τυγχανω • TUGCANW TUGXANW • tunchanō

Search: τυχοι

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
τυχοιτυγχάνωτυχ·οι2aor act opt 3rd sg

τυγχάνω (τυγχαν-, τευξ-, τευξ- or 2nd τυχ-, τετυχ·[κ]-/τετευχ·[κ]-, -, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτυγχανω[LXX]τυγχαν·ωτυγχανομαιτυγχαν·ομαι
2ndτυγχανεις[LXX]τυγχαν·ειςτυγχανῃ, τυγχανει[LXX], τυγχανεσαιτυγχαν·ῃ, τυγχαν·ει classical, τυγχαν·εσαι alt
3rdτυγχανει[LXX]τυγχαν·ειτυγχανεταιτυγχαν·εται
Pl1stτυγχανομεντυγχαν·ομεντυγχανομεθατυγχαν·ομεθα
2ndτυγχανετετυγχαν·ετετυγχανεσθετυγχαν·εσθε
3rdτυγχανουσιν[LXX], τυγχανουσιτυγχαν·ουσι(ν), τυγχαν·ουσι(ν)τυγχανονταιτυγχαν·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτυγχανω[LXX]τυγχαν·ωτυγχανωμαιτυγχαν·ωμαι
2ndτυγχανῃςτυγχαν·ῃςτυγχανῃτυγχαν·ῃ
3rdτυγχανῃτυγχαν·ῃτυγχανηταιτυγχαν·ηται
Pl1stτυγχανωμεντυγχαν·ωμεντυγχανωμεθατυγχαν·ωμεθα
2ndτυγχανητετυγχαν·ητετυγχανησθετυγχαν·ησθε
3rdτυγχανωσιν, τυγχανωσιτυγχαν·ωσι(ν)τυγχανωνταιτυγχαν·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτυγχανοιμιτυγχαν·οιμιτυγχανοιμηντυγχαν·οιμην
2ndτυγχανοιςτυγχαν·οιςτυγχανοιοτυγχαν·οιο
3rdτυγχανοιτυγχαν·οιτυγχανοιτοτυγχαν·οιτο
Pl1stτυγχανοιμεντυγχαν·οιμεντυγχανοιμεθατυγχαν·οιμεθα
2ndτυγχανοιτετυγχαν·οιτετυγχανοισθετυγχαν·οισθε
3rdτυγχανοιεν, τυγχανοισαντυγχαν·οιεν, τυγχαν·οισαν altτυγχανοιντοτυγχαν·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndτυγχανετυγχαν·ετυγχανουτυγχαν·ου
3rdτυγχανετωτυγχαν·ετωτυγχανεσθωτυγχαν·εσθω
Pl1st
2ndτυγχανετετυγχαν·ετετυγχανεσθετυγχαν·εσθε
3rdτυγχανετωσαν, τυγχανοντωντυγχαν·ετωσαν, τυγχαν·οντων classicalτυγχανεσθωσαν, τυγχανεσθωντυγχαν·εσθωσαν, τυγχαν·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
τυγχανειν[LXX]​τυγχαν·ειντυγχανεσθαι​τυγχαν·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτυγχανουσατυγχανοντυγχαν·ουσ·ατυγχαν·ο[υ]ν[τ]
Nomτυγχανωντυγχαν·ο[υ]ν[τ]·^
Accτυγχανουσαντυγχανοντα[GNT]τυγχαν·ουσ·αντυγχαν·ο[υ]ντ·α
Datτυγχανουσῃτυγχανοντιτυγχαν·ουσ·ῃτυγχαν·ο[υ]ντ·ι
Genτυγχανουσηςτυγχανοντοςτυγχαν·ουσ·ηςτυγχαν·ο[υ]ντ·ος
PlVocτυγχανουσαιτυγχανοντες[GNT]τυγχανοντα[GNT]τυγχαν·ουσ·αιτυγχαν·ο[υ]ντ·εςτυγχαν·ο[υ]ντ·α
Nom
Accτυγχανουσαςτυγχανονταςτυγχαν·ουσ·αςτυγχαν·ο[υ]ντ·ας
Datτυγχανουσαιςτυγχανουσι, τυγχανουσιν[LXX]τυγχαν·ουσ·αιςτυγχαν·ου[ντ]·σι(ν), τυγχαν·ου[ντ]·σι(ν)
Genτυγχανουσωντυγχανοντωντυγχαν·ουσ·ωντυγχαν·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτυγχανομενητυγχανομενετυγχαν·ομεν·ητυγχαν·ομεν·ε
Nomτυγχανομενοςτυγχαν·ομεν·ος
Accτυγχανομενηντυγχανομενοντυγχαν·ομεν·ηντυγχαν·ομεν·ον
Datτυγχανομενῃτυγχανομενῳτυγχαν·ομεν·ῃτυγχαν·ομεν·ῳ
Genτυγχανομενηςτυγχανομενουτυγχαν·ομεν·ηςτυγχαν·ομεν·ου
PlVocτυγχανομεναιτυγχανομενοιτυγχανομενατυγχαν·ομεν·αιτυγχαν·ομεν·οιτυγχαν·ομεν·α
Nom
Accτυγχανομεναςτυγχανομενουςτυγχαν·ομεν·αςτυγχαν·ομεν·ους
Datτυγχανομεναιςτυγχανομενοιςτυγχαν·ομεν·αιςτυγχαν·ομεν·οις
