κατηγορεω • KATHGOREW • katēgoreō

Search: κατηγορουμεν

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
κατηγορουμεν; κατηγορουμενκατηγορέωκατ·ηγορ(ε)·ομεν; κατ·ε·ηγορ(ε)·ομενpres act ind 1st pl; impf act ind 1st pl

κατ·ηγορέω (κατ+ηγορ(ε)-, κατ+ηγορη·σ-, κατ+ηγορη·σ-, -, κατ+ηγορη-, -)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορωκατ·ηγορ(ε)·ωκατηγορουμαικατ·ηγορ(ε)·ομαι
2ndκατηγορειςκατ·ηγορ(ε)·ειςκατηγορῃ, κατηγορει, κατηγορεισαικατ·ηγορ(ε)·ῃ, κατ·ηγορ(ε)·ει classical, κατ·ηγορ(ε)·εσαι alt
3rdκατηγορεικατ·ηγορ(ε)·εικατηγορειται[GNT]κατ·ηγορ(ε)·εται
Pl1stκατηγορουμεν[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ομενκατηγορουμεθακατ·ηγορ(ε)·ομεθα
2ndκατηγορειτε[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ετεκατηγορεισθεκατ·ηγορ(ε)·εσθε
3rdκατηγορουσιν[GNT], κατηγορουσικατ·ηγορ(ε)·ουσι(ν), κατ·ηγορ(ε)·ουσι(ν)κατηγορουνταικατ·ηγορ(ε)·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορωκατ·ηγορ(ε)·ωκατηγορωμαικατ·ηγορ(ε)·ωμαι
2ndκατηγορῃςκατ·ηγορ(ε)·ῃςκατηγορῃκατ·ηγορ(ε)·ῃ
3rdκατηγορῃκατ·ηγορ(ε)·ῃκατηγορηταικατ·ηγορ(ε)·ηται
Pl1stκατηγορωμενκατ·ηγορ(ε)·ωμενκατηγορωμεθακατ·ηγορ(ε)·ωμεθα
2ndκατηγορητεκατ·ηγορ(ε)·ητεκατηγορησθεκατ·ηγορ(ε)·ησθε
3rdκατηγορωσιν, κατηγορωσικατ·ηγορ(ε)·ωσι(ν)κατηγορωνταικατ·ηγορ(ε)·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγοροιμικατ·ηγορ(ε)·οιμικατηγοροιμηνκατ·ηγορ(ε)·οιμην
2ndκατηγοροις[GNT]κατ·ηγορ(ε)·οιςκατηγοροιοκατ·ηγορ(ε)·οιο
3rdκατηγοροι[GNT]κατ·ηγορ(ε)·οικατηγοροιτοκατ·ηγορ(ε)·οιτο
Pl1stκατηγοροιμενκατ·ηγορ(ε)·οιμενκατηγοροιμεθακατ·ηγορ(ε)·οιμεθα
2ndκατηγοροιτεκατ·ηγορ(ε)·οιτεκατηγοροισθεκατ·ηγορ(ε)·οισθε
3rdκατηγοροιεν, κατηγοροισανκατ·ηγορ(ε)·οιεν, κατ·ηγορ(ε)·οισαν altκατηγοροιντοκατ·ηγορ(ε)·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndκατηγορεικατ·ηγορ(ε)·εκατηγορουκατ·ηγορ(ε)·ου
3rdκατηγορειτωκατ·ηγορ(ε)·ετωκατηγορεισθωκατ·ηγορ(ε)·εσθω
Pl1st
2ndκατηγορειτε[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ετεκατηγορεισθεκατ·ηγορ(ε)·εσθε
3rdκατηγορειτωσαν[GNT], κατηγορουντων[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ετωσαν, κατ·ηγορ(ε)·οντων classicalκατηγορεισθωσαν, κατηγορεισθωνκατ·ηγορ(ε)·εσθωσαν, κατ·ηγορ(ε)·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
κατηγορειν[GNT]​κατ·ηγορ(ε)·εινκατηγορεισθαι[GNT]​κατ·ηγορ(ε)·εσθαι

