διαγγελλω • DIAGGELLW • diangellō

Search: διαγγειλῃ

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
διαγγειλῃ; διαγγειλῃδιαγγέλλωδι·αγγειλ·[σ]ῃ; δι·αγγειλ·[σ]ῃ1aor act sub 3rd sg; 1aor mp sub 2nd sg

δι·αγγέλλω (δι+αγγελλ-, -, δι+αγγειλ·[σ]-, -, -, δι+αγγελ·[θ]-)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελλωδι·αγγελλ·ωδιαγγελλομαιδι·αγγελλ·ομαι
2ndδιαγγελλειςδι·αγγελλ·ειςδιαγγελλῃ, διαγγελλει, διαγγελλεσαιδι·αγγελλ·ῃ, δι·αγγελλ·ει classical, δι·αγγελλ·εσαι alt
3rdδιαγγελλειδι·αγγελλ·ειδιαγγελλεταιδι·αγγελλ·εται
Pl1stδιαγγελλομενδι·αγγελλ·ομενδιαγγελλομεθαδι·αγγελλ·ομεθα
2ndδιαγγελλετεδι·αγγελλ·ετεδιαγγελλεσθεδι·αγγελλ·εσθε
3rdδιαγγελλουσιν, διαγγελλουσιδι·αγγελλ·ουσι(ν)διαγγελλονταιδι·αγγελλ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελλωδι·αγγελλ·ωδιαγγελλωμαιδι·αγγελλ·ωμαι
2ndδιαγγελλῃςδι·αγγελλ·ῃςδιαγγελλῃδι·αγγελλ·ῃ
3rdδιαγγελλῃδι·αγγελλ·ῃδιαγγελληταιδι·αγγελλ·ηται
Pl1stδιαγγελλωμενδι·αγγελλ·ωμενδιαγγελλωμεθαδι·αγγελλ·ωμεθα
2ndδιαγγελλητεδι·αγγελλ·ητεδιαγγελλησθεδι·αγγελλ·ησθε
3rdδιαγγελλωσιν, διαγγελλωσιδι·αγγελλ·ωσι(ν)διαγγελλωνταιδι·αγγελλ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελλοιμιδι·αγγελλ·οιμιδιαγγελλοιμηνδι·αγγελλ·οιμην
2ndδιαγγελλοιςδι·αγγελλ·οιςδιαγγελλοιοδι·αγγελλ·οιο
3rdδιαγγελλοιδι·αγγελλ·οιδιαγγελλοιτοδι·αγγελλ·οιτο
Pl1stδιαγγελλοιμενδι·αγγελλ·οιμενδιαγγελλοιμεθαδι·αγγελλ·οιμεθα
2ndδιαγγελλοιτεδι·αγγελλ·οιτεδιαγγελλοισθεδι·αγγελλ·οισθε
3rdδιαγγελλοιεν, διαγγελλοισανδι·αγγελλ·οιεν, δι·αγγελλ·οισαν altδιαγγελλοιντοδι·αγγελλ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndδιαγγελλε[GNT][LXX]δι·αγγελλ·εδιαγγελλουδι·αγγελλ·ου
3rdδιαγγελλετωδι·αγγελλ·ετωδιαγγελλεσθωδι·αγγελλ·εσθω
Pl1st
2ndδιαγγελλετεδι·αγγελλ·ετεδιαγγελλεσθεδι·αγγελλ·εσθε
3rdδιαγγελλετωσαν, διαγγελλοντωνδι·αγγελλ·ετωσαν, δι·αγγελλ·οντων classicalδιαγγελλεσθωσαν, διαγγελλεσθωνδι·αγγελλ·εσθωσαν, δι·αγγελλ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
διαγγελλειν​δι·αγγελλ·ειν​διαγγελλεσθαι​δι·αγγελλ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαγγελλουσαδιαγγελλονδι·αγγελλ·ουσ·αδι·αγγελλ·ο[υ]ν[τ]
Nomδιαγγελλων[GNT][LXX]δι·αγγελλ·ο[υ]ν[τ]·^
Accδιαγγελλουσανδιαγγελλονταδι·αγγελλ·ουσ·ανδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·α
Datδιαγγελλουσῃδιαγγελλοντιδι·αγγελλ·ουσ·ῃδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·ι
Genδιαγγελλουσηςδιαγγελλοντοςδι·αγγελλ·ουσ·ηςδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·ος