Genτυγχανομενωντυγχανομενωντυγχαν·ομεν·ωντυγχαν·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stετυγχανον[LXX]ε·τυγχαν·ονετυγχανομηνε·τυγχαν·ομην
2ndετυγχανεςε·τυγχαν·εςετυγχανουε·τυγχαν·ου
3rdετυγχανεν[LXX], ετυγχανεε·τυγχαν·ε(ν), ε·τυγχαν·ε(ν)ετυγχανετοε·τυγχαν·ετο
Pl1stετυγχανομενε·τυγχαν·ομενετυγχανομεθαε·τυγχαν·ομεθα
2ndετυγχανετεε·τυγχαν·ετεετυγχανεσθεε·τυγχαν·εσθε
3rdετυγχανον[LXX], ετυγχανοσανε·τυγχαν·ον, ε·τυγχαν·οσαν altετυγχανοντοε·τυγχαν·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτευξομαιτευχ·σομαι
2ndτευξῃ, τευξει, τευξεσαιτευχ·σῃ, τευχ·σει classical, τευχ·σεσαι alt
3rdτευξεταιτευχ·σεται
Pl1stτευξομεθατευχ·σομεθα
2ndτευξεσθετευχ·σεσθε
3rdτευξονταιτευχ·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτευξοιμηντευχ·σοιμην
2ndτευξοιοτευχ·σοιο
3rdτευξοιτοτευχ·σοιτο
Pl1stτευξοιμεθατευχ·σοιμεθα
2ndτευξοισθετευχ·σοισθε
3rdτευξοιντοτευχ·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
τευξεσθαι​τευχ·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτευξομενητευξομενετευχ·σομεν·ητευχ·σομεν·ε
Nomτευξομενος[LXX]τευχ·σομεν·ος
Accτευξομενηντευξομενοντευχ·σομεν·ηντευχ·σομεν·ον
Datτευξομενῃτευξομενῳτευχ·σομεν·ῃτευχ·σομεν·ῳ
Genτευξομενηςτευξομενουτευχ·σομεν·ηςτευχ·σομεν·ου
PlVocτευξομεναιτευξομενοιτευξομενατευχ·σομεν·αιτευχ·σομεν·οιτευχ·σομεν·α
Nom
Accτευξομεναςτευξομενουςτευχ·σομεν·αςτευχ·σομεν·ους
Datτευξομεναιςτευξομενοιςτευχ·σομεν·αιςτευχ·σομεν·οις
Genτευξομενωντευξομενωντευχ·σομεν·ωντευχ·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stετευξαε·τευχ·σαετευξαμηνε·τευχ·σαμην
2ndετευξαςε·τευχ·σαςετευξωε·τευχ·σω
3rdετευξεν, ετευξεε·τευχ·σε(ν)ετευξατοε·τευχ·σατο
Pl1stετευξαμενε·τευχ·σαμενετευξαμεθαε·τευχ·σαμεθα
2ndετευξατεε·τευχ·σατεετευξασθεε·τευχ·σασθε
3rdετευξανε·τευχ·σανετευξαντοε·τευχ·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτευξωτευχ·σωτευξωμαιτευχ·σωμαι
2ndτευξῃςτευχ·σῃςτευξῃτευχ·σῃ
3rdτευξῃτευχ·σῃτευξηταιτευχ·σηται
Pl1stτευξωμεντευχ·σωμεντευξωμεθατευχ·σωμεθα
2ndτευξητετευχ·σητετευξησθετευχ·σησθε
3rdτευξωσιν, τευξωσιτευχ·σωσι(ν)τευξωνταιτευχ·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτευξαιμιτευχ·σαιμιτευξαιμηντευχ·σαιμην
2ndτευξαις, τευξειαςτευχ·σαις, τευχ·σειας classicalτευξαιοτευχ·σαιο
3rdτευξαι, τευξειετευχ·σαι, τευχ·σειε classicalτευξαιτοτευχ·σαιτο
Pl1stτευξαιμεντευχ·σαιμεντευξαιμεθατευχ·σαιμεθα
2ndτευξαιτετευχ·σαιτετευξαισθετευχ·σαισθε
3rdτευξαιεν, τευξαισαν, τευξειαν, τευξειεντευχ·σαιεν, τευχ·σαισαν alt, τευχ·σειαν classical, τευχ·σειεν classicalτευξαιντοτευχ·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndτευξοντευχ·σοντευξαιτευχ·σαι
3rdτευξατωτευχ·σατωτευξασθωτευχ·σασθω
Pl1st
2ndτευξατετευχ·σατετευξασθετευχ·σασθε
3rdτευξατωσαν, τευξαντωντευχ·σατωσαν, τευχ·σαντων classicalτευξασθωσαν, τευξασθωντευχ·σασθωσαν, τευχ·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
τευξαι​τευχ·σαι​τευξασθαι[LXX]​τευχ·σασθαι

