αποδιοριζω • APODIORIZW • apodiorizō

ἀπο·δι·ορίζω (αποδι+οριζ-, -, -, -, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαποδιοριζωαποδι·οριζ·ωαποδιοριζομαιαποδι·οριζ·ομαι
2ndαποδιοριζειςαποδι·οριζ·ειςαποδιοριζῃ, αποδιοριζει, αποδιοριζεσαιαποδι·οριζ·ῃ, αποδι·οριζ·ει classical, αποδι·οριζ·εσαι alt
3rdαποδιοριζειαποδι·οριζ·ειαποδιοριζεταιαποδι·οριζ·εται
Pl1stαποδιοριζομεναποδι·οριζ·ομεναποδιοριζομεθααποδι·οριζ·ομεθα
2ndαποδιοριζετεαποδι·οριζ·ετεαποδιοριζεσθεαποδι·οριζ·εσθε
3rdαποδιοριζουσιν, αποδιοριζουσιαποδι·οριζ·ουσι(ν)αποδιοριζονταιαποδι·οριζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαποδιοριζωαποδι·οριζ·ωαποδιοριζωμαιαποδι·οριζ·ωμαι
2ndαποδιοριζῃςαποδι·οριζ·ῃςαποδιοριζῃαποδι·οριζ·ῃ
3rdαποδιοριζῃαποδι·οριζ·ῃαποδιοριζηταιαποδι·οριζ·ηται
Pl1stαποδιοριζωμεναποδι·οριζ·ωμεναποδιοριζωμεθααποδι·οριζ·ωμεθα
2ndαποδιοριζητεαποδι·οριζ·ητεαποδιοριζησθεαποδι·οριζ·ησθε
3rdαποδιοριζωσιν, αποδιοριζωσιαποδι·οριζ·ωσι(ν)αποδιοριζωνταιαποδι·οριζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαποδιοριζοιμιαποδι·οριζ·οιμιαποδιοριζοιμηναποδι·οριζ·οιμην
2ndαποδιοριζοιςαποδι·οριζ·οιςαποδιοριζοιοαποδι·οριζ·οιο
3rdαποδιοριζοιαποδι·οριζ·οιαποδιοριζοιτοαποδι·οριζ·οιτο
Pl1stαποδιοριζοιμεναποδι·οριζ·οιμεναποδιοριζοιμεθααποδι·οριζ·οιμεθα
2ndαποδιοριζοιτεαποδι·οριζ·οιτεαποδιοριζοισθεαποδι·οριζ·οισθε
3rdαποδιοριζοιεν, αποδιοριζοισαναποδι·οριζ·οιεν, αποδι·οριζ·οισαν altαποδιοριζοιντοαποδι·οριζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndαποδιοριζεαποδι·οριζ·εαποδιοριζουαποδι·οριζ·ου
3rdαποδιοριζετωαποδι·οριζ·ετωαποδιοριζεσθωαποδι·οριζ·εσθω
Pl1st
2ndαποδιοριζετεαποδι·οριζ·ετεαποδιοριζεσθεαποδι·οριζ·εσθε
3rdαποδιοριζετωσαν, αποδιοριζοντωναποδι·οριζ·ετωσαν, αποδι·οριζ·οντων classicalαποδιοριζεσθωσαν, αποδιοριζεσθωναποδι·οριζ·εσθωσαν, αποδι·οριζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αποδιοριζειν​αποδι·οριζ·ειν​αποδιοριζεσθαι​αποδι·οριζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαποδιοριζουσααποδιοριζοναποδι·οριζ·ουσ·ααποδι·οριζ·ο[υ]ν[τ]
Nomαποδιοριζωναποδι·οριζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accαποδιοριζουσαναποδιοριζοντααποδι·οριζ·ουσ·αναποδι·οριζ·ο[υ]ντ·α
Datαποδιοριζουσῃαποδιοριζοντιαποδι·οριζ·ουσ·ῃαποδι·οριζ·ο[υ]ντ·ι
Genαποδιοριζουσηςαποδιοριζοντοςαποδι·οριζ·ουσ·ηςαποδι·οριζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocαποδιοριζουσαιαποδιοριζοντες[GNT]αποδιοριζοντααποδι·οριζ·ουσ·αιαποδι·οριζ·ο[υ]ντ·εςαποδι·οριζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accαποδιοριζουσαςαποδιοριζονταςαποδι·οριζ·ουσ·αςαποδι·οριζ·ο[υ]ντ·ας
Datαποδιοριζουσαιςαποδιοριζουσι, αποδιοριζουσιναποδι·οριζ·ουσ·αιςαποδι·οριζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genαποδιοριζουσωναποδιοριζοντωναποδι·οριζ·ουσ·ωναποδι·οριζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαποδιοριζομενηαποδιοριζομενεαποδι·οριζ·ομεν·ηαποδι·οριζ·ομεν·ε
Nomαποδιοριζομενοςαποδι·οριζ·ομεν·ος
Accαποδιοριζομενηναποδιοριζομενοναποδι·οριζ·ομεν·ηναποδι·οριζ·ομεν·ον
Datαποδιοριζομενῃαποδιοριζομενῳαποδι·οριζ·ομεν·ῃαποδι·οριζ·ομεν·ῳ
Genαποδιοριζομενηςαποδιοριζομενουαποδι·οριζ·ομεν·ηςαποδι·οριζ·ομεν·ου
PlVocαποδιοριζομεναιαποδιοριζομενοιαποδιοριζομενααποδι·οριζ·ομεν·αιαποδι·οριζ·ομεν·οιαποδι·οριζ·ομεν·α
Nom
Accαποδιοριζομεναςαποδιοριζομενουςαποδι·οριζ·ομεν·αςαποδι·οριζ·ομεν·ους
Datαποδιοριζομεναιςαποδιοριζομενοιςαποδι·οριζ·ομεν·αιςαποδι·οριζ·ομεν·οις
Genαποδιοριζομενωναποδιοριζομενωναποδι·οριζ·ομεν·ωναποδι·οριζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαποδιωριζοναποδι·ε·οριζ·οναποδιωριζομηναποδι·ε·οριζ·ομην
2ndαποδιωριζεςαποδι·ε·οριζ·εςαποδιωριζουαποδι·ε·οριζ·ου
3rdαποδιωριζεν, αποδιωριζεαποδι·ε·οριζ·ε(ν)αποδιωριζετοαποδι·ε·οριζ·ετο
Pl1stαποδιωριζομεναποδι·ε·οριζ·ομεναποδιωριζομεθααποδι·ε·οριζ·ομεθα
2ndαποδιωριζετεαποδι·ε·οριζ·ετεαποδιωριζεσθεαποδι·ε·οριζ·εσθε
3rdαποδιωριζον, αποδιωριζοσαναποδι·ε·οριζ·ον, αποδι·ε·οριζ·οσαν altαποδιωριζοντοαποδι·ε·οριζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Friday, 19-Apr-2024 10:21:49 EDT