αιχμαλωτιζω • AICMALWTIZW AIXMALWTIZW • aichmalōtizō

Search: αιχμαλωτισθεντων

MatchLemmaUncontracted Form(s)Parsing
αιχμαλωτισθεντων; αιχμαλωτισθεντων; αιχμαλωτισθεντωναἰχμαλωτίζωαιχμαλωτισ·θεντων; αιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·ων; αιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·ωνaor θη imp 3rd pl classical; aor θη ptcp mas gen pl; aor θη ptcp neu gen pl

αἰχμ·αλωτίζω (αιχμαλωτιζ-, αιχμαλωτι(ε)·[σ]-, αιχμαλωτι·σ-, ῃχμαλωτι·κ-, -, αιχμαλωτισ·θ-)

Verb

Not all forms below are necessarily attested. Highlighted words may or may not be a match to the GNT or LXX, if another word also inflects the same way.

1st Principal Part (Present and Imperfect) [hide]

Present Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτιζωαιχμαλωτιζ·ωαιχμαλωτιζομαιαιχμαλωτιζ·ομαι
2ndαιχμαλωτιζειςαιχμαλωτιζ·ειςαιχμαλωτιζῃ, αιχμαλωτιζει, αιχμαλωτιζεσαιαιχμαλωτιζ·ῃ, αιχμαλωτιζ·ει classical, αιχμαλωτιζ·εσαι alt
3rdαιχμαλωτιζειαιχμαλωτιζ·ειαιχμαλωτιζεταιαιχμαλωτιζ·εται
Pl1stαιχμαλωτιζομεναιχμαλωτιζ·ομεναιχμαλωτιζομεθααιχμαλωτιζ·ομεθα
2ndαιχμαλωτιζετεαιχμαλωτιζ·ετεαιχμαλωτιζεσθεαιχμαλωτιζ·εσθε
3rdαιχμαλωτιζουσιν, αιχμαλωτιζουσιαιχμαλωτιζ·ουσι(ν)αιχμαλωτιζονταιαιχμαλωτιζ·ονται

Present Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτιζωαιχμαλωτιζ·ωαιχμαλωτιζωμαιαιχμαλωτιζ·ωμαι
2ndαιχμαλωτιζῃςαιχμαλωτιζ·ῃςαιχμαλωτιζῃαιχμαλωτιζ·ῃ
3rdαιχμαλωτιζῃαιχμαλωτιζ·ῃαιχμαλωτιζηταιαιχμαλωτιζ·ηται
Pl1stαιχμαλωτιζωμεναιχμαλωτιζ·ωμεναιχμαλωτιζωμεθααιχμαλωτιζ·ωμεθα
2ndαιχμαλωτιζητεαιχμαλωτιζ·ητεαιχμαλωτιζησθεαιχμαλωτιζ·ησθε
3rdαιχμαλωτιζωσιν, αιχμαλωτιζωσιαιχμαλωτιζ·ωσι(ν)αιχμαλωτιζωνταιαιχμαλωτιζ·ωνται

Present Optative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτιζοιμιαιχμαλωτιζ·οιμιαιχμαλωτιζοιμηναιχμαλωτιζ·οιμην
2ndαιχμαλωτιζοιςαιχμαλωτιζ·οιςαιχμαλωτιζοιοαιχμαλωτιζ·οιο
3rdαιχμαλωτιζοιαιχμαλωτιζ·οιαιχμαλωτιζοιτοαιχμαλωτιζ·οιτο
Pl1stαιχμαλωτιζοιμεναιχμαλωτιζ·οιμεναιχμαλωτιζοιμεθααιχμαλωτιζ·οιμεθα
2ndαιχμαλωτιζοιτεαιχμαλωτιζ·οιτεαιχμαλωτιζοισθεαιχμαλωτιζ·οισθε
3rdαιχμαλωτιζοιεν, αιχμαλωτιζοισαναιχμαλωτιζ·οιεν, αιχμαλωτιζ·οισαν altαιχμαλωτιζοιντοαιχμαλωτιζ·οιντο