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτευξασατευξαςτευξαντευχ·σασ·ατευχ·σα[ντ]·ςτευχ·σαν[τ]
Nom
Accτευξασαντευξαντατευχ·σασ·αντευχ·σαντ·α
Datτευξασῃτευξαντιτευχ·σασ·ῃτευχ·σαντ·ι
Genτευξασηςτευξαντοςτευχ·σασ·ηςτευχ·σαντ·ος
PlVocτευξασαιτευξαντεςτευξαντατευχ·σασ·αιτευχ·σαντ·εςτευχ·σαντ·α
Nom
Accτευξασαςτευξανταςτευχ·σασ·αςτευχ·σαντ·ας
Datτευξασαιςτευξασι, τευξασιντευχ·σασ·αιςτευχ·σα[ντ]·σι(ν)
Genτευξασωντευξαντωντευχ·σασ·ωντευχ·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτευξαμενητευξαμενετευχ·σαμεν·ητευχ·σαμεν·ε
Nomτευξαμενοςτευχ·σαμεν·ος
Accτευξαμενηντευξαμενοντευχ·σαμεν·ηντευχ·σαμεν·ον
Datτευξαμενῃτευξαμενῳτευχ·σαμεν·ῃτευχ·σαμεν·ῳ
Genτευξαμενηςτευξαμενουτευχ·σαμεν·ηςτευχ·σαμεν·ου
PlVocτευξαμεναιτευξαμενοιτευξαμενατευχ·σαμεν·αιτευχ·σαμεν·οιτευχ·σαμεν·α
Nom
Accτευξαμεναςτευξαμενουςτευχ·σαμεν·αςτευχ·σαμεν·ους
Datτευξαμεναιςτευξαμενοιςτευχ·σαμεν·αιςτευχ·σαμεν·οις
Genτευξαμενωντευξαμενωντευχ·σαμεν·ωντευχ·σαμεν·ων

3rd(b) Principal Part (2nd Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

2nd Aorist Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stετυχονε·τυχ·ονετυχομηνε·τυχ·ομην
2ndετυχεςε·τυχ·εςετυχουε·τυχ·ου
3rdετυχεν[LXX], ετυχεε·τυχ·ε(ν), ε·τυχ·ε(ν)ετυχετοε·τυχ·ετο
Pl1stετυχομεν[LXX]ε·τυχ·ομενετυχομεθαε·τυχ·ομεθα
2ndετυχετεε·τυχ·ετεετυχεσθεε·τυχ·εσθε
3rdετυχον, ετυχοσανε·τυχ·ον, ε·τυχ·οσαν altετυχοντοε·τυχ·οντο