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορουσακατηγορουν[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ουσ·ακατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ν[τ]
Nomκατηγορων[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ν[τ]·^
Accκατηγορουσανκατηγορουντακατ·ηγορ(ε)·ουσ·ανκατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·α
Datκατηγορουσῃκατηγορουντικατ·ηγορ(ε)·ουσ·ῃκατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·ι
Genκατηγορουσηςκατηγορουντοςκατ·ηγορ(ε)·ουσ·ηςκατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·ος
PlVocκατηγορουσαικατηγορουντες[GNT]κατηγορουντακατ·ηγορ(ε)·ουσ·αικατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·εςκατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·α
Nom
Accκατηγορουσαςκατηγορουνταςκατ·ηγορ(ε)·ουσ·αςκατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·ας
Datκατηγορουσαιςκατηγορουσι, κατηγορουσιν[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ουσ·αιςκατ·ηγορ(ε)·ου[ντ]·σι(ν), κατ·ηγορ(ε)·ου[ντ]·σι(ν)
Genκατηγορουσωνκατηγορουντων[GNT]κατ·ηγορ(ε)·ουσ·ωνκατ·ηγορ(ε)·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορουμενηκατηγορουμενεκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ηκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ε
Nomκατηγορουμενος[GNT][LXX]κατ·ηγορ(ε)·ομεν·ος
Accκατηγορουμενηνκατηγορουμενονκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ηνκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ον
Datκατηγορουμενῃκατηγορουμενῳκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ῃκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ῳ
Genκατηγορουμενηςκατηγορουμενουκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ηςκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ου
PlVocκατηγορουμεναικατηγορουμενοικατηγορουμενακατ·ηγορ(ε)·ομεν·αικατ·ηγορ(ε)·ομεν·οικατ·ηγορ(ε)·ομεν·α
Nom
Accκατηγορουμεναςκατηγορουμενουςκατ·ηγορ(ε)·ομεν·αςκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ους
Datκατηγορουμεναιςκατηγορουμενοιςκατ·ηγορ(ε)·ομεν·αιςκατ·ηγορ(ε)·ομεν·οις
Genκατηγορουμενωνκατηγορουμενωνκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ωνκατ·ηγορ(ε)·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορουν[GNT]κατ·ε·ηγορ(ε)·ονκατηγορουμηνκατ·ε·ηγορ(ε)·ομην
2ndκατηγορειςκατ·ε·ηγορ(ε)·εςκατηγορουκατ·ε·ηγορ(ε)·ου
3rdκατηγορεικατ·ε·ηγορ(ε)·εκατηγορειτοκατ·ε·ηγορ(ε)·ετο
Pl1stκατηγορουμεν[GNT]κατ·ε·ηγορ(ε)·ομενκατηγορουμεθακατ·ε·ηγορ(ε)·ομεθα
2ndκατηγορειτε[GNT]κατ·ε·ηγορ(ε)·ετεκατηγορεισθεκατ·ε·ηγορ(ε)·εσθε
3rdκατηγορουν[GNT], κατηγορουσανκατ·ε·ηγορ(ε)·ον, κατ·ε·ηγορ(ε)·οσαν altκατηγορουντοκατ·ε·ηγορ(ε)·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησω[GNT]κατ·ηγορη·σωκατηγορησομαικατ·ηγορη·σομαι
2ndκατηγορησειςκατ·ηγορη·σειςκατηγορησῃ, κατηγορησει, κατηγορησεσαικατ·ηγορη·σῃ, κατ·ηγορη·σει classical, κατ·ηγορη·σεσαι alt