Present Optative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Imperative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndαιχμαλωτιζε[LXX]αιχμαλωτιζ·εαιχμαλωτιζουαιχμαλωτιζ·ου
3rdαιχμαλωτιζετωαιχμαλωτιζ·ετωαιχμαλωτιζεσθωαιχμαλωτιζ·εσθω
Pl1st
2ndαιχμαλωτιζετεαιχμαλωτιζ·ετεαιχμαλωτιζεσθεαιχμαλωτιζ·εσθε
3rdαιχμαλωτιζετωσαν, αιχμαλωτιζοντωναιχμαλωτιζ·ετωσαν, αιχμαλωτιζ·οντων classicalαιχμαλωτιζεσθωσαν, αιχμαλωτιζεσθωναιχμαλωτιζ·εσθωσαν, αιχμαλωτιζ·εσθων classical

Present Imperative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Present Infinitive Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αιχμαλωτιζειν[LXX]​αιχμαλωτιζ·ειναιχμαλωτιζεσθαι​αιχμαλωτιζ·εσθαι​

Present Infinitive Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Present Participle Thematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτιζουσααιχμαλωτιζοναιχμαλωτιζ·ουσ·ααιχμαλωτιζ·ο[υ]ν[τ]
Nomαιχμαλωτιζωναιχμαλωτιζ·ο[υ]ν[τ]·^
Accαιχμαλωτιζουσαναιχμαλωτιζοντα[GNT]αιχμαλωτιζ·ουσ·αναιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·α
Datαιχμαλωτιζουσῃαιχμαλωτιζοντιαιχμαλωτιζ·ουσ·ῃαιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·ι
Genαιχμαλωτιζουσηςαιχμαλωτιζοντοςαιχμαλωτιζ·ουσ·ηςαιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·ος
PlVocαιχμαλωτιζουσαιαιχμαλωτιζοντες[GNT][LXX]αιχμαλωτιζοντα[GNT]αιχμαλωτιζ·ουσ·αιαιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·εςαιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·α
Nom
Accαιχμαλωτιζουσαςαιχμαλωτιζονταςαιχμαλωτιζ·ουσ·αςαιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·ας
Datαιχμαλωτιζουσαιςαιχμαλωτιζουσι, αιχμαλωτιζουσιναιχμαλωτιζ·ουσ·αιςαιχμαλωτιζ·ου[ντ]·σι(ν)
Genαιχμαλωτιζουσωναιχμαλωτιζοντωναιχμαλωτιζ·ουσ·ωναιχμαλωτιζ·ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτιζομενηαιχμαλωτιζομενεαιχμαλωτιζ·ομεν·ηαιχμαλωτιζ·ομεν·ε
Nomαιχμαλωτιζομενοςαιχμαλωτιζ·ομεν·ος
Accαιχμαλωτιζομενηναιχμαλωτιζομενοναιχμαλωτιζ·ομεν·ηναιχμαλωτιζ·ομεν·ον
Datαιχμαλωτιζομενῃαιχμαλωτιζομενῳαιχμαλωτιζ·ομεν·ῃαιχμαλωτιζ·ομεν·ῳ
Genαιχμαλωτιζομενηςαιχμαλωτιζομενουαιχμαλωτιζ·ομεν·ηςαιχμαλωτιζ·ομεν·ου
PlVocαιχμαλωτιζομεναιαιχμαλωτιζομενοιαιχμαλωτιζομενααιχμαλωτιζ·ομεν·αιαιχμαλωτιζ·ομεν·οιαιχμαλωτιζ·ομεν·α
Nom
Accαιχμαλωτιζομεναςαιχμαλωτιζομενουςαιχμαλωτιζ·ομεν·αςαιχμαλωτιζ·ομεν·ους
Datαιχμαλωτιζομεναιςαιχμαλωτιζομενοιςαιχμαλωτιζ·ομεν·αιςαιχμαλωτιζ·ομεν·οις
Genαιχμαλωτιζομενωναιχμαλωτιζομενωναιχμαλωτιζ·ομεν·ωναιχμαλωτιζ·ομεν·ων