PlVocδιαγγελλουσαιδιαγγελλοντεςδιαγγελλονταδι·αγγελλ·ουσ·αιδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·εςδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accδιαγγελλουσαςδιαγγελλονταςδι·αγγελλ·ουσ·αςδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·ας
Datδιαγγελλουσαιςδιαγγελλουσι, διαγγελλουσινδι·αγγελλ·ουσ·αιςδι·αγγελλ·ου[ντ]·σι(ν)
Genδιαγγελλουσωνδιαγγελλοντωνδι·αγγελλ·ουσ·ωνδι·αγγελλ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαγγελλομενηδιαγγελλομενεδι·αγγελλ·ομεν·ηδι·αγγελλ·ομεν·ε
Nomδιαγγελλομενοςδι·αγγελλ·ομεν·ος
Accδιαγγελλομενηνδιαγγελλομενονδι·αγγελλ·ομεν·ηνδι·αγγελλ·ομεν·ον
Datδιαγγελλομενῃδιαγγελλομενῳδι·αγγελλ·ομεν·ῃδι·αγγελλ·ομεν·ῳ
Genδιαγγελλομενηςδιαγγελλομενουδι·αγγελλ·ομεν·ηςδι·αγγελλ·ομεν·ου
PlVocδιαγγελλομεναιδιαγγελλομενοιδιαγγελλομεναδι·αγγελλ·ομεν·αιδι·αγγελλ·ομεν·οιδι·αγγελλ·ομεν·α
Nom
Accδιαγγελλομεναςδιαγγελλομενουςδι·αγγελλ·ομεν·αςδι·αγγελλ·ομεν·ους
Datδιαγγελλομεναιςδιαγγελλομενοιςδι·αγγελλ·ομεν·αιςδι·αγγελλ·ομεν·οις
Genδιαγγελλομενωνδιαγγελλομενωνδι·αγγελλ·ομεν·ωνδι·αγγελλ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιηγγελλονδι·ε·αγγελλ·ονδιηγγελλομηνδι·ε·αγγελλ·ομην
2ndδιηγγελλεςδι·ε·αγγελλ·εςδιηγγελλουδι·ε·αγγελλ·ου
3rdδιηγγελλεν, διηγγελλεδι·ε·αγγελλ·ε(ν)διηγγελλετοδι·ε·αγγελλ·ετο
Pl1stδιηγγελλομενδι·ε·αγγελλ·ομενδιηγγελλομεθαδι·ε·αγγελλ·ομεθα
2ndδιηγγελλετεδι·ε·αγγελλ·ετεδιηγγελλεσθεδι·ε·αγγελλ·εσθε
3rdδιηγγελλον, διηγγελλοσανδι·ε·αγγελλ·ον, δι·ε·αγγελλ·οσαν altδιηγγελλοντοδι·ε·αγγελλ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιηγγειλαδι·ε·αγγειλ·[σ]αδιηγγειλαμηνδι·ε·αγγειλ·[σ]αμην
2ndδιηγγειλαςδι·ε·αγγειλ·[σ]αςδιηγγειλωδι·ε·αγγειλ·[σ]ω
3rdδιηγγειλεν, διηγγειλεδι·ε·αγγειλ·[σ]ε(ν)διηγγειλατοδι·ε·αγγειλ·[σ]ατο
Pl1stδιηγγειλαμενδι·ε·αγγειλ·[σ]αμενδιηγγειλαμεθαδι·ε·αγγειλ·[σ]αμεθα
2ndδιηγγειλατεδι·ε·αγγειλ·[σ]ατεδιηγγειλασθεδι·ε·αγγειλ·[σ]ασθε
3rdδιηγγειλανδι·ε·αγγειλ·[σ]ανδιηγγειλαντοδι·ε·αγγειλ·[σ]αντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαγγειλωδι·αγγειλ·[σ]ωδιαγγειλωμαιδι·αγγειλ·[σ]ωμαι
2ndδιαγγειλῃςδι·αγγειλ·[σ]ῃςδιαγγειλῃ[LXX]δι·αγγειλ·[σ]ῃ
3rdδιαγγειλῃ[LXX]δι·αγγειλ·[σ]ῃδιαγγειληταιδι·αγγειλ·[σ]ηται
Pl1stδιαγγειλωμενδι·αγγειλ·[σ]ωμενδιαγγειλωμεθαδι·αγγειλ·[σ]ωμεθα
2ndδιαγγειλητεδι·αγγειλ·[σ]ητεδιαγγειλησθεδι·αγγειλ·[σ]ησθε
3rdδιαγγειλωσιν, διαγγειλωσιδι·αγγειλ·[σ]ωσι(ν)διαγγειλωνταιδι·αγγειλ·[σ]ωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stδιαγγειλαιμιδι·αγγειλ·[σ]αιμιδιαγγειλαιμηνδι·αγγειλ·[σ]αιμην
2ndδιαγγειλαις, διαγγειλειαςδι·αγγειλ·[σ]αις, δι·αγγειλ·[σ]ειας classicalδιαγγειλαιοδι·αγγειλ·[σ]αιο
3rdδιαγγειλαι, διαγγειλειεδι·αγγειλ·[σ]αι, δι·αγγειλ·[σ]ειε classicalδιαγγειλαιτοδι·αγγειλ·[σ]αιτο