3rdκατηγορησεικατ·ηγορη·σεικατηγορησεταικατ·ηγορη·σεται
Pl1stκατηγορησομενκατ·ηγορη·σομενκατηγορησομεθακατ·ηγορη·σομεθα
2ndκατηγορησετεκατ·ηγορη·σετεκατηγορησεσθεκατ·ηγορη·σεσθε
3rdκατηγορησουσιν[LXX], κατηγορησουσικατ·ηγορη·σουσι(ν), κατ·ηγορη·σουσι(ν)κατηγορησονταικατ·ηγορη·σονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησοιμικατ·ηγορη·σοιμικατηγορησοιμηνκατ·ηγορη·σοιμην
2ndκατηγορησοιςκατ·ηγορη·σοιςκατηγορησοιοκατ·ηγορη·σοιο
3rdκατηγορησοικατ·ηγορη·σοικατηγορησοιτοκατ·ηγορη·σοιτο
Pl1stκατηγορησοιμενκατ·ηγορη·σοιμενκατηγορησοιμεθακατ·ηγορη·σοιμεθα
2ndκατηγορησοιτεκατ·ηγορη·σοιτεκατηγορησοισθεκατ·ηγορη·σοισθε
3rdκατηγορησοιενκατ·ηγορη·σοιενκατηγορησοιντοκατ·ηγορη·σοιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
κατηγορησειν​κατ·ηγορη·σειν​κατηγορησεσθαι​κατ·ηγορη·σεσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορησουσακατηγορησονκατ·ηγορη·σουσ·ακατ·ηγορη·σο[υ]ν[τ]
Nomκατηγορησωνκατ·ηγορη·σο[υ]ν[τ]·^
Accκατηγορησουσανκατηγορησοντακατ·ηγορη·σουσ·ανκατ·ηγορη·σο[υ]ντ·α
Datκατηγορησουσῃκατηγορησοντικατ·ηγορη·σουσ·ῃκατ·ηγορη·σο[υ]ντ·ι
Genκατηγορησουσηςκατηγορησοντοςκατ·ηγορη·σουσ·ηςκατ·ηγορη·σο[υ]ντ·ος
PlVocκατηγορησουσαικατηγορησοντεςκατηγορησοντακατ·ηγορη·σουσ·αικατ·ηγορη·σο[υ]ντ·εςκατ·ηγορη·σο[υ]ντ·α
Nom
Accκατηγορησουσαςκατηγορησονταςκατ·ηγορη·σουσ·αςκατ·ηγορη·σο[υ]ντ·ας
Datκατηγορησουσαιςκατηγορησουσι, κατηγορησουσιν[LXX]κατ·ηγορη·σουσ·αιςκατ·ηγορη·σου[ντ]·σι(ν), κατ·ηγορη·σου[ντ]·σι(ν)
Genκατηγορησουσωνκατηγορησοντωνκατ·ηγορη·σουσ·ωνκατ·ηγορη·σο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορησομενηκατηγορησομενεκατ·ηγορη·σομεν·ηκατ·ηγορη·σομεν·ε
Nomκατηγορησομενοςκατ·ηγορη·σομεν·ος
Accκατηγορησομενηνκατηγορησομενονκατ·ηγορη·σομεν·ηνκατ·ηγορη·σομεν·ον
Datκατηγορησομενῃκατηγορησομενῳκατ·ηγορη·σομεν·ῃκατ·ηγορη·σομεν·ῳ
Genκατηγορησομενηςκατηγορησομενουκατ·ηγορη·σομεν·ηςκατ·ηγορη·σομεν·ου
PlVocκατηγορησομεναικατηγορησομενοικατηγορησομενακατ·ηγορη·σομεν·αικατ·ηγορη·σομεν·οικατ·ηγορη·σομεν·α
Nom
Accκατηγορησομεναςκατηγορησομενουςκατ·ηγορη·σομεν·αςκατ·ηγορη·σομεν·ους
Datκατηγορησομεναιςκατηγορησομενοιςκατ·ηγορη·σομεν·αιςκατ·ηγορη·σομεν·οις
Genκατηγορησομενωνκατηγορησομενωνκατ·ηγορη·σομεν·ωνκατ·ηγορη·σομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησακατ·ε·ηγορη·σακατηγορησαμηνκατ·ε·ηγορη·σαμην
2ndκατηγορησαςκατ·ε·ηγορη·σαςκατηγορησω[GNT]κατ·ε·ηγορη·σω
3rdκατηγορησεν[LXX], κατηγορησεκατ·ε·ηγορη·σε(ν), κατ·ε·ηγορη·σε(ν)κατηγορησατοκατ·ε·ηγορη·σατο
Pl1stκατηγορησαμενκατ·ε·ηγορη·σαμενκατηγορησαμεθακατ·ε·ηγορη·σαμεθα
2ndκατηγορησατεκατ·ε·ηγορη·σατεκατηγορησασθεκατ·ε·ηγορη·σασθε
3rdκατηγορησαν[LXX]κατ·ε·ηγορη·σανκατηγορησαντοκατ·ε·ηγορη·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησω[GNT]κατ·ηγορη·σωκατηγορησωμαικατ·ηγορη·σωμαι
2ndκατηγορησῃςκατ·ηγορη·σῃςκατηγορησῃκατ·ηγορη·σῃ
3rdκατηγορησῃκατ·ηγορη·σῃκατηγορησηταικατ·ηγορη·σηται
