μικροτατος • MIKROTATOS • mikrotatos

μικρό·τατος -η -ον [LXX] (Superl. of μικρός)

Adjective (2-1-2)

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

2-1-2 Adjective
ContractedUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocμικροτατημικροτατεμικροτατ·ημικροτατ·ε
Nomμικροτατος[LXX]μικροτατ·ος
Accμικροτατηνμικροτατονμικροτατ·ηνμικροτατ·ον
Datμικροτατῃμικροτατῳμικροτατ·ῃμικροτατ·ῳ
Genμικροτατηςμικροτατουμικροτατ·ηςμικροτατ·ου
PlVocμικροταταιμικροτατοιμικροταταμικροτατ·αιμικροτατ·οιμικροτατ·α
Nom
Accμικροταταςμικροτατουςμικροτατ·αςμικροτατ·ους
Datμικροταταιςμικροτατοιςμικροτατ·αιςμικροτατ·οις
Genμικροτατωνμικροτατ·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 25-Apr-2024 10:54:31 EDT