Present Participle Athematic

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Imperfect Indicative Thematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτιζονε·αιχμαλωτιζ·ονῃχμαλωτιζομηνε·αιχμαλωτιζ·ομην
2ndῃχμαλωτιζεςε·αιχμαλωτιζ·εςῃχμαλωτιζουε·αιχμαλωτιζ·ου
3rdῃχμαλωτιζεν, ῃχμαλωτιζεε·αιχμαλωτιζ·ε(ν)ῃχμαλωτιζετοε·αιχμαλωτιζ·ετο
Pl1stῃχμαλωτιζομενε·αιχμαλωτιζ·ομενῃχμαλωτιζομεθαε·αιχμαλωτιζ·ομεθα
2ndῃχμαλωτιζετεε·αιχμαλωτιζ·ετεῃχμαλωτιζεσθεε·αιχμαλωτιζ·εσθε
3rdῃχμαλωτιζον, ῃχμαλωτιζοσανε·αιχμαλωτιζ·ον, ε·αιχμαλωτιζ·οσαν altῃχμαλωτιζοντοε·αιχμαλωτιζ·οντο

Imperfect Indicative Athematic

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

2nd Principal Part (Future Active and Middle-Passive) [hide]

Future Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτιωαιχμαλωτι(ε)·[σ]ωαιχμαλωτιουμαιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομαι
2ndαιχμαλωτιειςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ειςαιχμαλωτιῃ, αιχμαλωτιει, αιχμαλωτιεισαιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ῃ, αιχμαλωτι(ε)·[σ]ει classical, αιχμαλωτι(ε)·[σ]εσαι alt
3rdαιχμαλωτιειαιχμαλωτι(ε)·[σ]ειαιχμαλωτιειταιαιχμαλωτι(ε)·[σ]εται
Pl1stαιχμαλωτιουμεναιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεναιχμαλωτιουμεθααιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεθα
2ndαιχμαλωτιειτεαιχμαλωτι(ε)·[σ]ετεαιχμαλωτιεισθεαιχμαλωτι(ε)·[σ]εσθε
3rdαιχμαλωτιουσιν[LXX], αιχμαλωτιουσιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσι(ν), αιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσι(ν)αιχμαλωτιουνταιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ονται

Future Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτιοιμιαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιμιαιχμαλωτιοιμηναιχμαλωτι(ε)·[σ]οιμην
2ndαιχμαλωτιοιςαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιςαιχμαλωτιοιοαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιο
3rdαιχμαλωτιοιαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιαιχμαλωτιοιτοαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιτο
Pl1stαιχμαλωτιοιμεναιχμαλωτι(ε)·[σ]οιμεναιχμαλωτιοιμεθααιχμαλωτι(ε)·[σ]οιμεθα
2ndαιχμαλωτιοιτεαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιτεαιχμαλωτιοισθεαιχμαλωτι(ε)·[σ]οισθε
3rdαιχμαλωτιοιεναιχμαλωτι(ε)·[σ]οιεναιχμαλωτιοιντοαιχμαλωτι(ε)·[σ]οιντο

Future Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αιχμαλωτιειν​αιχμαλωτι(ε)·[σ]ειν​αιχμαλωτιεισθαι​αιχμαλωτι(ε)·[σ]εσθαι​

