασαμενηνεξουσιασαμενονεξ·ουσια·σαμεν·ηνεξ·ουσια·σαμεν·ον
Datεξουσιασαμενῃεξουσιασαμενῳεξ·ουσια·σαμεν·ῃεξ·ουσια·σαμεν·ῳ
Genεξουσιασαμενηςεξουσιασαμενουεξ·ουσια·σαμεν·ηςεξ·ουσια·σαμεν·ου
PlVocεξουσιασαμεναιεξουσιασαμενοιεξουσιασαμεναεξ·ουσια·σαμεν·αιεξ·ουσια·σαμεν·οιεξ·ουσια·σαμεν·α
Nom
Accεξουσιασαμεναςεξουσιασαμενουςεξ·ουσια·σαμεν·αςεξ·ουσια·σαμεν·ους
Datεξουσιασαμεναιςεξουσιασαμενοιςεξ·ουσια·σαμεν·αιςεξ·ουσια·σαμεν·οις
Genεξουσιασαμενωνεξουσιασαμενωνεξ·ουσια·σαμεν·ωνεξ·ουσια·σαμεν·ων

6th Principal Part (θη-Aorist and θη-Future) [hide]

θη-Aorist Indicative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασθηνεξ·ε·ουσιασ·θην
2ndεξουσιασθηςεξ·ε·ουσιασ·θης
3rdεξουσιασθηεξ·ε·ουσιασ·θη
Pl1stεξουσιασθημενεξ·ε·ουσιασ·θημεν
2ndεξουσιασθητεεξ·ε·ουσιασ·θητε
3rdεξουσιασθησανεξ·ε·ουσιασ·θησαν

θη-Future Indicative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασθησομαι[GNT]εξ·ουσιασ·θησομαι
2ndεξουσιασθησῃ, εξουσιασθησειεξ·ουσιασ·θησῃ, εξ·ουσιασ·θησει classical
3rdεξουσιασθησεταιεξ·ουσιασ·θησεται
Pl1stεξουσιασθησομεθαεξ·ουσιασ·θησομεθα
2ndεξουσιασθησεσθεεξ·ουσιασ·θησεσθε
3rdεξουσιασθησονταιεξ·ουσιασ·θησονται

θη-Aorist Subjunctive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασθωεξ·ουσιασ·θω
2ndεξουσιασθῃςεξ·ουσιασ·θῃς
3rdεξουσιασθῃεξ·ουσιασ·θῃ
Pl1stεξουσιασθωμενεξ·ουσιασ·θωμεν
2ndεξουσιασθητεεξ·ουσιασ·θητε
3rdεξουσιασθωσιν, εξουσιασθωσιεξ·ουσιασ·θωσι(ν)

θη-Aorist Optative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασθειηνεξ·ουσιασ·θειην
2ndεξουσιασθειηςεξ·ουσιασ·θειης
3rdεξουσιασθειηεξ·ουσιασ·θειη
Pl1stεξουσιασθειημεν, εξουσιασθειμενεξ·ουσιασ·θειημεν, εξ·ουσιασ·θειμεν classical
2ndεξουσιασθειητε, εξουσιασθειτεεξ·ουσιασ·θειητε, εξ·ουσιασ·θειτε classical
3rdεξουσιασθειησαν, εξουσιασθειενεξ·ουσιασ·θειησαν, εξ·ουσιασ·θειεν classical

θη-Future Optative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stεξουσιασθησοιμηνεξ·ουσιασ·θησοιμην
2ndεξουσιασθησοιοεξ·ουσιασ·θησοιο
3rdεξουσιασθησοιτοεξ·ουσιασ·θησοιτο
Pl1stεξουσιασθησοιμεθαεξ·ουσιασ·θησοιμεθα
2ndεξουσιασθησοισθεεξ·ουσιασ·θησοισθε
3rdεξουσιασθησοιντοεξ·ουσιασ·θησοιντο

θη-Aorist Imperative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1st
2ndεξουσιασθητιεξ·ουσιασ·θητι
3rdεξουσιασθητωεξ·ουσιασ·θητω
Pl1st
2ndεξουσιασθητεεξ·ουσιασ·θητε
3rdεξουσιασθητωσαν, εξουσιασθεντωνεξ·ουσιασ·θητωσαν, εξ·ουσιασ·θεντων classical

θη-Aorist Infinitive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
εξουσιασθηναι​εξ·ουσιασ·θηναι​

θη-Future Infinitive [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
εξουσιασθησεσθαι​εξ·ουσιασ·θησεσθαι​

θη-Aorist Participle [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιασθεισαεξουσιασθειςεξουσιασθενεξ·ουσιασ·θεισ·αεξ·ουσιασ·θει[ντ]·ςεξ·ουσιασ·θε[ι]ν[τ]
Nom
Accεξουσιασθεισανεξουσιασθενταεξ·ουσιασ·θεισ·ανεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·α
Datεξουσιασθεισῃεξουσιασθεντιεξ·ουσιασ·θεισ·ῃεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·ι
Genεξουσιασθεισηςεξουσιασθεντοςεξ·ουσιασ·θεισ·ηςεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·ος
PlVocεξουσιασθεισαιεξουσιασθεντεςεξουσιασθενταεξ·ουσιασ·θεισ·αιεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·εςεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·α
Nom
Accεξουσιασθεισαςεξουσιασθενταςεξ·ουσιασ·θεισ·αςεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·ας
Datεξουσιασθεισαιςεξουσιασθεισι, εξουσιασθεισινεξ·ουσιασ·θεισ·αιςεξ·ουσιασ·θει[ντ]·σι(ν)
Genεξουσιασθεισωνεξουσιασθεντωνεξ·ουσιασ·θεισ·ωνεξ·ουσιασ·θε[ι]ντ·ων

θη-Future Participle [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocεξουσιασθησομενηεξουσιασθησομενεεξ·ουσιασ·θησομεν·ηεξ·ουσιασ·θησομεν·ε
Nomεξουσιασθησομενοςεξ·ουσιασ·θησομεν·ος
Accεξουσιασθησομενηνεξουσιασθησομενονεξ·ουσιασ·θησομεν·ηνεξ·ουσιασ·θησομεν·ον
Datεξουσιασθησομενῃεξουσιασθησομενῳεξ·ουσιασ·θησομεν·ῃεξ·ουσιασ·θησομεν·ῳ
Genεξουσιασθησομενηςεξουσιασθησομενουεξ·ουσιασ·θησομεν·ηςεξ·ουσιασ·θησομεν·ου
PlVocεξουσιασθησομεναιεξουσιασθησομενοιεξουσιασθησομεναεξ·ουσιασ·θησομεν·αιεξ·ουσιασ·θησομεν·οιεξ·ουσιασ·θησομεν·α
Nom
Accεξουσιασθησομεναςεξουσιασθησομενουςεξ·ουσιασ·θησομεν·αςεξ·ουσιασ·θησομεν·ους
Datεξουσιασθησομεναιςεξουσιασθησομενοιςεξ·ουσιασ·θησομεν·αιςεξ·ουσιασ·θησομεν·οις
Genεξουσιασθησομενωνεξουσιασθησομενωνεξ·ουσιασ·θησομεν·ωνεξ·ουσιασ·θησομεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 18-Apr-2024 19:51:31 EDT