Pl1stδιαγγειλαιμενδι·αγγειλ·[σ]αιμενδιαγγειλαιμεθαδι·αγγειλ·[σ]αιμεθα
2ndδιαγγειλαιτεδι·αγγειλ·[σ]αιτεδιαγγειλαισθεδι·αγγειλ·[σ]αισθε
3rdδιαγγειλαιεν, διαγγειλαισαν, διαγγειλειαν, διαγγειλειενδι·αγγειλ·[σ]αιεν, δι·αγγειλ·[σ]αισαν alt, δι·αγγειλ·[σ]ειαν classical, δι·αγγειλ·[σ]ειεν classicalδιαγγειλαιντοδι·αγγειλ·[σ]αιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndδιαγγειλονδι·αγγειλ·[σ]ονδιαγγειλαιδι·αγγειλ·[σ]αι
3rdδιαγγειλατωδι·αγγειλ·[σ]ατωδιαγγειλασθωδι·αγγειλ·[σ]ασθω
Pl1st
2ndδιαγγειλατεδι·αγγειλ·[σ]ατεδιαγγειλασθεδι·αγγειλ·[σ]ασθε
3rdδιαγγειλατωσαν, διαγγειλαντωνδι·αγγειλ·[σ]ατωσαν, δι·αγγειλ·[σ]αντων classicalδιαγγειλασθωσαν, διαγγειλασθωνδι·αγγειλ·[σ]ασθωσαν, δι·αγγειλ·[σ]ασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
διαγγειλαι​δι·αγγειλ·[σ]αι​διαγγειλασθαι​δι·αγγειλ·[σ]ασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαγγειλασαδιαγγειλαςδιαγγειλανδι·αγγειλ·[σ]ασ·αδι·αγγειλ·[σ]α[ντ]·ςδι·αγγειλ·[σ]αν[τ]
Nom
Accδιαγγειλασανδιαγγειλανταδι·αγγειλ·[σ]ασ·ανδι·αγγειλ·[σ]αντ·α
Datδιαγγειλασῃδιαγγειλαντιδι·αγγειλ·[σ]ασ·ῃδι·αγγειλ·[σ]αντ·ι
Genδιαγγειλασηςδιαγγειλαντοςδι·αγγειλ·[σ]ασ·ηςδι·αγγειλ·[σ]αντ·ος
PlVocδιαγγειλασαιδιαγγειλαντεςδιαγγειλανταδι·αγγειλ·[σ]ασ·αιδι·αγγειλ·[σ]αντ·εςδι·αγγειλ·[σ]αντ·α
Nom
Accδιαγγειλασαςδιαγγειλανταςδι·αγγειλ·[σ]ασ·αςδι·αγγειλ·[σ]αντ·ας
Datδιαγγειλασαιςδιαγγειλασι, διαγγειλασινδι·αγγειλ·[σ]ασ·αιςδι·αγγειλ·[σ]α[ντ]·σι(ν)
Genδιαγγειλασωνδιαγγειλαντωνδι·αγγειλ·[σ]ασ·ωνδι·αγγειλ·[σ]αντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαγγειλαμενηδιαγγειλαμενεδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ηδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ε
Nomδιαγγειλαμενοςδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ος
Accδιαγγειλαμενηνδιαγγειλαμενονδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ηνδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ον
Datδιαγγειλαμενῃδιαγγειλαμενῳδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ῃδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ῳ
Genδιαγγειλαμενηςδιαγγειλαμενουδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ηςδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ου
PlVocδιαγγειλαμεναιδιαγγειλαμενοιδιαγγειλαμεναδι·αγγειλ·[σ]αμεν·αιδι·αγγειλ·[σ]αμεν·οιδι·αγγειλ·[σ]αμεν·α
Nom
Accδιαγγειλαμεναςδιαγγειλαμενουςδι·αγγειλ·[σ]αμεν·αςδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ους
Datδιαγγειλαμεναιςδιαγγειλαμενοιςδι·αγγειλ·[σ]αμεν·αιςδι·αγγειλ·[σ]αμεν·οις
Genδιαγγειλαμενωνδιαγγειλαμενωνδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ωνδι·αγγειλ·[σ]αμεν·ων