Future Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτιουσααιχμαλωτιουναιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·ααιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]
Nomαιχμαλωτιωναιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ν[τ]·^
Accαιχμαλωτιουσαναιχμαλωτιουντααιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·αναιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α
Datαιχμαλωτιουσῃαιχμαλωτιουντιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·ῃαιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ι
Genαιχμαλωτιουσηςαιχμαλωτιουντοςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·ηςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ος
PlVocαιχμαλωτιουσαιαιχμαλωτιουντεςαιχμαλωτιουντααιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·αιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·εςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·α
Nom
Accαιχμαλωτιουσαςαιχμαλωτιουνταςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·αςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ας
Datαιχμαλωτιουσαιςαιχμαλωτιουσι, αιχμαλωτιουσιν[LXX]αιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·αιςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν), αιχμαλωτι(ε)·[σ]ου[ντ]·σι(ν)
Genαιχμαλωτιουσωναιχμαλωτιουντωναιχμαλωτι(ε)·[σ]ουσ·ωναιχμαλωτι(ε)·[σ]ο[υ]ντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτιουμενηαιχμαλωτιουμενεαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ηαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ε
Nomαιχμαλωτιουμενοςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ος
Accαιχμαλωτιουμενηναιχμαλωτιουμενοναιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ηναιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ον
Datαιχμαλωτιουμενῃαιχμαλωτιουμενῳαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ῃαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ῳ
Genαιχμαλωτιουμενηςαιχμαλωτιουμενουαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ηςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ου
PlVocαιχμαλωτιουμεναιαιχμαλωτιουμενοιαιχμαλωτιουμενααιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·αιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·οιαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·α
Nom
Accαιχμαλωτιουμεναςαιχμαλωτιουμενουςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·αςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ους
Datαιχμαλωτιουμεναιςαιχμαλωτιουμενοιςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·αιςαιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·οις
Genαιχμαλωτιουμενωναιχμαλωτιουμενωναιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ωναιχμαλωτι(ε)·[σ]ομεν·ων

3rd(a) Principal Part (1st Aorist Active and Middle-Passive) [hide]

1st Aorist Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτισαε·αιχμαλωτι·σαῃχμαλωτισαμηνε·αιχμαλωτι·σαμην
2ndῃχμαλωτισαςε·αιχμαλωτι·σαςῃχμαλωτισωε·αιχμαλωτι·σω
3rdῃχμαλωτισεν[LXX], ῃχμαλωτισεε·αιχμαλωτι·σε(ν), ε·αιχμαλωτι·σε(ν)ῃχμαλωτισατοε·αιχμαλωτι·σατο
Pl1stῃχμαλωτισαμενε·αιχμαλωτι·σαμενῃχμαλωτισαμεθαε·αιχμαλωτι·σαμεθα
2ndῃχμαλωτισατεε·αιχμαλωτι·σατεῃχμαλωτισασθεε·αιχμαλωτι·σασθε
3rdῃχμαλωτισαν[LXX]ε·αιχμαλωτι·σανῃχμαλωτισαντοε·αιχμαλωτι·σαντο

1st Aorist Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτισωαιχμαλωτι·σωαιχμαλωτισωμαιαιχμαλωτι·σωμαι
2ndαιχμαλωτισῃςαιχμαλωτι·σῃςαιχμαλωτισῃαιχμαλωτι·σῃ
3rdαιχμαλωτισῃαιχμαλωτι·σῃαιχμαλωτισηταιαιχμαλωτι·σηται
Pl1stαιχμαλωτισωμεναιχμαλωτι·σωμεναιχμαλωτισωμεθααιχμαλωτι·σωμεθα
2ndαιχμαλωτισητεαιχμαλωτι·σητεαιχμαλωτισησθεαιχμαλωτι·σησθε
3rdαιχμαλωτισωσιν, αιχμαλωτισωσιαιχμαλωτι·σωσι(ν)αιχμαλωτισωνταιαιχμαλωτι·σωνται

1st Aorist Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτισαιμιαιχμαλωτι·σαιμιαιχμαλωτισαιμηναιχμαλωτι·σαιμην
2ndαιχμαλωτισαις, αιχμαλωτισειαςαιχμαλωτι·σαις, αιχμαλωτι·σειας classicalαιχμαλωτισαιοαιχμαλωτι·σαιο
3rdαιχμαλωτισαι, αιχμαλωτισειεαιχμαλωτι·σαι, αιχμαλωτι·σειε classicalαιχμαλωτισαιτοαιχμαλωτι·σαιτο
Pl1stαιχμαλωτισαιμεναιχμαλωτι·σαιμεναιχμαλωτισαιμεθααιχμαλωτι·σαιμεθα
2ndαιχμαλωτισαιτεαιχμαλωτι·σαιτεαιχμαλωτισαισθεαιχμαλωτι·σαισθε
3rdαιχμαλωτισαιεν, αιχμαλωτισαισαν, αιχμαλωτισειαν, αιχμαλωτισειεναιχμαλωτι·σαιεν, αιχμαλωτι·σαισαν alt, αιχμαλωτι·σειαν classical, αιχμαλωτι·σειεν classicalαιχμαλωτισαιντοαιχμαλωτι·σαιντο