2nd Aorist Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτυχω[LXX]τυχ·ωτυχωμαιτυχ·ωμαι
2ndτυχῃςτυχ·ῃςτυχῃ[LXX]τυχ·ῃ
3rdτυχῃ[LXX]τυχ·ῃτυχηταιτυχ·ηται
Pl1stτυχωμεντυχ·ωμεντυχωμεθατυχ·ωμεθα
2ndτυχητετυχ·ητετυχησθετυχ·ησθε
3rdτυχωσιν[GNT], τυχωσιτυχ·ωσι(ν), τυχ·ωσι(ν)τυχωνταιτυχ·ωνται

2nd Aorist Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτυχοιμιτυχ·οιμιτυχοιμηντυχ·οιμην
2ndτυχοιςτυχ·οιςτυχοιοτυχ·οιο
3rdτυχοι[GNT]τυχ·οιτυχοιτοτυχ·οιτο
Pl1stτυχοιμεντυχ·οιμεντυχοιμεθατυχ·οιμεθα
2ndτυχοιτετυχ·οιτετυχοισθετυχ·οισθε
3rdτυχοιεν, τυχοισαντυχ·οιεν, τυχ·οισαν altτυχοιντοτυχ·οιντο

2nd Aorist Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Aorist Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndτυχετυχ·ετυχουτυχ·ου
3rdτυχετωτυχ·ετωτυχεσθωτυχ·εσθω
Pl1st
2ndτυχετετυχ·ετετυχεσθετυχ·εσθε
3rdτυχετωσαν, τυχοντωντυχ·ετωσαν, τυχ·οντων classicalτυχεσθωσαν, τυχεσθωντυχ·εσθωσαν, τυχ·εσθων classical

2nd Aorist Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Aorist Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
τυχειν[GNT][LXX]​τυχ·ειντυχεσθαι​τυχ·εσθαι​

2nd Aorist Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

2nd Aorist Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτυχουσατυχον[GNT]τυχ·ουσ·ατυχ·ο[υ]ν[τ]
Nomτυχων[GNT]τυχ·ο[υ]ν[τ]·^
Accτυχουσαν[GNT]τυχοντα[LXX]τυχ·ουσ·αντυχ·ο[υ]ντ·α
Datτυχουσῃτυχοντι[LXX]τυχ·ουσ·ῃτυχ·ο[υ]ντ·ι
Genτυχουσηςτυχοντοςτυχ·ουσ·ηςτυχ·ο[υ]ντ·ος
PlVocτυχουσαιτυχοντεςτυχοντα[LXX]τυχ·ουσ·αιτυχ·ο[υ]ντ·εςτυχ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accτυχουσας[GNT]τυχονταςτυχ·ουσ·αςτυχ·ο[υ]ντ·ας
Datτυχουσαιςτυχουσι, τυχουσιντυχ·ουσ·αιςτυχ·ου[ντ]·σι(ν)
Genτυχουσωντυχοντωντυχ·ουσ·ωντυχ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτυχομενητυχομενετυχ·ομεν·ητυχ·ομεν·ε
Nomτυχομενοςτυχ·ομεν·ος
Accτυχομενηντυχομενοντυχ·ομεν·ηντυχ·ομεν·ον
Datτυχομενῃτυχομενῳτυχ·ομεν·ῃτυχ·ομεν·ῳ
Genτυχομενηςτυχομενουτυχ·ομεν·ηςτυχ·ομεν·ου
PlVocτυχομεναιτυχομενοιτυχομενατυχ·ομεν·αιτυχ·ομεν·οιτυχ·ομεν·α
Nom
Accτυχομεναςτυχομενουςτυχ·ομεν·αςτυχ·ομεν·ους
Datτυχομεναιςτυχομενοιςτυχ·ομεν·αιςτυχ·ομεν·οις
Genτυχομενωντυχομενωντυχ·ομεν·ωντυχ·ομεν·ων