Pl1stκατηγορησωμενκατ·ηγορη·σωμενκατηγορησωμεθακατ·ηγορη·σωμεθα
2ndκατηγορησητεκατ·ηγορη·σητεκατηγορησησθεκατ·ηγορη·σησθε
3rdκατηγορησωσιν[GNT], κατηγορησωσικατ·ηγορη·σωσι(ν), κατ·ηγορη·σωσι(ν)κατηγορησωνταικατ·ηγορη·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησαιμικατ·ηγορη·σαιμικατηγορησαιμηνκατ·ηγορη·σαιμην
2ndκατηγορησαις, κατηγορησειαςκατ·ηγορη·σαις, κατ·ηγορη·σειας classicalκατηγορησαιοκατ·ηγορη·σαιο
3rdκατηγορησαι[GNT], κατηγορησειεκατ·ηγορη·σαι, κατ·ηγορη·σειε classicalκατηγορησαιτοκατ·ηγορη·σαιτο
Pl1stκατηγορησαιμενκατ·ηγορη·σαιμενκατηγορησαιμεθακατ·ηγορη·σαιμεθα
2ndκατηγορησαιτεκατ·ηγορη·σαιτεκατηγορησαισθεκατ·ηγορη·σαισθε
3rdκατηγορησαιεν, κατηγορησαισαν, κατηγορησειαν, κατηγορησειενκατ·ηγορη·σαιεν, κατ·ηγορη·σαισαν alt, κατ·ηγορη·σειαν classical, κατ·ηγορη·σειεν classicalκατηγορησαιντοκατ·ηγορη·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndκατηγορησονκατ·ηγορη·σονκατηγορησαι[GNT]κατ·ηγορη·σαι
3rdκατηγορησατωκατ·ηγορη·σατωκατηγορησασθωκατ·ηγορη·σασθω
Pl1st
2ndκατηγορησατεκατ·ηγορη·σατεκατηγορησασθεκατ·ηγορη·σασθε
3rdκατηγορησατωσαν, κατηγορησαντωνκατ·ηγορη·σατωσαν, κατ·ηγορη·σαντων classicalκατηγορησασθωσαν, κατηγορησασθωνκατ·ηγορη·σασθωσαν, κατ·ηγορη·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
κατηγορησαι[GNT]​κατ·ηγορη·σαικατηγορησασθαι​κατ·ηγορη·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορησασακατηγορησαςκατηγορησαν[LXX]κατ·ηγορη·σασ·ακατ·ηγορη·σα[ντ]·ςκατ·ηγορη·σαν[τ]
Nom
Accκατηγορησασανκατηγορησαντακατ·ηγορη·σασ·ανκατ·ηγορη·σαντ·α
Datκατηγορησασῃκατηγορησαντικατ·ηγορη·σασ·ῃκατ·ηγορη·σαντ·ι
Genκατηγορησασηςκατηγορησαντοςκατ·ηγορη·σασ·ηςκατ·ηγορη·σαντ·ος
PlVocκατηγορησασαικατηγορησαντεςκατηγορησαντακατ·ηγορη·σασ·αικατ·ηγορη·σαντ·εςκατ·ηγορη·σαντ·α
Nom
Accκατηγορησασαςκατηγορησανταςκατ·ηγορη·σασ·αςκατ·ηγορη·σαντ·ας
Datκατηγορησασαιςκατηγορησασι, κατηγορησασινκατ·ηγορη·σασ·αιςκατ·ηγορη·σα[ντ]·σι(ν)
Genκατηγορησασωνκατηγορησαντωνκατ·ηγορη·σασ·ωνκατ·ηγορη·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορησαμενηκατηγορησαμενεκατ·ηγορη·σαμεν·ηκατ·ηγορη·σαμεν·ε
Nomκατηγορησαμενοςκατ·ηγορη·σαμεν·ος
Accκατηγορησαμενηνκατηγορησαμενονκατ·ηγορη·σαμεν·ηνκατ·ηγορη·σαμεν·ον
Datκατηγορησαμενῃκατηγορησαμενῳκατ·ηγορη·σαμεν·ῃκατ·ηγορη·σαμεν·ῳ
Genκατηγορησαμενηςκατηγορησαμενουκατ·ηγορη·σαμεν·ηςκατ·ηγορη·σαμεν·ου
PlVocκατηγορησαμεναικατηγορησαμενοικατηγορησαμενακατ·ηγορη·σαμεν·αικατ·ηγορη·σαμεν·οικατ·ηγορη·σαμεν·α
Nom
Accκατηγορησαμεναςκατηγορησαμενουςκατ·ηγορη·σαμεν·αςκατ·ηγορη·σαμεν·ους
Datκατηγορησαμεναιςκατηγορησαμενοιςκατ·ηγορη·σαμεν·αιςκατ·ηγορη·σαμεν·οις
Genκατηγορησαμενωνκατηγορησαμενωνκατ·ηγορη·σαμεν·ωνκατ·ηγορη·σαμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορημαικατ·ηγορη·μαι
2ndκατηγορησαι[GNT]κατ·ηγορη·σαι
3rdκατηγορηταικατ·ηγορη·ται
Pl1stκατηγορημεθακατ·ηγορη·μεθα
2ndκατηγορησθεκατ·ηγορη·σθε
3rdκατηγορηνταικατ·ηγορη·νται