1st Aorist Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndαιχμαλωτισον[LXX]αιχμαλωτι·σοναιχμαλωτισαιαιχμαλωτι·σαι
3rdαιχμαλωτισατωαιχμαλωτι·σατωαιχμαλωτισασθωαιχμαλωτι·σασθω
Pl1st
2ndαιχμαλωτισατεαιχμαλωτι·σατεαιχμαλωτισασθεαιχμαλωτι·σασθε
3rdαιχμαλωτισατωσαν, αιχμαλωτισαντων[LXX]αιχμαλωτι·σατωσαν, αιχμαλωτι·σαντων classicalαιχμαλωτισασθωσαν, αιχμαλωτισασθωναιχμαλωτι·σασθωσαν, αιχμαλωτι·σασθων classical

1st Aorist Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
αιχμαλωτισαι​αιχμαλωτι·σαι​αιχμαλωτισασθαι​αιχμαλωτι·σασθαι​

1st Aorist Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτισασααιχμαλωτισας[LXX]αιχμαλωτισαναιχμαλωτι·σασ·ααιχμαλωτι·σα[ντ]·ςαιχμαλωτι·σαν[τ]
Nom
Accαιχμαλωτισασαναιχμαλωτισαντααιχμαλωτι·σασ·αναιχμαλωτι·σαντ·α
Datαιχμαλωτισασῃαιχμαλωτισαντιαιχμαλωτι·σασ·ῃαιχμαλωτι·σαντ·ι
Genαιχμαλωτισασηςαιχμαλωτισαντοςαιχμαλωτι·σασ·ηςαιχμαλωτι·σαντ·ος
PlVocαιχμαλωτισασαιαιχμαλωτισαντεςαιχμαλωτισαντααιχμαλωτι·σασ·αιαιχμαλωτι·σαντ·εςαιχμαλωτι·σαντ·α
Nom
Accαιχμαλωτισασαςαιχμαλωτισανταςαιχμαλωτι·σασ·αςαιχμαλωτι·σαντ·ας
Datαιχμαλωτισασαιςαιχμαλωτισασι, αιχμαλωτισασιναιχμαλωτι·σασ·αιςαιχμαλωτι·σα[ντ]·σι(ν)
Genαιχμαλωτισασωναιχμαλωτισαντων[LXX]αιχμαλωτι·σασ·ωναιχμαλωτι·σαντ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτισαμενηαιχμαλωτισαμενεαιχμαλωτι·σαμεν·ηαιχμαλωτι·σαμεν·ε
Nomαιχμαλωτισαμενοςαιχμαλωτι·σαμεν·ος
Accαιχμαλωτισαμενηναιχμαλωτισαμενοναιχμαλωτι·σαμεν·ηναιχμαλωτι·σαμεν·ον
Datαιχμαλωτισαμενῃαιχμαλωτισαμενῳαιχμαλωτι·σαμεν·ῃαιχμαλωτι·σαμεν·ῳ
Genαιχμαλωτισαμενηςαιχμαλωτισαμενουαιχμαλωτι·σαμεν·ηςαιχμαλωτι·σαμεν·ου
PlVocαιχμαλωτισαμεναιαιχμαλωτισαμενοιαιχμαλωτισαμενααιχμαλωτι·σαμεν·αιαιχμαλωτι·σαμεν·οιαιχμαλωτι·σαμεν·α
Nom
Accαιχμαλωτισαμεναςαιχμαλωτισαμενουςαιχμαλωτι·σαμεν·αςαιχμαλωτι·σαμεν·ους
Datαιχμαλωτισαμεναιςαιχμαλωτισαμενοιςαιχμαλωτι·σαμεν·αιςαιχμαλωτι·σαμεν·οις
Genαιχμαλωτισαμενωναιχμαλωτισαμενωναιχμαλωτι·σαμεν·ωναιχμαλωτι·σαμεν·ων