2nd Aorist Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτετυχα, τετευχατετυχ·[κ]α, τετευχ·[κ]α
2ndτετυχας, τετυχες, τετευχας, τετευχεςτετυχ·[κ]ας, τετυχ·[κ]ες alt, τετευχ·[κ]ας, τετευχ·[κ]ες alt
3rdτετυχεν[GNT], τετυχε, τετευχεν, τετευχετετυχ·[κ]ε(ν), τετυχ·[κ]ε(ν), τετευχ·[κ]ε(ν)
Pl1stτετυχαμεν, τετευχαμεντετυχ·[κ]αμεν, τετευχ·[κ]αμεν
2ndτετυχατε, τετευχατετετυχ·[κ]ατε, τετευχ·[κ]ατε
3rdτετυχασιν, τετυχασι, τετυχαν, τετευχασιν, τετευχασι, τετευχαντετυχ·[κ]ασι(ν), τετυχ·[κ]αν alt, τετευχ·[κ]ασι(ν), τετευχ·[κ]αν alt

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτετυχω, τετευχωτετυχ·[κ]ω, τετευχ·[κ]ω
2ndτετυχῃς, τετευχῃςτετυχ·[κ]ῃς, τετευχ·[κ]ῃς
3rdτετυχῃ, τετευχῃτετυχ·[κ]ῃ, τετευχ·[κ]ῃ
Pl1stτετυχωμεν, τετευχωμεντετυχ·[κ]ωμεν, τετευχ·[κ]ωμεν
2ndτετυχητε, τετευχητετετυχ·[κ]ητε, τετευχ·[κ]ητε
3rdτετυχωσιν, τετυχωσι, τετευχωσιν, τετευχωσιτετυχ·[κ]ωσι(ν), τετευχ·[κ]ωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτετυχοιμι, τετυχοιην, τετευχοιμι, τετευχοιηντετυχ·[κ]οιμι, τετυχ·[κ]οιην classical, τετευχ·[κ]οιμι, τετευχ·[κ]οιην classical
2ndτετυχοις, τετυχοιης, τετευχοις, τετευχοιηςτετυχ·[κ]οις, τετυχ·[κ]οιης classical, τετευχ·[κ]οις, τετευχ·[κ]οιης classical
3rdτετυχοι, τετυχοιη, τετευχοι, τετευχοιητετυχ·[κ]οι, τετυχ·[κ]οιη classical, τετευχ·[κ]οι, τετευχ·[κ]οιη classical
Pl1stτετυχοιμεν, τετευχοιμεντετυχ·[κ]οιμεν, τετευχ·[κ]οιμεν
2ndτετυχοιτε, τετευχοιτετετυχ·[κ]οιτε, τετευχ·[κ]οιτε
3rdτετυχοιεν, τετευχοιεντετυχ·[κ]οιεν, τετευχ·[κ]οιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndτετυχε, τετευχετετυχ·[κ]ε, τετευχ·[κ]ε
3rdτετυχετω, τετευχετωτετυχ·[κ]ετω, τετευχ·[κ]ετω
Pl1st
2ndτετυχετε, τετευχετετετυχ·[κ]ετε, τετευχ·[κ]ετε
3rdτετυχετωσαν, τετευχετωσαντετυχ·[κ]ετωσαν, τετευχ·[κ]ετωσαν