6th Principal Part (θη-Aorist and θη-Future) [hide]

θη-Aorist Indicative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stδιηγγεληνδι·ε·αγγελ·[θ]ην
2ndδιηγγεληςδι·ε·αγγελ·[θ]ης
3rdδιηγγελη[LXX]δι·ε·αγγελ·[θ]η
Pl1stδιηγγελημενδι·ε·αγγελ·[θ]ημεν
2ndδιηγγελητεδι·ε·αγγελ·[θ]ητε
3rdδιηγγελησανδι·ε·αγγελ·[θ]ησαν

θη-Future Indicative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελησομαιδι·αγγελ·[θ]ησομαι
2ndδιαγγελησῃ, διαγγελησειδι·αγγελ·[θ]ησῃ, δι·αγγελ·[θ]ησει classical
3rdδιαγγελησεταιδι·αγγελ·[θ]ησεται
Pl1stδιαγγελησομεθαδι·αγγελ·[θ]ησομεθα
2ndδιαγγελησεσθεδι·αγγελ·[θ]ησεσθε
3rdδιαγγελησονται[LXX]δι·αγγελ·[θ]ησονται

θη-Aorist Subjunctive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελωδι·αγγελ·[θ]ω
2ndδιαγγελῃςδι·αγγελ·[θ]ῃς
3rdδιαγγελῃ[GNT][LXX]δι·αγγελ·[θ]ῃ
Pl1stδιαγγελωμενδι·αγγελ·[θ]ωμεν
2ndδιαγγελητεδι·αγγελ·[θ]ητε
3rdδιαγγελωσιν, διαγγελωσιδι·αγγελ·[θ]ωσι(ν)