4th and 5th Principal Parts (Perfect and Pluperfect) [hide]

Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτικαῃχμαλωτι·κα
2ndῃχμαλωτικας, ῃχμαλωτικεςῃχμαλωτι·κας, ῃχμαλωτι·κες alt
3rdῃχμαλωτικεν, ῃχμαλωτικεῃχμαλωτι·κε(ν)
Pl1stῃχμαλωτικαμενῃχμαλωτι·καμεν
2ndῃχμαλωτικατεῃχμαλωτι·κατε
3rdῃχμαλωτικασιν[LXX], ῃχμαλωτικασι, ῃχμαλωτικανῃχμαλωτι·κασι(ν), ῃχμαλωτι·κασι(ν), ῃχμαλωτι·καν alt

Future Perfect Indicative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Subjunctive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτικωῃχμαλωτι·κω
2ndῃχμαλωτικῃςῃχμαλωτι·κῃς
3rdῃχμαλωτικῃῃχμαλωτι·κῃ
Pl1stῃχμαλωτικωμενῃχμαλωτι·κωμεν
2ndῃχμαλωτικητεῃχμαλωτι·κητε
3rdῃχμαλωτικωσιν, ῃχμαλωτικωσιῃχμαλωτι·κωσι(ν)

Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτικοιμι, ῃχμαλωτικοιηνῃχμαλωτι·κοιμι, ῃχμαλωτι·κοιην classical
2ndῃχμαλωτικοις, ῃχμαλωτικοιηςῃχμαλωτι·κοις, ῃχμαλωτι·κοιης classical
3rdῃχμαλωτικοι, ῃχμαλωτικοιηῃχμαλωτι·κοι, ῃχμαλωτι·κοιη classical
Pl1stῃχμαλωτικοιμενῃχμαλωτι·κοιμεν
2ndῃχμαλωτικοιτεῃχμαλωτι·κοιτε
3rdῃχμαλωτικοιενῃχμαλωτι·κοιεν

Future Perfect Optative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

Perfect Imperative

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2ndῃχμαλωτικεῃχμαλωτι·κε
3rdῃχμαλωτικετωῃχμαλωτι·κετω
Pl1st
2ndῃχμαλωτικετεῃχμαλωτι·κετε
3rdῃχμαλωτικετωσανῃχμαλωτι·κετωσαν

Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
ῃχμαλωτικεναι​ῃχμαλωτι·κεναι​

Future Perfect Infinitive

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted

Perfect Participle

Act
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocῃχμαλωτικυιαῃχμαλωτικοςῃχμαλωτι·κυι·αῃχμαλωτι·κο[τ]·ς
Nomῃχμαλωτικωςῃχμαλωτι·κο[τ]·^ς
Accῃχμαλωτικυιανῃχμαλωτικοταῃχμαλωτι·κυι·ανῃχμαλωτι·κοτ·α
Datῃχμαλωτικυιᾳῃχμαλωτικοτιῃχμαλωτι·κυι·ᾳῃχμαλωτι·κοτ·ι
Genῃχμαλωτικυιαςῃχμαλωτικοτοςῃχμαλωτι·κυι·αςῃχμαλωτι·κοτ·ος
PlVocῃχμαλωτικυιαιῃχμαλωτικοτεςῃχμαλωτικοταῃχμαλωτι·κυι·αιῃχμαλωτι·κοτ·εςῃχμαλωτι·κοτ·α
Nom
Accῃχμαλωτικυιαςῃχμαλωτικοταςῃχμαλωτι·κυι·αςῃχμαλωτι·κοτ·ας
Datῃχμαλωτικυιαιςῃχμαλωτικοσι, ῃχμαλωτικοσινῃχμαλωτι·κυι·αιςῃχμαλωτι·κο[τ]·σι(ν)
Genῃχμαλωτικυιωνῃχμαλωτικοτωνῃχμαλωτι·κυι·ωνῃχμαλωτι·κοτ·ων
M/P
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVoc
Nom
Acc
Dat
Gen
PlVoc
Nom
Acc
Dat
Gen