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
τετυχεναι, τετευχεναι​τετυχ·[κ]εναι, τετευχ·[κ]εναι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocτετυχυια, τετευχυιατετυχος, τετευχοςτετυχ·[κ]υι·α, τετευχ·[κ]υι·ατετυχ·[κ]ο[τ]·ς, τετευχ·[κ]ο[τ]·ς
Nomτετυχως, τετευχως[LXX]τετυχ·[κ]ο[τ]·^ς, τετευχ·[κ]ο[τ]·^ς
Accτετυχυιαν, τετευχυιαντετυχοτα, τετευχοτατετυχ·[κ]υι·αν, τετευχ·[κ]υι·αντετυχ·[κ]οτ·α, τετευχ·[κ]οτ·α
Datτετυχυιᾳ, τετευχυιᾳτετυχοτι, τετευχοτιτετυχ·[κ]υι·ᾳ, τετευχ·[κ]υι·ᾳτετυχ·[κ]οτ·ι, τετευχ·[κ]οτ·ι
Genτετυχυιας, τετευχυιαςτετυχοτος, τετευχοτοςτετυχ·[κ]υι·ας, τετευχ·[κ]υι·αςτετυχ·[κ]οτ·ος, τετευχ·[κ]οτ·ος
PlVocτετυχυιαι, τετευχυιαιτετυχοτες, τετευχοτες[LXX]τετυχοτα, τετευχοτατετυχ·[κ]υι·αι, τετευχ·[κ]υι·αιτετυχ·[κ]οτ·ες, τετευχ·[κ]οτ·εςτετυχ·[κ]οτ·α, τετευχ·[κ]οτ·α
Nom
Accτετυχυιας, τετευχυιαςτετυχοτας, τετευχοταςτετυχ·[κ]υι·ας, τετευχ·[κ]υι·αςτετυχ·[κ]οτ·ας, τετευχ·[κ]οτ·ας
Datτετυχυιαις, τετευχυιαιςτετυχοσι, τετυχοσιν, τετευχοσι, τετευχοσιντετυχ·[κ]υι·αις, τετευχ·[κ]υι·αιςτετυχ·[κ]ο[τ]·σι(ν), τετευχ·[κ]ο[τ]·σι(ν)
Genτετυχυιων, τετευχυιωντετυχοτων, τετευχοτωντετυχ·[κ]υι·ων, τετευχ·[κ]υι·ωντετυχ·[κ]οτ·ων, τετευχ·[κ]οτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stετετυχειν, ετετυχη, ετετευχειν, ετετευχηε·τετυχ·[κ]ειν, ε·τετυχ·[κ]η classical, ε·τετευχ·[κ]ειν, ε·τετευχ·[κ]η classical
2ndετετυχεις, ετετυχης, ετετευχεις, ετετευχηςε·τετυχ·[κ]εις, ε·τετυχ·[κ]ης classical, ε·τετευχ·[κ]εις, ε·τετευχ·[κ]ης classical
3rdετετυχει, ετετευχειε·τετυχ·[κ]ει, ε·τετευχ·[κ]ει
Pl1stετετυχειμεν, ετετυχεμεν, ετετευχειμεν, ετετευχεμενε·τετυχ·[κ]ειμεν, ε·τετυχ·[κ]εμεν classical, ε·τετευχ·[κ]ειμεν, ε·τετευχ·[κ]εμεν classical
2ndετετυχειτε, ετετυχετε, ετετευχειτε, ετετευχετεε·τετυχ·[κ]ειτε, ε·τετυχ·[κ]ετε classical, ε·τετευχ·[κ]ειτε, ε·τετευχ·[κ]ετε classical
3rdετετυχεισαν, ετετυχεσαν, ετετευχεισαν, ετετευχεσανε·τετυχ·[κ]εισαν, ε·τετυχ·[κ]εσαν classical, ε·τετευχ·[κ]εισαν, ε·τετευχ·[κ]εσαν classical

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stτετυχειν, τετυχη, τετευχειν, τετευχη[ε]·τετυχ·[κ]ειν, [ε]·τετυχ·[κ]η classical, [ε]·τετευχ·[κ]ειν, [ε]·τετευχ·[κ]η classical
2ndτετυχεις, τετυχης, τετευχεις, τετευχης[ε]·τετυχ·[κ]εις, [ε]·τετυχ·[κ]ης classical, [ε]·τετευχ·[κ]εις, [ε]·τετευχ·[κ]ης classical
3rdτετυχει, τετευχει[ε]·τετυχ·[κ]ει, [ε]·τετευχ·[κ]ει
Pl1stτετυχειμεν, τετυχεμεν, τετευχειμεν, τετευχεμεν[ε]·τετυχ·[κ]ειμεν, [ε]·τετυχ·[κ]εμεν classical, [ε]·τετευχ·[κ]ειμεν, [ε]·τετευχ·[κ]εμεν classical
2ndτετυχειτε, τετυχετε, τετευχειτε, τετευχετε[ε]·τετυχ·[κ]ειτε, [ε]·τετυχ·[κ]ετε classical, [ε]·τετευχ·[κ]ειτε, [ε]·τετευχ·[κ]ετε classical
3rdτετυχεισαν, τετυχεσαν, τετευχεισαν, τετευχεσαν[ε]·τετυχ·[κ]εισαν, [ε]·τετυχ·[κ]εσαν classical, [ε]·τετευχ·[κ]εισαν, [ε]·τετευχ·[κ]εσαν classical

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Tuesday, 19-Mar-2024 06:14:14 EDT