θη-Aorist Optative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελειηνδι·αγγελ·[θ]ειην
2ndδιαγγελειηςδι·αγγελ·[θ]ειης
3rdδιαγγελειηδι·αγγελ·[θ]ειη
Pl1stδιαγγελειημεν, διαγγελειμενδι·αγγελ·[θ]ειημεν, δι·αγγελ·[θ]ειμεν classical
2ndδιαγγελειητε, διαγγελειτε[LXX]δι·αγγελ·[θ]ειητε, δι·αγγελ·[θ]ειτε classical
3rdδιαγγελειησαν, διαγγελειενδι·αγγελ·[θ]ειησαν, δι·αγγελ·[θ]ειεν classical

θη-Future Optative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stδιαγγελησοιμηνδι·αγγελ·[θ]ησοιμην
2ndδιαγγελησοιοδι·αγγελ·[θ]ησοιο
3rdδιαγγελησοιτοδι·αγγελ·[θ]ησοιτο
Pl1stδιαγγελησοιμεθαδι·αγγελ·[θ]ησοιμεθα
2ndδιαγγελησοισθεδι·αγγελ·[θ]ησοισθε
3rdδιαγγελησοιντοδι·αγγελ·[θ]ησοιντο

θη-Aorist Imperative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1st
2ndδιαγγεληθιδι·αγγελ·[θ]ητι
3rdδιαγγελητωδι·αγγελ·[θ]ητω
Pl1st
2ndδιαγγελητεδι·αγγελ·[θ]ητε
3rdδιαγγελητωσαν, διαγγελεντωνδι·αγγελ·[θ]ητωσαν, δι·αγγελ·[θ]εντων classical

θη-Aorist Infinitive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
διαγγεληναι​δι·αγγελ·[θ]ηναι​

θη-Future Infinitive [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
διαγγελησεσθαι​δι·αγγελ·[θ]ησεσθαι​

θη-Aorist Participle [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαγγελεισαδιαγγελειςδιαγγελενδι·αγγελ·[θ]εισ·αδι·αγγελ·[θ]ει[ντ]·ςδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ν[τ]
Nom
Accδιαγγελεισανδιαγγελενταδι·αγγελ·[θ]εισ·ανδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·α
Datδιαγγελεισῃδιαγγελεντιδι·αγγελ·[θ]εισ·ῃδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·ι
Genδιαγγελεισηςδιαγγελεντοςδι·αγγελ·[θ]εισ·ηςδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·ος
PlVocδιαγγελεισαιδιαγγελεντεςδιαγγελενταδι·αγγελ·[θ]εισ·αιδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·εςδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·α
Nom
Accδιαγγελεισαςδιαγγελενταςδι·αγγελ·[θ]εισ·αςδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·ας
Datδιαγγελεισαιςδιαγγελεισι, διαγγελεισινδι·αγγελ·[θ]εισ·αιςδι·αγγελ·[θ]ει[ντ]·σι(ν)
Genδιαγγελεισωνδιαγγελεντωνδι·αγγελ·[θ]εισ·ωνδι·αγγελ·[θ]ε[ι]ντ·ων

θη-Future Participle [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocδιαγγελησομενηδιαγγελησομενεδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ηδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ε
Nomδιαγγελησομενοςδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ος
Accδιαγγελησομενηνδιαγγελησομενονδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ηνδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ον
Datδιαγγελησομενῃδιαγγελησομενῳδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ῃδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ῳ
Genδιαγγελησομενηςδιαγγελησομενουδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ηςδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ου
PlVocδιαγγελησομεναιδιαγγελησομενοιδιαγγελησομεναδι·αγγελ·[θ]ησομεν·αιδι·αγγελ·[θ]ησομεν·οιδι·αγγελ·[θ]ησομεν·α
Nom
Accδιαγγελησομεναςδιαγγελησομενουςδι·αγγελ·[θ]ησομεν·αςδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ους
Datδιαγγελησομεναιςδιαγγελησομενοιςδι·αγγελ·[θ]ησομεν·αιςδι·αγγελ·[θ]ησομεν·οις
Genδιαγγελησομενωνδιαγγελησομενωνδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ωνδι·αγγελ·[θ]ησομεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 16:43:23 EDT