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησομαικατ·ηγορη·σομαι
2ndκατηγορησῃ, κατηγορησεικατ·ηγορη·σῃ, κατ·ηγορη·σει classical
3rdκατηγορησεταικατ·ηγορη·σεται
Pl1stκατηγορησομεθακατ·ηγορη·σομεθα
2ndκατηγορησεσθεκατ·ηγορη·σεσθε
3rdκατηγορησονταικατ·ηγορη·σονται

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορησοιμηνκατ·ηγορη·σοιμην
2ndκατηγορησοιοκατ·ηγορη·σοιο
3rdκατηγορησοιτοκατ·ηγορη·σοιτο
Pl1stκατηγορησοιμεθακατ·ηγορη·σοιμεθα
2ndκατηγορησοισθεκατ·ηγορη·σοισθε
3rdκατηγορησοιντοκατ·ηγορη·σοιντο

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndκατηγορησοκατ·ηγορη·σο
3rdκατηγορησθωκατ·ηγορη·σθω
Pl1st
2ndκατηγορησθεκατ·ηγορη·σθε
3rdκατηγορησθωσαν, κατηγορησθωνκατ·ηγορη·σθωσαν, κατ·ηγορη·σθων classical

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
κατηγορησθαι​κατ·ηγορη·σθαι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
κατηγορησεσθαι​κατ·ηγορη·σεσθαι​

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocκατηγορημενηκατηγορημενεκατ·ηγορη·μεν·ηκατ·ηγορη·μεν·ε
Nomκατηγορημενοςκατ·ηγορη·μεν·ος
Accκατηγορημενηνκατηγορημενονκατ·ηγορη·μεν·ηνκατ·ηγορη·μεν·ον
Datκατηγορημενῃκατηγορημενῳκατ·ηγορη·μεν·ῃκατ·ηγορη·μεν·ῳ
Genκατηγορημενηςκατηγορημενουκατ·ηγορη·μεν·ηςκατ·ηγορη·μεν·ου
PlVocκατηγορημεναικατηγορημενοικατηγορημενακατ·ηγορη·μεν·αικατ·ηγορη·μεν·οικατ·ηγορη·μεν·α
Nom
Accκατηγορημεναςκατηγορημενουςκατ·ηγορη·μεν·αςκατ·ηγορη·μεν·ους
Datκατηγορημεναιςκατηγορημενοιςκατ·ηγορη·μεν·αιςκατ·ηγορη·μεν·οις
Genκατηγορημενων[LXX]κατηγορημενων[LXX]κατ·ηγορη·μεν·ωνκατ·ηγορη·μεν·ων

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stκατηγορημηνκατ·ε·ηγορη·μην
2ndκατηγορησοκατ·ε·ηγορη·σο
3rdκατηγορητοκατ·ε·ηγορη·το
Pl1stκατηγορημεθακατ·ε·ηγορη·μεθα
2ndκατηγορησθεκατ·ε·ηγορη·σθε
3rdκατηγορηντοκατ·ε·ηγορη·ντο

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 11:58:15 EDT