Pluperfect Indicative Augmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτικειν, ῃχμαλωτικηε·ῃχμαλωτι·κειν, ε·ῃχμαλωτι·κη classical
2ndῃχμαλωτικεις, ῃχμαλωτικηςε·ῃχμαλωτι·κεις, ε·ῃχμαλωτι·κης classical
3rdῃχμαλωτικειε·ῃχμαλωτι·κει
Pl1stῃχμαλωτικειμεν, ῃχμαλωτικεμενε·ῃχμαλωτι·κειμεν, ε·ῃχμαλωτι·κεμεν classical
2ndῃχμαλωτικειτε, ῃχμαλωτικετεε·ῃχμαλωτι·κειτε, ε·ῃχμαλωτι·κετε classical
3rdῃχμαλωτικεισαν, ῃχμαλωτικεσανε·ῃχμαλωτι·κεισαν, ε·ῃχμαλωτι·κεσαν classical

Pluperfect Indicative Unaugmented

ActM/P
InflectionUncontractedInflectionUncontracted
Sg1st
2nd
3rd
Pl1st
2nd
3rd

6th Principal Part (θη-Aorist and θη-Future) [hide]

θη-Aorist Indicative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stῃχμαλωτισθην[LXX]ε·αιχμαλωτισ·θην
2ndῃχμαλωτισθηςε·αιχμαλωτισ·θης
3rdῃχμαλωτισθηε·αιχμαλωτισ·θη
Pl1stῃχμαλωτισθημενε·αιχμαλωτισ·θημεν
2ndῃχμαλωτισθητεε·αιχμαλωτισ·θητε
3rdῃχμαλωτισθησανε·αιχμαλωτισ·θησαν

θη-Future Indicative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτισθησομαιαιχμαλωτισ·θησομαι
2ndαιχμαλωτισθησῃ, αιχμαλωτισθησειαιχμαλωτισ·θησῃ, αιχμαλωτισ·θησει classical
3rdαιχμαλωτισθησεταιαιχμαλωτισ·θησεται
Pl1stαιχμαλωτισθησομεθααιχμαλωτισ·θησομεθα
2ndαιχμαλωτισθησεσθεαιχμαλωτισ·θησεσθε
3rdαιχμαλωτισθησονται[GNT][LXX]αιχμαλωτισ·θησονται

θη-Aorist Subjunctive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτισθωαιχμαλωτισ·θω
2ndαιχμαλωτισθῃςαιχμαλωτισ·θῃς
3rdαιχμαλωτισθῃαιχμαλωτισ·θῃ
Pl1stαιχμαλωτισθωμεναιχμαλωτισ·θωμεν
2ndαιχμαλωτισθητεαιχμαλωτισ·θητε
3rdαιχμαλωτισθωσιν, αιχμαλωτισθωσιαιχμαλωτισ·θωσι(ν)

θη-Aorist Optative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτισθειηναιχμαλωτισ·θειην
2ndαιχμαλωτισθειηςαιχμαλωτισ·θειης
3rdαιχμαλωτισθειηαιχμαλωτισ·θειη
Pl1stαιχμαλωτισθειημεν, αιχμαλωτισθειμεναιχμαλωτισ·θειημεν, αιχμαλωτισ·θειμεν classical
2ndαιχμαλωτισθειητε, αιχμαλωτισθειτεαιχμαλωτισ·θειητε, αιχμαλωτισ·θειτε classical
3rdαιχμαλωτισθειησαν, αιχμαλωτισθειεναιχμαλωτισ·θειησαν, αιχμαλωτισ·θειεν classical

θη-Future Optative [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
Sg1stαιχμαλωτισθησοιμηναιχμαλωτισ·θησοιμην
2ndαιχμαλωτισθησοιοαιχμαλωτισ·θησοιο
3rdαιχμαλωτισθησοιτοαιχμαλωτισ·θησοιτο
Pl1stαιχμαλωτισθησοιμεθααιχμαλωτισ·θησοιμεθα
2ndαιχμαλωτισθησοισθεαιχμαλωτισ·θησοισθε
3rdαιχμαλωτισθησοιντοαιχμαλωτισ·θησοιντο

θη-Aorist Imperative [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
Sg1st
2ndαιχμαλωτισθητιαιχμαλωτισ·θητι
3rdαιχμαλωτισθητωαιχμαλωτισ·θητω
Pl1st
2ndαιχμαλωτισθητεαιχμαλωτισ·θητε
3rdαιχμαλωτισθητωσαν, αιχμαλωτισθεντων[LXX]αιχμαλωτισ·θητωσαν, αιχμαλωτισ·θεντων classical

θη-Aorist Infinitive [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
αιχμαλωτισθηναι[LXX]​αιχμαλωτισ·θηναι

θη-Future Infinitive [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
αιχμαλωτισθησεσθαι​αιχμαλωτισ·θησεσθαι​

θη-Aorist Participle [show][hide]

θη-Aorist
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτισθεισααιχμαλωτισθειςαιχμαλωτισθεναιχμαλωτισ·θεισ·ααιχμαλωτισ·θει[ντ]·ςαιχμαλωτισ·θε[ι]ν[τ]
Nom
Accαιχμαλωτισθεισαν[LXX]αιχμαλωτισθεντααιχμαλωτισ·θεισ·αναιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·α
Datαιχμαλωτισθεισῃαιχμαλωτισθεντιαιχμαλωτισ·θεισ·ῃαιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·ι
Genαιχμαλωτισθεισηςαιχμαλωτισθεντοςαιχμαλωτισ·θεισ·ηςαιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·ος
PlVocαιχμαλωτισθεισαιαιχμαλωτισθεντεςαιχμαλωτισθεντααιχμαλωτισ·θεισ·αιαιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·εςαιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·α
Nom
Accαιχμαλωτισθεισαςαιχμαλωτισθενταςαιχμαλωτισ·θεισ·αςαιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·ας
Datαιχμαλωτισθεισαιςαιχμαλωτισθεισι, αιχμαλωτισθεισιναιχμαλωτισ·θεισ·αιςαιχμαλωτισ·θει[ντ]·σι(ν)
Genαιχμαλωτισθεισωναιχμαλωτισθεντων[LXX]αιχμαλωτισ·θεισ·ωναιχμαλωτισ·θε[ι]ντ·ων

θη-Future Participle [show][hide]

θη-Future
InflectionUncontracted
FemMasNeuFemMasNeu
SgVocαιχμαλωτισθησομενηαιχμαλωτισθησομενεαιχμαλωτισ·θησομεν·ηαιχμαλωτισ·θησομεν·ε
Nomαιχμαλωτισθησομενοςαιχμαλωτισ·θησομεν·ος
Accαιχμαλωτισθησομενηναιχμαλωτισθησομενοναιχμαλωτισ·θησομεν·ηναιχμαλωτισ·θησομεν·ον
Datαιχμαλωτισθησομενῃαιχμαλωτισθησομενῳαιχμαλωτισ·θησομεν·ῃαιχμαλωτισ·θησομεν·ῳ
Genαιχμαλωτισθησομενηςαιχμαλωτισθησομενουαιχμαλωτισ·θησομεν·ηςαιχμαλωτισ·θησομεν·ου
PlVocαιχμαλωτισθησομεναιαιχμαλωτισθησομενοιαιχμαλωτισθησομενααιχμαλωτισ·θησομεν·αιαιχμαλωτισ·θησομεν·οιαιχμαλωτισ·θησομεν·α
Nom
Accαιχμαλωτισθησομεναςαιχμαλωτισθησομενουςαιχμαλωτισ·θησομεν·αςαιχμαλωτισ·θησομεν·ους
Datαιχμαλωτισθησομεναιςαιχμαλωτισθησομενοιςαιχμαλωτισ·θησομεν·αιςαιχμαλωτισ·θησομεν·οις
Genαιχμαλωτισθησομενωναιχμαλωτισθησομενωναιχμαλωτισ·θησομεν·ωναιχμαλωτισ·θησομεν·ων

Copyright 2007-2024 Thomas Moore, Email: acct3 at katabiblon.com, Support Forum Set Local Timezone
Thursday, 28-Mar-2024 22:24:08 EDT